7.6.11

Κίνημα Αγανακτισμένων Πολιτών



Χθες, Κυριακή 5 Ιουνίου, οι αγανακτισμένοι πολίτες που συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα, αλλά και σε άλλες πόλεις, ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Η δυναμική των κινητοποιήσεων αυτών αποτελεί ένα τεράστιο ζητούμενο. Η αγιοποίησή τους από τα ΜΜΕ αποδεικνύει ότι τα πλήθη πουλάνε, και πουλάνε καλά. Κι αυτό το ξέρουν καλά οι Πολιτικοί, όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις του ΛΑΟΣ. Υπάρχουν, όμως, και πολλές ψύχραιμες φωνές που αντιμετωπίζουν το θέμα διαφορετικά.



Αγγελίες
Κική Δημουλά


Διατίθεται ἀπόγνωσις
εἰς ἀρίστην κατάστασιν,
καὶ εὐρύχωρον ἀδιέξοδον.
Σὲ τιμὲς εὐκαιρίας.

Ἀνεκμετάλλευτον καὶ εὔκαρπον
ἔδαφος πωλεῖται
ἐλλείψει τύχης καὶ διαθέσεως.

Καὶ χρόνος
ἀμεταχείριστος ἐντελῶς.

Πληροφορίαι: Ἀδιέξοδον
Ὥρα: Πᾶσα.

http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/kikh_dhmoyla/various.htm


Α.
Πλατεία, όπως Κουκούλι
Μάνος Χατζημαλωνάς


«Κάποιος, κάποτε, βρήκε το κουκούλι μιας πεταλούδας. Μια μέρα, παρουσιάστηκε ένα μικρό άνοιγμα στο κουκούλι. Ο άνθρωπος κάθισε και παρατηρούσε την πεταλούδα για αρκετές ώρες καθώς εκείνη αγωνιζόταν να περάσει το σώμα της μέσα από την μικρή τρύπα. Κάποια στιγμή φάνηκε ανήμπορη να προχωρήσει άλλο. Έτσι ο άνθρωπος αποφάσισε να βοηθήσει την πεταλούδα. Με ένα ψαλίδι, έκοψε το υπόλοιπο κομμάτι του κουκουλιού.
Η πεταλούδα πρόβαλε εύκολα, αλλά είχε πρησμένο σώμα και μαραμένα φτερά. Ο άνθρωπος συνέχισε να παρατηρεί την πεταλούδα, γιατί περίμενε ότι τα φτερά της θα μεγάλωναν και θα άπλωναν για να στηρίξουν το σώμα της, το οποίο θα ξεπρηζόταν σιγά-σιγά. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν έγινε.
Αντίθετα, η πεταλούδα πέρασε την υπόλοιπη ζωή της σέρνοντας το πρησμένο της σώμα και έχοντας μαραμένα φτερά. Ποτέ δεν μπόρεσε να πετάξει. Μέσα στην βιασύνη του να διευκολύνει την πεταλούδα για να την δει ελεύθερη να απλώνει τα φτερά της, ο άνθρωπος αυτός της στέρησε την πίεση και τη δυσκολία του αγώνα που θα διοχέτευε στα φτερά της την απαραίτητη δύναμη».


Οι ευαγείς πόθοι και προθέσεις όλων όσοι συμμετέχουν στο κίνημα των “Αγανακτισμένων” οφείλουν να περνούν από τακτικά check-ups πραγματικότητας. Και η πραγματικότητα δεν είναι υπόθεση εύκολη, όπως πολλές φορές και όλη η αλήθεια ως έννοια.
Η δυσκολία με την πραγματικότητα στο φαινόμενο των “Αγανακτισμένων” φαίνεται ξεκάθαρα από την προσπάθεια της λεγόμενης Λαϊκής Συνέλευσης στο Σύνταγμα να βάλει τα πράγματα σε οργανωμένη δομή, όπως τη ψήφιση και υλοποίηση συγκεκριμένων προτάσεων.
Σίγουρα, ένα ανομοιογενές πλήθος χωρίς σχετική εμπειρία σε αυτό-οργανωμένες συλλογικότητες και διαβουλεύσεις θα αντιμετώπιζε τέτοιου είδους δυσκολίες. Πώς πείθουμε όμως ότι η δυσκολία οργάνωσης σε άτυπους θεσμούς με επιτροπές, κληρωτούς ανακλητούς και με περιορισμένη θητεία αντιπροσώπους, είναι η μόνη ειρηνική και θεμιτή οδός; Πώς δηλαδή διαφυλάσσουμε τη δυνατότητα των διαδηλωτών για πολιτική ωριμότητα; Αλλιώς, πώς προλαβαίνουμε βιαστικές γόρδιες κινήσεις, τύπου «παραβίασης κουκουλιού». με καθόλου αίσιο τέλος;
Δεν τολμώ να κρίνω την ποιότητα αγανάκτησης τόσων συμπολιτών μου, μάλιστα όταν τόσο έντονα την ενστερνίζομαι. Όμως δεν μπορώ να πω ότι δε με ανησυχεί – ή κυριολεκτικά φοβίζει- όταν στο πλήθος του κόσμου παρατηρώ εφηβικά σύνδρομα ασυδοσίας και επιπολαιότητας.
Είναι εύκολο να κατέβεις στην πλατεία όταν δεν έχεις καθόλου δουλειά ή μετά το πέρας του ωραρίου σου για μια βόλτα. Είναι εύκολο να φας σουβλάκι 3 ευρώ, να αγοράσεις σφυρίχτρα 1 ευρώ, να φωτογραφηθείς ανάμεσα σε αγνώστους, να πεις κάνα σύνθημα και να αποδόσεις και εσύ ορθάνοιχτα χαιρετισμό προς το κτίριο της Βουλής.
Επίσης είναι όλο και ευκολότερο να ξεριζωθείς από τον καναπέ σου και να γίνεις ένα με το πολύχρωμο μπούγιο πλατείας αφού εκεί είναι στραμμένα πια όλα τα βλέμματα. Εύκολο λέμε ακόμα και να συγκινηθείς και να αισθανθείς ένα με το επαναστατικά ηδονικό πλάτειασμα τόσων συνανθρώπων σου.
Άλλωστε όλο αυτό είναι πλέον της μόδας. Όμως μέχρι εκεί τα εύκολα. Γιατί όταν πρέπει να αποφασίσεις τι οφείλεις να κάνεις πριν εκτονώσεις τον τελευταίο κόκκο αγανάκτησης σου, ή πριν αυτή σε ξεπεράσει και γίνει θηρίο, τότε μάλλον αρχίζουν τα δύσκολα.
Θα μου πείτε αφού φτάσαμε ως εδώ, τα δύσκολα τα τρώμε για επιδόρπιο έξω από τη καντίνα στη Μαβίλη. Εδώ όμως πρόκειται για δυσκολίες που προϋποθέτουν προσωπικές υπερβάσεις πριν ξεπεραστούν.
Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, τα παραδείγματα πισωγυρίσματος που απέφεραν σπασμωδικές ψευδο-αναπτύξεις λάθος χρονισμού μπορούν να γεμίσουν τόμους αναφοράς και ανάλυσης. Θα εστιάσω σε κάτι που πρώτο χέρι ανταμώνω καθημερινά στη δουλειά μου. Τα δεινά που μπορεί να προκαλέσει ο θερμοκοιτιδισμός της ευκολίας στην ανάπτυξη ενός ανθρώπου και κατ’ επέκταση ενός κινήματος.
Σήμερα έχουμε μια κοινωνία που δηλώνει αντίθετη με την παθητικότητα του να δέχεσαι προτροπές ή παρεμβάσεις γονιών, φίλων, διδασκάλων και πρεσβυτέρων στην ζωή σου. Από την άλλη ευνοεί ανεπιφύλακτα το όργιο της καταναλωτικής μίμησης: “Δείτε τι κάνουν οι πλούσιοι και οι επιτυχημένοι, τι φοράνε, που τρώνε που συχνάζουν, και κάντε το ίδιο”.
Μια μεθοδευμένη καλλιέργεια φαντασίωσης, χωρίς αναφορές στα μέσα ή τις ποιότητες που έκαναν αυτούς τους πλούσιους και επιτυχημένους να χαίρουν αυτών των ανέσεων, με απώτερο σκοπό την έξαρση της καταναλωτικής επιθυμίας.
Ένας copy-paste αρπακολισμός μίμησης δίχως ουσία με την ταυτόχρονη άρνηση προς αυτή. Η επιστροφή στην πραγματικότητα κοστίζει τόσο σε ψυχικό επίπεδο με την απογοήτευση που ακολουθεί, όσο και από οικονομικής πλευράς με τα γνωστά και γενικευμένα φαινόμενα που οι περισσότεροι βιώνουμε.
Μέσα σ’ αυτή τη γαλούχηση που ορίζει την αξία του ανθρώπου μέσα από αυτά που έχει, δηλαδή μια καταληκτική κατάσταση πλούτου-φήμης-επιτυχίας, εκδηλώνεται και το φαινόμενο «πάμε πλατεία». Είναι σαν να στήθηκαν οι αγανακτισμένοι θίασοι στις πλατείες και να περιμένουν πελατεία.
Με το προσιτό και εύκολο προσκήνιο σε πλήρη θέα από τη μία, αλλά και τη δύσκολη και όχι τόσο προσιτή κοσμογονία της παράλληλης δράσης από την άλλη. Η κάθοδος στις πλατείες είναι προσιτή σε όλους γιατί ως προϊόν είναι τυποποιημένο και έτοιμο. Καμία αναφορά για του τί γίνεται όταν «φτάσουμε πλατεία;».
Κάποιοι εκτός πλατείας έχουν ήδη αρχίσει να φτιάχνουν σενάρια για τους αγανακτισμένους. Χαρακτηριστικό είναι πως τα δελτία των 8μμ έχουν αρχίσει να «χαϊδεύουν» το φαινόμενο σαν κάτι το οποίο ενδεχομένως να οδηγήσει σε μία ακόμη έκτακτη εκλογική αναμέτρηση, κάτι που είναι εύκολα διαχειρίσιμο και εκμεταλλεύσιμο από τις παλιές καραβάνες των καναλαρχών.
Το πρόβλημα με όσα μένουν απρόσιτα λόγω δυσκολίας, είναι ότι αυτά και μόνο αυτά οδηγούν στην ανάπτυξη δημιουργικής διάθεσης. Αυτού του είδους τη διάθεση που μπορεί να μας βγάλει από την πολιτική αποσύνθεση που χαρακτηρίζει τα σημερινά φαινόμενα. Είναι η ίδια διάθεση που θα μας απομακρύνει από το άλλο άκρο της τάσης για καταστροφή.
Το πλήθος λοιπόν των αγανακτισμένων μάλλον αποτελείται και από πολλούς ανυπόμονους, οι οποίοι ενδεχομένως πριν βγουν στις παραλίες και τα ξεχάσουν όλα, κάνουν μια στάση αγανάκτησης και γίνονται έτσι πρόχειροι δανειολήπτες μιας επαναστατικότητας ποτισμένης από τη λεγόμενη ψυχολογία της μάζας.
Όπως κάποιος μαθητής προχειρολογεί έχοντας διαβάσει ‘διαγώνια’ και όχι σε βάθος μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τον εξεταστή και να ψαλιδίσει το κουκούλι του, έτσι και ο μέσος διαδηλωτής στην πλατεία συμμετέχει, φωνάζει και οργίζεται νομίζοντας πως αυτό αρκεί για την επόμενη ημέρα.
Κάτσε ρε φίλε, θα μου πείτε, τέτοιες ιστορίες θέλουν χρόνο και υπομονή. Θα το περίμενες πριν καιρό αυτό από τον ‘Έλληνα; Δεν λέω, πριν τα έκανε όλα αυτά μέσα στο σαλόνι, ή στα καφέ και τώρα τα κάνει μαζικά και σε πλατείες. Όμως έχει να ξεπεράσει και άλλες σκοπέλους, όσο περνούν οι μέρες μέσα στα καζάνια των πλατειών.
Η χρόνια έλλειψη προσωπικής ευθύνης και διάθεσης για θυσίες υπέρ ενός κοινού στόχου, η απουσία προτύπων, η προσωποφοβία, η συχνή λανθασμένη ταύτιση της πειθαρχίας και της λογικής με φασιστικές διαθέσεις είναι μερικές από αυτές.
Θα μου πείτε τέλος, εσύ που φοβάσαι την ευκολία, φοβόσουν μήπως λιγότερο την αδιαφορία και την ανία του καναπέ; Η αλήθεια είναι πως όχι.
Όμως φοβάμαι, γιατί αυτοί που φοβούνται την δυσκολία φοβούνται λιγότερο τις χαμένες ευκαιρίες ή και ακόμα την οργή, την καταστροφή και τη βία.

* Μάνος Χατζημαλωνάς είναι Ψυχολόγος

Πηγή: ειδησεογραφική σελίδα nooz.gr, 5 Ιουνίου 2011
http://www.nooz.gr/prosopa/plateia-opos-koukoili




Β.
Οταν το πλήθος γίνεται όχλος
Τασούλα Καραϊσκάκη


Oι σύγχρονες κοινωνίες ταλαντεύονται ανάμεσα στην απόγνωση και την παθητικότητα, την αδράνεια και τη διαμαρτυρία. Από τι κινδυνεύει περισσότερο η δημοκρατία, από την εγρήγορση ή την ακινησία; Στις ζωηρές συζητήσεις των ημερών για τη συμπεριφορά του πλήθους, για το πώς το άτομο σκέπτεται και δρα μέσα στην αναβράζουσα κοινωνία, συχνότερα επιλέγεται η πρώτη, ενώ πιο αληθινή μοιάζει η δεύτερη.
Ο Φρόιντ έλεγε πως η μάζα «οικοδομείται» από τις νευρώσεις του ατόμου. Ενώ ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Ντέιβιντ Ρίσμαν πρέσβευε («Το μοναχικό πλήθος») ότι το άτομο αντλεί τον προσανατολισμό του από τον συγκαιρινό του· ανταποκρίνεται αλλά δεν επιλέγει, όλο και περισσότερο σκλάβος της κοινής γνώμης. Πώς σκέφτονται, πώς αντιδρούν όσοι σήμερα αναμειγνύονται και αγκομαχούν στο πήγαιν’ έλα της μυρμηγκιάς του Συντάγματος; Αγνωστο.
Το βέβαιο είναι πως δεν αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο. Αλλά πολλά σώματα με διαφορετική κινητικότητα και αντιδράσεις. Αν κάτι τα ενώνει, είναι η ανάγκη να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους. Μιλιούνια συγκεντρώνονται σε κάθε κάλεσμα. Μια ισχυρή συντριπτική αλήθεια που δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Και όπως ένα καζάνι που βράζει, έτσι και οι καθημερινές συγκεντρώσεις δεν είναι ολότελα ειρηνικές.
Στόχος της οργής γίνονται όχι μόνον όσοι έχουν αναμειχθεί στα πιο βρώμικα σκάνδαλα, έχουν νομιμοποιήσει τις πιο ανήθικες συμπεριφορές, έχουν αποδεχθεί τη συναλλαγή ως επικρατούσα τακτική, αλλά όλοι οι πολιτικοί. Πληρώνουν, χωρίς πολλές εξαιρέσεις, τις συνέπειες της διαφθοράς, της πολύχρονης ασυλίας τους, της αδιάλειπτης μέτρησης του πολιτικού κόστους (με βάση κυρίως τις αντιδράσεις των εταίρων της εξουσίας, των ομάδων συμφερόντων, των συντεχνιών, των κρατικοδίαιτων συνδικαλιστών), το γεγονός ότι ακόμη και στην κορύφωση της κρίσης, αποφάσεις λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες και ο κόσμος δεν γνωρίζει όλη την αλήθεια.
Ετσι το πάθος που ωθεί τους πολίτες να δρουν για το κοινό καλό, να αντιστέκονται στις επιθέσεις των εχθρών της πολιτείας, να κινητοποιούνται κι όταν παραβιάζονται τα δικαιώματα μόνον ενός, δεν είναι ενεργό απ’ άκρη σ’ άκρη της συνωστισμένης πλατείας. Αλλοτε αναβλύζει το εγώ της ηπιότητας κι άλλοτε το εγώ της επιθετικότητας, των ενστίκτων. Και το πλήθος, ενίοτε, γίνεται όχλος.
Οι πράξεις του όχλου δεν κατευθύνονται ούτε και ελέγχονται από τη λογική. Επηρεάζονται από τα αισθήματα που προκαλούν οι αναλαμπές της συγκυρίας. Ο όχλος μεταμορφώνει την προσωπικότητα όσων τον αποτελούν. Ο ήπιος και ο βίαιος, ο άξεστος και ο ευγενής, αποκτούν όμοια κριτήρια, ίδιες αντιδράσεις. Ο όχλος δεν σκέφτεται, αισθάνεται. Δεν προσχεδιάζει, κι αψηφά τις συνέπειες. Ο όχλος στερείται μέτρου. Καταρρίπτει κάθε φραγμό, ξεσπώντας επί δικαίων και αδίκων.
Ομως η έξοδος από την κρίση δεν μπορεί να προέλθει από μια οργισμένη και κατακερματισμένη κοινωνία. Από τη ρίψη στον Καιάδα όλων των αρχών κι όλων των θεσμών. Η γενίκευση μιας τέτοιας στάσης ίσως έστρεφε τμήματα της κοινωνίας σε επικίνδυνες κατευθύνσεις, ίσως οδηγούσε σε ακραίες εξελίξεις. Θα πρέπει η οργή να γίνει ορμή και έρμα μιας νέας οργάνωσης με κοινωνική διαφάνεια και κοινωνική δικαιοσύνη. Μιας κοινής γλώσσας. Μιας νέας ευπρέπειας.

Πηγή: εφημερίδα «Καθημερινή», 5 Ιουνίου 2011
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_2_05/06/2011_1295433




Γ.
Μετά τις συγκεντρώσεις των αγανακτισμένων
Πάσχος Μανδραβελης


Φοβάμαι
Φοβάμαι τους ανθρώπους που εφτά χρόνια έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι / και μια ωραία πρωία μεσούντος κάποιου Ιουλίου / βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας «Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους που με καταλερωμένη τη φωλιά / πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους που σου ‘κλειναν την πόρτα / μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια και τώρα / τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους που γέμιζαν τις ταβέρνες / και τα ‘σπαζαν στα μπουζούκια κάθε βράδυ και τώρα τα ξανασπάζουν / όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν / και τώρα σε λοιδορούν γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.

Μανώλης Αναγνωστάκης
Νοέμβρης 1983

Oι ταγοί αυτής της χώρας λατρεύουν τις κινητοποιήσεις· εκτός, ίσως, των παραγωγικών δυνάμεων. Θέλουν τα πάντα να αλλάξουν· με πιθανή εξαίρεση το Δημόσιο, το κοινωνικό κράτος, την υγεία, τα κλειστά επαγγέλματα, ό, τι τέλος πάντων συνθέτει τη σημερινή μίζερη πραγματικότητα. Γι’ αυτό ο κανόνας είναι να δοξιολογούνται οι «κινητοποιημένοι». Στα δοξαστικά υπάρχει μέγας ανταγωνισμός. Οχι μόνο μεταξύ των κομμάτων, αλλά και των Μέσων. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε, διότι δεν έχει μετρηθεί ο αριθμός των επιθέτων που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι, αλλά σίγουρα οι δεύτεροι πλεονεκτούν λόγω θέσεως. Εχουν σελίδες να γεμίσουν και πολύ τηλεοπτικό χρόνο να καλύψουν· τι να πρωτοκάνει ο πολιτικός με δυο πενιχρές ανακοινωσούλες;
Η λατρεία των κινητοποιήσεων πρέπει να έχει ψυχολογικά κίνητρα. Η γενιά της μεταπολίτευσης, που είναι τώρα στα πράγματα, δεν μπορεί να κοιμηθεί από το τρόπαιο του Πολυτεχνείου. Δεν είναι λίγο το ψυχολογικό βάρος, να έχεις χάσει στο και πέντε τη μεγάλη δόξα. Γι’ αυτό και λιβανίζει κάθε κινητοποίηση. Τη νοηματοδοτεί υπό το άγχος που έχει για το δικό της «Πολυτεχνείο». Κι έτσι την κάνει καρικατούρα. Το Πολυτεχνείο ξεκίνησε με πολύ συγκεκριμένο αίτημα (φοιτητική συνδικαλιστική ελευθερία) και φούντωσε με ένα ευρύτερο αλλά επίσης συγκεκριμένο αίτημα. Τη δημοκρατία. Τελεία και χωρίς τα επίθετα «ουσιαστική», «πραγματική» κ. λπ. Τώρα ακόμη και οι κινητοποιήσεις της Κερατέας, που χλευάζουν τον βασικό δημοκρατικό κανόνα, θεωρήθηκαν προάγγελος της «άλλης δημοκρατίας», η οποία μάλιστα δεν προσδιορίζεται ως προς τα χαρακτηριστικά της.
Αυτές τις μέρες στις πλατείες της χώρας συμβαίνει κάτι μεγάλο. Δεν ξέρουμε πόσο σημαντικό είναι, διότι δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε. Είναι μαζικό: Συγκεντρώσεις 30, 40, 60 χιλιάδων ανθρώπων τις ζηλεύουν πλέον και όλα τα κόμματα και όλα τα συνδικάτα. Γι’ αυτό πέρα από τις δοξολογίες υπάρχει και η κατανοητή αμηχανία. Εκτός της κοινής «αγανάκτησης» δεν υπάρχει άλλο προσδιοριστικό του κινήματος. Από συνεντεύξεις τυχαίων «αγανακτισμένων» στο YouTube διαπιστώνουμε ότι κάποιοι εκφέρουν ακροδεξιές απόψεις, άλλοι ακροαριστερές, πολλοί και τα δύο μαζί και όλες είναι συγκεχυμένες. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσες μέρες αγανάκτησης δεν παρήγαγαν ένα συγκεκριμένο αίτημα, ούτε καν ένα πρωτότυπο σύνθημα. Τα συνθήματα που ακούγονται είναι παράφραση παλιότερων ή γηπεδικών συνθημάτων «ε-εεϊ, ο, ε-εϊ-ο...». Είναι αξιοσημείωτο πως ούτε ο Εθνικός Υμνος δεν έγινε μια φωνή στις πλατείες. Μόνο τα «ου» και τα χειροκροτήματα κάνουν αυτές τις μαζώξεις συλλογικότητα. Κι αυτά είναι άναρθρη αντίδραση· αγανάκτηση χωρίς λέξεις, χωρίς λόγο.

Αγανάκτηση με αιτία
Να μην παρεξηγηθούμε: το γεγονός ότι η αγανάκτηση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη δεν σημαίνει ταυτοχρόνως ότι είναι και αδικαιολόγητη. Υπήρχαν πολλοί λόγοι για να αγανακτεί κανείς και τώρα προστέθηκε η οικονομική κρίση. Υπάρχει φόβος, οικονομική ανασφάλεια, περιβάλλον επιβαρυμένο, ένα κράτος που αδυνατούσε και αδυνατεί να δώσει τις στοιχειώδεις υπηρεσίες στους πολίτες κ. λπ. Το πρόβλημα είναι ότι η αγανάκτηση για τα φαινόμενα διαστρέφεται όταν νοηματοδοτούνται οι πηγές αυτών των προβλημάτων. Κάποιοι κουρσεύουν τη διαμαρτυρία, στη διαδικασία εξήγησής της: τη στρίβουν, τη στριφογυρίζουν, και τελικώς την αντιστρέφουν αντί να την εξηγήσουν. Δηλαδή η οικονομική ανασφάλεια, που δικαιολογημένα νιώθουν πολλοί και πάνε στις πλατείες, δεν οφείλεται στο λίγο κράτος· είναι αποτέλεσμα της υπερδιόγκωσής του.
Εδώ όμως γεννάται ένα πρόβλημα. Πώς νοηματοδοτείται χωρίς να κουρσευτεί η αγανάκτηση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων ολόκληρου του πολιτικού φάσματος; Με το σύνθημα «άλλοι μας πίνουν το αίμα και όχι τα κουνούπια» συμφωνούν πιθανότατα όλοι. Αλλά πώς συγκεράζεται το «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» που διατύπωσε ο «Αντώνης της Πλατείας», σύμφωνα με ένα βίντεο που κυκλοφορεί σε ακροδεξιούς δικτυακούς τόπους με το «α και ου γ... το ΔΝΤ»; Υπάρχει περίπτωση να δούμε κοινή διακήρυξη Αλαβάνου - Ανθιμου Θεσσαλονίκης, ο οποίος επίσης τάχθηκε υπέρ των αγανακτισμένων; Πώς θα ενοποιηθούν οι εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις;

Συμβιβασμός και πολιτική
Ενας τρόπος είναι διά των συνελεύσεων που ξεκίνησαν να γίνονται, αν φυσικά δεν καπελωθούν. Εκεί θα συζητηθούν όλα, θα ακουστούν οι διαφορετικές απόψεις, θα γίνει η σύνθεσή τους και στο τέλος θα υπάρξει ένα ενιαίο κείμενο θέσεων. Αυτό όμως προϋποθέτει διαδικασίες και ανοχή στη διαφορετική άποψη, ακόμη και αν είναι ακριβώς αντίθετη. Το τελικό κείμενο, ως απόρροια συμβιβασμών, τελικώς δεν θα εκφράζει κανέναν συγκεκριμένα. Επιπλέον η διαδικασία αυτή, όπως και να την ονομάσουμε, είναι πολιτική. Μια μάζωξη ανθρώπων που συζητάνε διαφορετικές απόψεις, και αντί να σφάζονται, συμβιβάζονται. Είναι η πολιτική που απεχθάνονται οι συγκεντρωμένοι. Προϋποθέτει εκτός από «α» και «ου» παιδεία, και δη πολιτική. Πρέπει οι συμμετέχοντες να κατανοούν και να σέβονται τους κανόνες του παιχνιδιού. Ασχετα αν έχουμε επαναστατικά υποκείμενα στις πλατείες, η διαδικασία είναι της κατασυκοφαντημένης αστικής δημοκρατίας· είναι μια μορφή κοινοβουλίου, αυτού που μουτζώνουν οι διαμαρτυρόμενοι. Πιθανώς οι λαϊκές συνελεύσεις να έχουν πιο ρηξικέλευθα πολιτικά αποτελέσματα από εκείνα που παράγει η πολιτική γραφειοκρατία στο κοινοβούλιο, αλλά πάλι προϋποτίθενται οι συμβιβασμοί και ο σεβασμός της πλειοψηφίας. Αλλιώς το κίνημα των «αγανακτισμένων» θα διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη και διάφοροι θα το εκμεταλλεύονται για να κάνουν το κομμάτι τους στο κοινοβούλιο. Ηδη ο κ. Τσίπρας βλέπει στις πλατείες τη δικαίωση των απόψεών του. Λογικώς όλοι θα βλέπουν κάτι δικό τους στις πλατείες, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει -προς το παρόν τουλάχιστον- κάτι συγκεκριμένο στις πλατείες.
Το πρόβλημα του κ. Πάγκαλου είναι ότι χρησιμοποιεί λαμπερά επίθετα που πολλές φορές κρύβουν τα ουσιαστικά. Στη συνέντευξή του, όπου υπήρχε ο φανταχτερός όρος περί «μόδας νέων τεχνολογιών», υπήρχε μια σοβαρή επισήμανση: «Τα εύκολα «όχι» πολλές φορές ενώνουν πιο άνετα απ’ ό, τι τα πολύ πιο δύσκολα «ναι»... Πολιτικό κίνημα θα σχηματιστεί όταν στα πανό δεν βλέπουμε μια διαρκή άρνηση, όπου τεράστια «όχι» δεσπόζουν και καταπίνουν τα πάντα, αλλά όταν δούμε μια ιδέα για την οποία αξίζει κάποιος να κάνει θυσίες». («Το Εθνος της Κυριακής», 29.05.2011) Εχει δίκιο. Δεν αρκεί να μαζεύονται χιλιάδες άνθρωποι στις πλατείες και να εκτονώνονται με «α» και «ου». Χρειάζεται διαρκής συμμετοχή, η οποία προϋποθέτει διάβασμα, ανταλλαγή απόψεων, θυσία χρόνου. Θα τη δούμε;

Συνέχεια του «Δεκέμβρη» με άλλα μέσα
Από μια άποψη οι συγκεντρώσεις των αγανακτισμένων είναι η συνέχεια του «Δεκέμβρη» με άλλα μέσα. Αν ξεχάσουμε τη φόρμα της διαμαρτυρίας -τον Δεκέμβριο του 2008 είχαμε βία και καταστροφές- θα βρούμε ένα κοινό χαρακτηριστικό. Μια συναισθηματική έκρηξη (οργή τότε, αγανάκτηση τώρα) χωρίς συγκεκριμένο πρόταγμα. Και στις δύο περιστάσεις υπάρχει μόνο η άρνηση του υπάρχοντος, η αίσθηση ότι πρέπει να αλλάξουν όλα, χωρίς όμως να ιεραρχούνται οι αλλαγές, έστω χρονικά. Ποια αλλαγή προηγείται και ποια έπεται;
Αυτού του τύπου οι διαμαρτυρίες είναι η χαρά της μετανεωτερικότητας. Οι ιεραρχήσεις, οι διαδικασίες νομιμοποίησής τους κ. λπ. ανήκουν στη σφαίρα της νεωτερικότητας.
Οι μάζες νομιμοποιούν διά κάποιας διαδικασίας κάποιους να τους αντιπροσωπεύουν ώστε να επιτευχθούν κάποια αποτελέσματα. Στον μεταμοντέρνο κόσμο όλα είναι χύμα και όλα είναι ίδια. Ακόμη και το ψέμα έχει ίδιο βάθος με την αλήθεια, αφού είναι «συμβάν», παράγει κάποιο απροσδιόριστο εκ των προτέρων αποτέλεσμα. Δεν αναφερόμαστε μόνο στον αστικό μύθο περί του ισπανικού συνθήματος «Σσσς, κάντε ησυχία, κοιμούνται οι Ελληνες». Σε κάθε διαδήλωση κυκλοφορεί ένα πανό συμπαράστασης από τους Ισπανούς Αγανακτισμένους. Είναι πραγματικά των Ισπανών; Εχουν αντιπροσώπους εδώ; Είναι διεθνιστικό το κίνημα; Κανένας δεν νοιάζεται για την αλήθεια, αρκεί που υπάρχουν «συμβάντα».
Ο υπαρκτός μεταμοντερνισμός, παράγει νέα πανό, αυτή τη φορά στα γαλλικά και στα ιταλικά. «Σσσς, κάντε ησυχία, κοιμούνται οι Γάλλοι/Ιταλοί». Δεν ασχολείται με το αρχικό ψεύδος. Το αναπαράγει σαν να ήταν αλήθεια.
Το πρόβλημα με τη μετανεωτερικότητα είναι ότι παράγει «συμβάντα», αλλά όχι αποτελέσματα. Τα τελευταία χρειάζονται τις συμβάσεις της νεωτερικότητας: ιεράρχηση στόχων, νομιμοποίηση μέσων, διαδικασίες λήψης αποφάσεων, σεβασμό αυτών των αποφάσεων. Είναι η παλιά καλή πολιτική, που όμως αρνούνται οι Αγανακτισμένοι.
Επομένως αν η διαμαρτυρία δεν καπελωθεί από τη γνωστή αριστερά, που τρέχει ασθμαίνουσα να υιοθετήσει κάθε διαμαρτυρία, το καλύτερο που πρέπει να περιμένουμε είναι η ανανέωση της πολιτικής διαδικασίας με νέες φωνές, να εμπλουτιστεί η πολιτική από νέα αιτήματα.
Αυτό όμως προϋποθέτει πιο ενεργή συμμετοχή. Ισως όχι στους υπάρχοντες κομματικούς χώρους, αλλά σε νέους. Αλλά γι’ αυτό έχουμε πολύ δρόμο ακόμη.

Διαβάστε
- Κορνήλιος Καστοριάδης, «Το επαναστατικό πρόβλημα σήμερα», εκδ. Ύψιλον.
- Κορνήλιος Καστοριάδης, «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας», εκδ. Ράππα.

Πηγή: εφημερίδα «Καθημερινή», 5 Ιουνίου 2011
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_05/06/2011_1295440




Δ.
Αποκαλύψεις της κρίσης
Άγγελος Στάγκος


Η οικονομική κρίση δεν έφερε μόνο την οικονομική δυσπραγία στη χώρα. Απέδειξε κατά τρόπο αναμφισβήτητο πόσο κούφιο ήταν ένα κυριολεκτικά άδειο πουκάμισο, το μοντέλο της λεγόμενης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης που ακολουθούσαμε, αλλά ταυτόχρονα αποκάλυψε και αρκετά χαρακτηριστικά της... ελληνικής πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που κανονικά και αντικειμενικά δεν είναι διατηρήσιμη, αλλά αν παρ’ ελπίδα επικρατήσουν οι πολλοί που νομίζουν ότι πρέπει να διατηρηθεί, θα μας οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε μία χαώδη κατάσταση που θα θυμίζει ζούγκλα.
Η πραγματικότητα, λοιπόν, ήταν ότι και πριν από την κρίση η Ελλάδα δεν είχε κρατική μηχανή. Δεν είχε συντεταγμένη κοινωνία και η αίσθηση κοινωνικής ευθύνης ήταν περιορισμένη. Ηταν ουσιαστικά μία άνομη πολιτεία. Η διαφθορά και η μετριότητα καθόριζαν τα πάντα. Η παιδεία αντικαταστάθηκε από την παραπαιδεία και υπήρχε ως θεσμός μόνο κατ’ όνομα. Η πραγματική παραγωγή είχε εγκαταλειφθεί και αντικατασταθεί με πλαστά πιστοποιητικά και αεριτζίδικες μπίζνες. Η λεγόμενη ηγετική τάξη σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς ήταν μικρή και σε μεγάλο ποσοστό χαμηλών δυνατοτήτων. Ο επαρχιωτισμός ήταν ανέκαθεν βασικότατο συστατικό της κοινωνικής φυσιογνωμίας, ενώ τα τελευταία χρόνια προστέθηκε σαν κυρίαρχο χαρακτηριστικό και η βία (ξεκινά από τον φραστικό «τσαμπουκά»), η οποία κλιμακώνεται συνεχώς σε όλες τις μορφές της, από τον προπηλακισμό ώς τον χουλιγκανισμό και ώς την εγκληματικότητα.
Δυστυχώς, αυτή ήταν η Ελλάδα μας και δυστυχέστατα, εξακολουθεί να είναι. Δεν τα βλέπαμε ή δεν θέλαμε να τα δούμε όλα αυτά, γιατί ήταν πασπαλισμένα με χρυσόσκονη αγορασμένη με κοινοτικές επιδοτήσεις και δάνεια, αλλά ουσιαστικά πάντα υπήρχαν. Πολλοί ίσως θεωρήσουν υπερβολικό τον ισχυρισμό, αν όμως ψάξουν με ειλικρίνεια και αναλογισθούν με κάποια διεισδυτικότητα την πορεία της χώρας εδώ και περίπου πενήντα χρόνια, θα δεχθούν την αλήθεια. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Τα φαινόμενα που βλέπουμε και ζούμε το αποδεικνύουν καθημερινά, ενώ ο λαϊκισμός δεν είναι πια απλά τρόπος σκέψης και έκφρασης, αλλά τρόπος ζωής. Οσοι προσπαθούν να σκέπτονται κάπως ορθολογιστικά και αντιδρούν ακόμη στον λαϊκισμό, αποτελούν οικτρή μειοψηφία. Το κίνημα των «Αγανακτισμένων», που τόσο αβασάνιστα υμνείται από μίντια και δημοσιολογούντες (περιλαμβάνονται και δημοσιογράφοι σε αυτούς), ή οι «ανατρεπτικές» συνάξεις που οργανώνουν στα προπύλαια του Πανεπιστημίου καθηγητές και καλλιτέχνες που αναζητούν ηγετικό ρόλο στη δημόσια ζωή, αποτελούν... ανώτατα στάδια λαϊκισμού.
Ειδικά αυτό που ονομάστηκε κίνημα των «Αγανακτισμένων», το πρωί αποτελείται σε μεγάλο ποσοστό από δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι βρίσκουν άλλη μία ευκαιρία να την... «κοπανήσουν» από την υπηρεσία τους για να σουλατσάρουν στο Σύνταγμα, ενώ το απόγευμα από ένα ετερόκλητο πλήθος διαφόρων επιδιώξεων, όχι κατ’ ανάγκην υπαγορευμένων από τη σημαντικότατη υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου πολλών συμπολιτών. Πρόκειται για μία ιδέα που δεν γεννήθηκε εδώ. Την κάναμε εισαγωγή από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από την Ισπανία. Φυσικά, εφαρμόζεται «α λα γκρέκα», χωρίς πρωτότυπα συνθήματα, δίχως πολιτική ευαισθησία, αντιαισθητικά, με πλήρη έλλειψη φαντασίας, αλλά υπέρ του μοντέλου που μας έφτασε στην χρεοκοπία. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα σε ελάχιστο διάστημα το «κίνημα» εκφυλίστηκε σε «χουλιγκανικές» και οχλοκρατικές εκδηλώσεις στην Αθήνα, στην Κέρκυρα, στην Αργυρούπολη και αλλού, όπως ακριβώς γινόταν και πριν από μερικούς μήνες.
Αν όμως αυτή είναι η εικόνα της Ελλάδας και της ελληνικής κοινωνίας, αρκούν οι διαπιστώσεις; Ασφαλώς και δεν αρκούν. Υπάρχει τότε περίπτωση να διορθωθεί από μέσα η κατάσταση, με δεδομένη τη νοοτροπία που επικρατεί και την ανομία που βασιλεύει; Οχι, βέβαια. Εκείνο όμως που μπορεί να γίνει είναι το ξαναχτίσιμο της χώρας, με πίεση και βοήθεια των Ευρωπαίων, αλλά και με συνεχή πιεστική ενεργοποίηση των πολιτών που προσβλέπουν στη Δύση, επιμένουν να σκέπτονται και να λειτουργούν επί τη βάσει της λογικής και δεν θέλουν να συμπαρασυρθουν στον όλεθρο στον οποίο μας οδηγεί η διατήρηση της... ελληνικής πραγματικότητας. Γι’ αυτό, πρώτος στόχος είναι η παραμονή στην Ευρωζώνη.

Πηγή: εφημερίδα «Καθημερινή», 5 Ιουνίου 2011
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_2_05/06/2011_1295434




Ε.
Έχεις ευθύνη!
Κυριακή, 5 Ιουνίου 2011


Οι μαζικές σχέσεις καταργούν την προσωπική ευθύνη και κατά συνέπεια και τη σχετική με αυτές δράση, με άλλα λόγια, χωρίς προσωπική ευθύνη, κανείς δεν έχει κάποιο κίνητρο για συλλογικές μη άμεσα ιδιοτελείς δράσεις. Μια απόδειξη αυτού του φαινομένου, γνωστού και ως «επίδραση των παρισταμένων», παρέχεται από το διάσημο πείραμα των Darley και Latane, που διενεργήθηκε το 1968. Η αρχική υπόθεση ήταν ότι σε μια περίσταση που απαιτεί την άμεση δράση κάποιου(ων), όσο ο αριθμός των παρισταμένων σε αυτήν αυξάνεται, είναι λιγότερο πιθανό κάποιος να αποφασίσει να παρέμβει ή ο χρόνος μέχρι να το κάνει αυξάνεται σημαντικά.
Στο πείραμα, οι ψυχολόγοι αυτοί υπέβαλλαν τους μισούς εθελοντές συμμετέχοντες στη δοκιμασία να συνομιλήσουν με κάποιον από ένα διπλανό δωμάτιο, χωρίς να τον βλέπουν, για κάποιοι θέμα που προκαλεί αμηχανία (π.χ. το μέγεθος των γεννητικών οργάνων), έτσι ώστε οι συμμετέχοντες να μην επιθυμούν καταρχήν να γνωριστούν με το συνομιλητή τους. Όμως, χωρίς να έχουν προειδοποιηθεί, ο συνομιλητής τους ξαφνικά υποκρινόταν ότι πάθαινε μια κρίση επιληψίας και λιποθυμούσε μόνος του στο άλλο δωμάτιο. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εθελοντών έσπευδαν τότε να βοηθήσουν παρακάμπτοντας την αμηχανία τους.
Στη συνέχεια, χώρισαν τους άλλους μισούς συμμετέχοντες σε ομάδες των 2-4 και τους υπέβαλλαν στην ίδια δοκιμασία. Όπως αναμενόταν, η παρουσία άλλων παρευρισκομένων μείωσε την ταχύτητά παρέμβασης του καθενός. Αν και η αδράνεια στην καθημερινή ζωή δικαιολογείται συχνά μέσω της απάθειας, της αποξένωσης ή της ανωνυμίας, τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι η εξήγηση μπορεί να βρίσκεται απλά στην παρουσία των άλλων, δηλαδή στη διάχυση της ευθύνης.
Εύκολα συνάγεται ότι σε μια περίπτωση επείγουσας εθνικής ανάγκης, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα, η διάχυση της ευθύνης μάς κάνει παθητικούς παρατηρητές των γεγονότων και πολύ λιγότερο ενεργητικούς παίκτες. Εδώ μπορεί άλλωστε να προστεθεί και η μακρά μεταπολιτευτική παράδοση της βολικής μετάθεσης της προσωπικής ευθύνης μας έναντι της πατρίδας στην «πολιτική», την οποία όμως οι ίδιοι όλο και περισσότερο αποποιούμαστε, καθώς η άσκησή της μπορεί να έχει σημαντικό ατομικό κόστος. Κατά συνέπεια, η πολιτική τείνει να αναλαμβάνεται από αυτούς –τους επαγγελματίες πολιτικούς- που μπορούν να αντισταθμίσουν το παραπάνω κόστος μέσα από την εισαγωγή ιδιοτελών σκοπών στην άσκησή της, όχι κατ’ ανάγκην τον πλουτισμό και την κομματοκρατία (που σίγουρα αποτέλεσε το κύριο κίνητρο), αλλά έστω και οπωσδήποτε το ναρκισσισμό τους (σας διαβεβαιώνω ότι ένας νάρκισσος θα ήταν ανάμεσα στους τελευταίους τύπους προσωπικότητας ανθρώπου από τον οποίο θα επιθυμούσατε να εξαρτάται η σωτηρία σας).
Οι τελευταίοι και μειοψηφούντες υπεύθυνοι και ηθικά υποκινούμενοι εναπονείναντες πολιτικοί, θα διαθέτουν έτσι πάντα στην πράξη πολύ λιγότερη επιθυμία αλλά και δυνατότητα να επικρατήσουν και να διαμορφώσουν την κυρίαρχη ελίτ. Έτσι, αν η ευθύνη δεν αναληφθεί τελικά ούτε από το μεμονωμένο πολίτη αλλά ούτε και από τον πολιτικό, οι εξελίξεις θα αφεθούν στην τύχη τους, η οποία καθορίζεται βεβαίως από τις αποφάσεις άλλων, με τα δικά τους καταρχήν ιδιοτελή κριτήρια, κάτι που είναι κατανοητό.
(Στην πλατεία Συντάγματος, κάποιο παιδί τάιζε προχτές τα περιστέρια. Παρατηρούσα λοιπόν ότι ανάμεσα στα φιλονικούντα σμήνη των περιστεριών, που και που παρείσφρυε έντεχνα και ένα σπουργίτι που κατάφερνε να κλέψει ένα μεγάλο ψίχουλο και να πετάξει μακριά.) Όσοι ελπίζουν ότι θα επιβιώσουν των εξελίξεων πολιτικά, κοινωνικά ή και φυσικά, φιλοδοξούν βέβαια να υποκλέψουν κανένα ψιχουλάκι, κάτι που είναι επίσης κατανοητό. Εμείς, όσοι την ταυτότητα και την ύπαρξή μας τις καθορίζει η διαφορά μας από όλους αυτούς, τι θα κάνουμε; Σας παραπέμπω στον τίτλο.

Πηγή: «To blog - ks», 5 Ιουνίου 2011
http://konstantin.capitalblogs.gr/showArticle.asp?id=31866&blid=496




Στ.
Μας κακομάθατε κ. πρέσβη!

Η προσπάθεια μεταφοράς της δημοκρατικής διαβούλευσης από το διαδίκτυο και τα περιθωριακά ΜΜΕ στην πλατεία, αφού στην κοινοβουλευτική δημοκρατία μας δεν ευδοκίμησε, είναι στη σωστή κατεύθυνση, αυτή της επιστροφής μας σε περισσότερη συλλογικότητα και ευθύνη στην καθημερινή ζωή μας, παρά τους κινδύνους να στρίψουμε κάπου λάθος ή την πιθανότητα να έχουμε χάσει οριστικά το μίτο της επιστροφής. Θα είναι, σε κάθε περίπτωση, μια ολική επαναφορά της «διαδικασίας», ασχέτως του «περιεχομένου» που άμεσα θα λάβει.
Είναι γεγονός όμως ότι στο κίνημα της πλατείας είναι αναπόφευκτο ο καθένας μας να προβάλλει τη δική του οπτική γωνία δυσφορίας, που κάτω από την ομπρέλα της αγανάκτησης μπορεί να περικλείει το αίσθημα αδικίας, τη φτώχια, την επαπειλούμενη φτώχια, το αίσθημα παραμέλησης και περιφρόνησης, την οργή για την απόδοση ευθυνών και ενοχών εκεί που δεν ανήκουν και ό,τι άλλο.
Όπως φαίνεται, κεντρικό σύνθημα των συγκεντρώσεων είναι το «έξω το μνημόνιο», ενώ η άλλη πλευρά, η «ρεαλιστική», σπεύδει να νουθετήσει, με ικανά επιχειρήματα, όσους διαμαρτύρονται, σχετικά με το αναπόφευκτο της χρεοκοπίας και της κεραυνοβόλου φτώχιας, σε κάθε περίπτωση αποτυχίας του μνημονίου. Επιχειρείται όμως εδώ ένα λογικό άλμα, με την ανάδειξη των μνημονιακών Ευρωπαίων, αλλά και ακόμη πιο πρόχειρα, των ξενοφοβικών ή έστω σκεπτόμενων την τσέπη τους απλών Ευρωπαίων πολιτών, ως μόνων διαθέσιμων σωτήρων της Ελλάδας και θεωρείται πως κάθε προσπάθεια διάσωσης εξ ορισμού θα είναι μη ελληνικής προέλευσης, ενώ από την άλλη, η παρακμή ταυτίζεται με καθετί το ελληνικό και δεν αφήνεται καθόλου χώρος για κάποια ελληνικής προέλευσης αντιπαρακμιακή δράση. Αμφότερα τα παραπάνω δεν τεκμαίρονται.
Ασχέτως όμως των παραπάνω, η Τρόικα και οι εδώ εκπρόσωποι της, όπως de facto αυτοπροσδιορίζονται, θα όφειλαν να αποδεχτούν, τους αρέσει ή όχι, ότι αν έστω το νέο μνημόνιο πρόκειται να γίνει αποδεκτό, αυτό οφείλει να συμβεί μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, αλλιώς ο ρόλος τους είναι εθνικά κηδεμονευτικός έως κατοχικός (και για τους εγχώριους προδοτικός). Ξεχνούν έτσι τη δημοκρατική νομιμοποίηση αυτής της κυβέρνησης, που εμφανώς καταργήθηκε σύντομα μετα την κατάρρευση του «λεφτά υπάρχουν».
Και αν συνιστά παρέμβαση στα εσωτερικά μας εκ μέρους της Τρόικας η απαίτηση δεσμεύσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η εισαγωγή επιτρόπων στα υπουργεία, που όμως συζητούνται στα σοβαρά, δεν βλέπω γιατί, αδιαφορώντας για το κοινό περί δικαίου αίσθημα του λαού δεν κατάφερε να υπάρξει από την Τρόικα μέχρι σήμερα προς την κυβέρνηση καμία αντίστοιχη απαίτηση προς την άλλη πλευρά: ένας εκβιασμός ως προς το να μπουν φυλακή οι κλέφτες δημοσίου χρήματος, να πληρώνουν τους φόρους τους οι φοροφυγάδες, συμπεριλαμβανομένων και των πολυεθνικών, να μικρύνει ο δημόσιος τομέας στο απολύτως λειτουργικό και εθνικά συμφερτικότερο μέγεθός του ή στο να σκεφτεί αυτή η χώρα σοβαρά τις προοπτικές ανάπτυξής της για την επόμενη του μνημονίου ημέρα.
Μόνο μια εξήγηση υπάρχει για αυτή την πρωτοφανή μονόπλευρη χειραγώγηση και την συνεπακόλουθη έκπτωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, για την οποία θρηνούν όσοι αντιτίθενται στο κίνημα των πλατειών: Θεωρούν τη δημοκρατία αλλά και τις άλλες ανάγκες του Έλληνα μια περιττή πολυτέλεια στην παρούσα φάση, στην οποία έχει κακομάθει! Δεδομένης της ποιότητας της επικοινωνιακής μη κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που είχαμε και των αποτελεσμάτων της, αυτό θα ήταν κατανοητό. Ας μας το δηλώσουν όμως έστω ανοιχτά, χωρίς υπεκφυγές, εάν βεβαίως έχουν την αντίστοιχη τέτοια τεκμηρίωση, αναλαμβάνοντας την ευθύνη τόσο για το παρόν αλλά και για τους πιθανούς ασκούς του Αιόλου που ανοίγουν για το μέλλον ή που ήδη άνοιξαν. Ποιος έχει και θα έχει, δηλαδή, την αρμοδιότητα να κρίνει το πότε εφαρμόζεται το «ανάγκα και θεοί πείθονται»;
Όσο μάλιστα οι εκλογές και εν γένει η γνώμη του λαού θεωρούνται ισοδύναμα της εθνικής καταστροφής, μέσω των συνεχών εκβιασμών περί χρεοκοπίας, δημοκρατία στην Ελλάδα δεν θα υπάρχει, οπότε και άδικα έως υποκριτικά την κλαίνε κάποιοι.
Τα χειρότερα φυσικά έπονται. Κανένα «μνημόνιο», όσο αυτονόητο και αν θα μπορούσε να είναι, δεν θα έχει μακροπρόθεσμα επιτυχία εάν δεν εξασφαλιστεί η συναίνεση περί αυτού. Κολοβωμένο έτσι από έλλειψη νομιμοποίησης είναι θέμα χρόνου να καταρρεύσει ακόμη και το πλέον πατριωτικό σχέδιο. Μια τέτοια κατάρρευση όμως θα ήταν πολυ καλύτερα να γίνει μια ώρα αρχύτερα, πριν την πλήρη εξαθλίωση και όσο διασώζονται κάποια αποθέματα ελπίδας στις δημοκρατικές διαδικασίες.
Το αυθόρμητο κίνημα των πλατειών είναι σίγουρα τουλάχιστον μια ελπίδα για τη διάσωση της συλλογικής δράσης στον τόπο μας και ως τέτοια οφείλουμε να την υποδαυλίσουμε. Τίποτα χειρότερο δεν υπάρχει για να φοβηθούμε, αφού αρκεί να φανταστείτε πόσα θα κάνει εναντίον της δημοκρατίας η επόμενη κυβέρνηση, αν η σημερινή επιβιώσει ατσαλάκωτη μέχρι να αποφασίσει η ίδια τις εκλογές, μετά από την πρωτοφανή στα χρονικά απάτη του «λεφτά υπάρχουν». Αν μας λένε κάποιοι ότι «οι εκλογές σήμερα απειλούν τη χώρα» (δια της πτώχευσης), τότε έχουμε πλησιάσει πολύ κοντά στο να καταργηθούν σύντομα, όσο και αν αυτό δεν διατυπώνεται έτσι. Η πνιγμένη δημοκρατία ας πιαστεί λοιπόν από τα μαλλιά της. Αν κάτι έχω μάθει βέβαια, είναι να μην παραμυθιάζομαι και το έχω υποσχεθεί και στον εαυτό μου, όπως και πολλοί άλλοι φαντάζομαι.
Τι πρέπει να κάνουν λοιπόν οι εναπομείναντες υπεύθυνοι ή έστω αυτοί που φοβούνται τα χειρότερα για την κεφαλή τους βουλευτές; Αν θέλουν να δράσουν κοινοβουλευτικά, καθώς ανησυχούν μήπως το κοινοβούλιο καταργηθεί από το κίνημα της πλατείας, μάλλον να παραιτηθούν και να προκαλέσουν έτσι εκλογές. Να πάρουν θέση εκεί τα κόμματα και οι βουλευτές και να αναλάβουν τις ευθύνες τους, που έχουν να κάνουν καταρχήν με την ειλικρινή περιγραφή της κατάστασης. Να τεθεί επίσημα και θεσμικά και το ζήτημα της συνταγματικής εθνοσυνέλευσης που θα εισάγει θεσμούς αμεσότερης δημοκρατίας. Να πάψουν έτσι να προκαλούν την έξοδο των πολιτών στις πλατείες προς προστασία του δικαιώματος τους να ακουστούν.
Οι θυσίες σε όλα τα επίπεδα, που είναι προφανώς αναγκαίες, είναι αδύνατο να περάσουν επειδή μερικοί μας νουθετούν σχετικά. Μόνο αν ψηλαφίσεις μόνος σου το βάθος της αλήθειας υπάρχει πιθανότητα να πειστείς και να αναλάβεις ευθύνη, απαιτώντας φυσικά την ισότιμη κατανομή της, κάτι που θα ξεβόλευε πολλούς και δυστυχώς ακόμη ισχυρούς. Αλλιώς, η κάθε θυσία θα ακολουθεί τις εξελίξεις και δεν θα προηγείται αυτών, σε μια διαρκή καθοδική πορεία χωρίς τέλος.

Πηγή: «To blog - ks», 6 Ιουνίου 2011
http://konstantin.capitalblogs.gr/listArticles.asp?blid=496




Ζ.
Το πλήθος της πλατείας, ο Παπανδρέου και το ρίσκο
Αντώνης Καρακούσης


Η πλατεία όντως ήταν γεμάτη, τα συνθήματα πολλά και διαφορετικά και το κυριότερο η διάθεση καταδικαστική όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά και για κάθε τι που θυμίζει ή ενσαρκώνει το τρέχον πολιτικό, οικονομικό και μιντιακό σύστημα.
Οσοι κυκλοφόρησαν ανάμεσα στο πλήθος ένοιωσαν ακριβώς διάχυτη αυτή τη διάθεση καταδίκης και αντίδρασης.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η πανσπερμία του πλήθους έχει βγάλει πόρισμα, θεωρεί ότι το τρέχον πολιτικό σύστημα δεν υπάρχει στη συνείδηση των πολιτών που διαδηλώνουν, είναι ένα νεκρό, απονομιμοποιημένο, σύστημα.
Ο ανεξάρτητος παρατηρητής αισθάνεται αμέσως την απόσταση, καταλαβαίνει ότι οι αγανακτισμένοι πολίτες δεν αφήνουν καμία δίοδο επαφής με το υπάρχον πολιτικό σύστημα, το οποίο θεωρούν υπεύθυνο για τα δεινά που υφίστανται.
Αυτή ήταν χθες η κατάσταση στην πλατεία Συντάγματος, την οποία προφανώς δεν γίνεται να αγνοήσουν τα κόμματα και ιδιαιτέρως οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις των προηγούμενων τριών δεκαετιών.
Και μπορεί να πει κανείς ότι η κυβέρνηση είναι θορυβημένη. Στους κόλπους της αναπτύσσονται διάφορες θεωρίες και εκδοχές.
Ορισμένοι μάλιστα μιλάνε ανοήτως για προσπάθεια ενσωμάτωσης της αντίδρασης, μη αντιλαμβανόμενοι προφανώς ότι η αντίδραση είναι προσωποποιημένη, έχει στόχο τους ίδιους.
Είναι φανερό ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει και τέλος πάντων δεν είναι αυτό το θέμα.
Αλλού είναι το πρόβλημα.
Το μεγάλο και εμφανώς ετερογενές πλήθος των αγανακτισμένων πολιτών απορρίπτει μεν την τρέχουσα πολιτική εξουσία, αλλά διάδοχο σχήμα δεν έχει αναδείξει, ούτε πρόταση ολοκληρωμένη έχει διαμορφώσει.
Μπορεί να πει κανείς ότι εξελίσσεται ένα μαζικό κίνημα κατά των πολιτικών, που για την ώρα όμως δεν δείχνει ικανό να δώσει και απαντήσεις διεξόδου στο πρόβλημα της χώρας και της οικονομίας.
Ωστόσο κι έτσι αδιαμόρφωτο όπως είναι ασκεί και κατά τα φαινόμενα θα ασκήσει έντονη την επιρροή του στις πολιτικές εξελίξεις.
Κατ’ ορισμένους μάλιστα θα τις προσδιορίσει. Το πιθανότερο είναι να τις επιταχύνει, στον βαθμό που η κυβέρνηση δεν αντέξει την πίεση και τα στελέχη της αρχίζουν να πηδάνε από το βυθιζόμενο πλοίο.
Η αλήθεια είναι βεβαίως ότι το πρόβλημα της χώρας και της οικονομίας θα παραμένει άλυτο και έντονο, πιθανώς επιδεινούμενο γιατί όταν θα έχουν χαθεί οι σταθερές τα πάντα θα τελούν σε κατάσταση αναστολής, αδράνειας ή απόρριψης.
Αν υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου παραλύσει τις επόμενες μέρες και δεν μπορέσει να ψηφίσει κι αργότερα να εφαρμόσει τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, τότε προφανώς τα λεφτά δεν θα προσφερθούν και το αδιέξοδο θα αναδειχθεί πλήρες.
Στην περίπτωση αυτή οι συνέπειες και οι εξελίξεις θα είναι ταχύτατες και τα γεγονότα κατακλυσμιαία. Το χάος θα επέλθει ας μην έχουμε αμφιβολίες. Και προφανέστατα θα χρειασθεί μια νέα σταθεροποιητική πολιτική δύναμη, ικανή να ανταποκριθεί σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης.Η οποία για την ώρα δεν υπάρχει.
Πολλοί πιθανώς θα σπεύσουν να πουν ότι η ‘’πλατεία’’ θα αναδείξει τους ηγέτες της, ωστόσο και η ‘’πλατεία ‘’ θα χρειασθεί νομιμοποίηση και όλα μαζί μπορεί να αποδειχθούν διπλά χαοτικά και σίγουρα στο βαθμό που θα μείνουν για καιρό αδιαμόρφωτα θα μεταφέρουν κόστος και βάρη απροσδιόριστα.
Τα οποία τελικώς μπορεί να είναι αυτά που θα διαμορφώσουν τις εξελίξεις. Και βεβαίως κανείς δεν δύναται να προβλέψει ότι θα είναι οι καλύτερες ή έστω πιο δημοκρατικές από τις παρούσες.
Πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος του ακραίου συντηρητισμού ή της συνταγματικής εκτροπής σε τέτοιες περιόδους μεγάλης αναταραχής και αναστάτωσης.
Με άλλα λόγια δεν υπάρχει επιλογή χωρίς ρίσκο στις παρούσες συνθήκες. Γι’ αυτό όλοι ας κάνουν δεύτερες και τρίτες σκέψεις, δεν βλάπτουν.

Πηγή: εφημερίδα «Το Βήμα», 6 Ιουνίου 2011
akarakousis@dolnet.gr
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=404968&wordsinarticle=%CE%B1%CE%B3%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CE%B9




Η.
Γνώμες
To κίνημα, οι Φράγκοι και ο αναμάρτητος λαός μας
Θανάσης Διαμαντόπουλος*


Είναι γεγονός πως η ανικανότητα, η απαξία και η ανεπάρκεια της πολιτικής τάξης διευκόλυνε την παραγωγή ενός κινήματος πεζοδρομιακού, μαζικού και δυναμικού. Ωστόσο, η στάση του επικοινωνιακού συστήματος της χώρας να εκθειάζει, να υμνολογεί και να δοξολογεί το μαζικό αυτό κίνημα της απόρριψης και του ΟΧΙ, το οποίο δεν προβάλλει καμία συγκροτημένη εναλλακτική πρόταση, σημαίνει ότι η επικοινωνιακή ολιγαρχία του τόπου δεν έχει τίποτε μάθει από την ατελεύτητη αλυσίδα λαθών της μεταπολίτευσης που μας οδήγησε ώς εδώ. Τι ακριβώς δεν κάνει το επικοινωνιακό σύστημα της χώρας; Πρώτον, δε λέει στους εξεγερμένους αγανακτισμένους ότι το δίλημμα δεν είναι να φύγουν οι πηγές της κακοδαιμονίας μας (τρόικα, χρέος, τις οποίες δεν μπορούμε να διώξουμε μονομερώς) αλλά να γίνει επιλογή επιστροφής στο παρελθόν: ή θα επιστρέψουμε στη μετεμφυλιακή δεκαετία του ‘50 της ελπιδοφόρας φτώχειας ή στο χειμώνα του 1941, οπότε το αίτημα των μισθωτών ήταν ο μισθός να καταβάλλεται δύο φορές την ημέρα, γιατί τα εκατομμύρια των πληθωριστικών δραχμών που έπαιρναν το πρωί έφταναν για ένα κουνουπίδι, το μεσημέρι όχι. Με άλλα λόγια, το δίλημμα είναι ή ένας εξαιρετικά επώδυνος ακρωτηριασμός ή η γενικευμένη σηψαιμία του κοινωνικού σώματος.
Το δεύτερο που δε λένε οι ολιγοκράτορες της επικοινωνίας είναι πως και η ελληνική κοινωνία (και όχι μόνο το πολιτικό σύστημα) έχει κι αυτή τις δικές της ευθύνες. Να θυμίσω τις μαζικές κινητοποιήσεις, οι οποίες ματαίωσαν την υπερψήφιση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου Γιαννίτση, με αποτέλεσμα να διατηρηθούν αδιανόητα προνόμια, αφού και σήμερα υπάρχουν συνταξιοδοτήσεις κυρίως στρατιωτικών πολύ κοντά στα 40, αλλά και θυγατέρων δημοσίων υπαλλήλων ανεξαρτήτως κοινωνικών κριτηρίων. Το τρίτο που δε λέγεται είναι πως η ασφαλώς επιθυμητή χαμηλή φορολογία δε θα είχε μόνο για μας μια αναπτυξιακή προοπτική, αλλά και για τους δανειστές μας. Επειδή, λοιπόν, δεν πρέπει να ομφαλοσκοπούμε, καλό είναι να γνωρίζουμε πως και οι ξένοι πολιτικοί πρέπει να δικαιολογούν στους εκλογείς τους την επιβολή νέων φόρων για χρηματοδότηση των δικών μας ελλειμμάτων.
Τέλος δε, αυτό το οποίο όλοι φοβούνται, κανείς όμως δεν επισημαίνει, είναι πως αυτό το αυθόρμητο πεζοδρομιακό κίνημα δεν μπορεί επ’ άπειρον να κρατήσει το σημερινό του χαρακτήρα. Εφόσον συνεχιστεί βασιζόμενο σε μία λογική ότι για όλα φταίνε οι Φράγκοι, οι πολιτικοί και γενικά οι πάντες εκτός από τον αναμάρτητο λαό μας, τότε αναπόφευκτα ή θα οδηγήσει σε βίαιες εκτροπές ή θα απορροφηθεί από κάποιον πολιτικό τυχοδιώκτη.

* Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», 5 Ιουνίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=96138




Θ.
Γνώμες
Μη προνομιούχοι το 1981, αγανακτισμένοι το 2011;
Δημοσθένης Δώδος


«Τετάρτη 29 Αυγούστου, στις 7 το απόγευμα. Στην πλατεία Συντάγματος και σε κάθε κεντρική πλατεία κάθε πόλης σε ολόκληρη τη χώρα. Φορώντας μαύρα. Αποδοκιμάζουμε το αίσχος χωρίς πολύχρωμες σημαίες. Πενθούμε για την απώλεια των συνανθρώπων μας χωρίς να συνδέουμε την πρωτοφανή καταστροφή με προεκλογικές σκοπιμότητες. Δίνουμε το «παρών» και στεκόμαστε απειλητικά απέναντι σε οποιονδήποτε επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί την τραγωδία για οποιοδήποτε όφελος. ΤΟ ΠΟΤΗΡΙ ΞΕΧΕΙΛΙΣΕ».
Το μήνυμα αυτό αναρτήθηκε σε δεκάδες blogs, στάλθηκε με χιλιάδες sms και τα δελτία των 8 έλεγαν ότι «κάτι φαίνεται να αλλάζει». Μετά ήρθαν τα τριχίλιαρα σε όποιον δήλωνε πυρόπληκτος και μετά οι εκλογές…
Σήμερα, τα δελτία των 8 –μετά από έναν πρώτο δισταγμό- μας λένε πάλι ότι κάτι αλλάζει.
Πολλές χιλιάδες ανθρώπων συγκεντρώθηκαν στα Προπύλαια για να ακούσουν τον Μίκη και τον καθηγητή Κασιμάτη. Ομως να ακούσουν τι, από δύο ανθρώπους, οι οποίοι ήταν σε καίριες θέσεις ευθύνης όταν συσσωρευόταν το χρέος;
Ο ένας υπουργός Επικρατείας, ο άλλος νομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού, μετά στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην περιώνυμη «Κτηματολόγιο ΑΕ».
Ή ήξεραν και δε μίλησαν, ή δεν κατάλαβαν το πάρτι που γινόταν μπρος στα μάτια τους.
Στην πλατεία Συντάγματος, κυρίως, μαζεύονται χιλιάδες άνθρωποι, αγανακτισμένοι. Aλλοι συζητούν για το πρόβλημα του χρέους και το πώς θα το αντιμετωπίσει η κοινωνία μας, άλλοι απλώς μουντζώνουν και βρίζουν.
Ολοι αυτοί ελάχιστα κοινά έχουν μεταξύ τους.
Στο κάτω μέρος της πλατείας είναι οι «μόνιμοι» κάτοικοι, με τα αντίσκηνά τους. Ανθρωποι με πολιτικές εμπειρίες, οι περισσότεροι εκτός κομμάτων σήμερα. Εκεί κοντά είναι και αυτοί του «αντιεξουσιαστικού χώρου». Ο,τι έγινε μέχρι σήμερα (σχετικά) οργανωμένα και χωρίς εξάρσεις, οφείλεται σε όλους αυτούς.
Στο πάνω μέρος της πλατείας είναι οι «άλλοι» αγανακτισμένοι. Αυτοί που τον Οκτώβρη του 2009 δέχτηκαν να πιστέψουν ότι «λεφτά υπάρχουν» και έκαναν την υστερόβουλη σκέψη «και τα μισά από όσα λέει να κάνει, καλά θα είμαστε». Αυτοί σήμερα αγανακτούν για τη μειωμένη σύνταξη ή το μισθό τους, για τις περικοπές που γίνονται σε όλους τους τομείς, για το ότι δεν υπάρχει προοπτική να «τακτοποιήσουν» το παιδί τους. Είναι αυτοί που μέχρι τώρα τα «βόλευαν», εκμεταλλευόμενοι όλη τη φαυλότητα του πολιτικού συστήματος και τώρα πια διαπιστώνουν ότι αποκλείονται ακόμη και από τις παρυφές της εξουσίας, η οποία όλα αυτά τα χρόνια τους παραχωρούσε ένα μικρό κόκαλο.
Και όπως στις παραμονές των εκλογών του 1981 με τους «μη προνομιούχους» του Ανδρέα Παπανδρέου, ο καθένας θεωρούσε ότι αυτόν αφορούσε ο χαρακτηρισμός, έτσι και τώρα θεωρούν ότι αυτοί είναι η προσωποποίηση του αγανακτισμένου.
Το τι θα κάνουν σε περίπτωση εκλογών είναι σχετικά προβλέψιμο:
Η κάτω πλατεία θα κάνει αυτό που έκανε μέχρι τώρα στις εκλογικές αναμετρήσεις: ακτιβισμός, συγκρότηση νέων μορφωμάτων, αντίσταση στα μέτρα, σ’ αυτά που ήρθαν και σε αυτά που έρχονται.
Η επάνω πλατεία είτε θα κινηθεί προς την αποχή ως ηρωική έκφραση της αποστροφής της σε ένα πολιτικό σύστημα που τους άφησε στα κρύα του λουτρού, είτε θα θελήσει να πιστέψει αυτόν που θα ισχυριστεί ότι έχει βρει τα λεφτά και θα αποκαταστήσει τα χαμένα εισοδήματα.
Οι δημοσκοπήσεις προαναγγέλλουν, για μια ακόμη φορά, τη «συντριβή» του δικομματισμού. Ομως το εκλογικό αποτέλεσμα το διαμορφώνουν μόνο εκείνοι που ψηφίζουν.

* Ο Δημοσθένης Δώδος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», 5 Ιουνίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=96134




Ι.
Γνώμες
Ναυτίλος
Πάνος Θεοδωρίδης


Ενα μικρό σχετικά ποσοστό «Αγανακτισμένων» σημειώνει τις παρατηρήσεις του στο διαδίκτυο και παρακολουθώ τις σκέψεις που καταγράφονται. Μόνιμη ανησυχία, μήπως και καπελώνονται. Δεν έχουν άδικο, αλλά δεν είναι και αδύνατο να τη γλιτώσουνε. Αρκεί να αποδιοργανώσουν το «σύστημα καπελώματος», το οποίο από τη μεταπολίτευση και έπειτα (για την ακρίβεια, από το τέλος του 1972) είναι κυρίαρχο εργαλείο στη διάχυση της άποψης των μικρών, επιδραστικών ομάδων, ενώ οι πλειοψηφίες παραμένουν ευχαριστημένες, νομίζοντας πως είναι αγελαδίτσες που χρειάζονται παστεριωμένες θέσεις.
Η συνύπαρξη οπαδών από το Κιούπκιοϊ του γερο-Καραμανλή με αριστερίστικες ομάδες που έβλεπαν με απορία το ντύσιμο και τη συμπεριφορά ο ένας του αλλουνού ήταν ένα πρόσκαιρο χαρακτηριστικό της τεράστιας συγκέντρωσης του «Μακεδονία Πάλας», του Αυγούστου 1974. Η συνύπαρξη συνταξιούχων και ποδηλατών, ακτιβιστών και ανέργων, έχει το γούστο της, βέβαια, και τη σπιτάδα της, αλλά είναι ένα υλικό υποψήφιο καπελώματος όσο κανένα. Αν οι συγκεντρωμένοι δε δοκιμάσουν νέους τρόπους εκπροσώπησης, προσωρινούς και αποτελεσματικούς, όπως την κλήρωση κάθε μέρα λίγων εκπροσώπων και δραστική μείωση μιας «ρητορικής ανθρωπιστικού γαρίφαλου» (αυτουνού που κατατίθεται σε δακρύβρεχτες επετείους μαζί με στιχάκια), το καπέλωμα θα έρθει περίπου ως ανακούφιση.
Η δήθεν «κακή» και «απολίτικη» ποιότητα των επιχειρημάτων των «Αγανακτισμένων» είναι τελείως παροδική. Οποιος δεν έζησε την εξοντωτική συλλογιστική των νικητών του Εμφυλίου και των πασοκάδων της δεκαετίας του ‘70, αλλά και τις «προοδευτικές» αναλύσεις των περιοδευόντων από γκρούπα σε γκρούπα σοφών, δεν μπορεί εύκολα να καταλάβει πως οι ομάδες, μικρές ή μεγάλες, ξεκινούν το βίο τους μέσα σε μια θεία αφέλεια και με πλήθος παραλέκατων, που επικρατούν προσωρινά στις τάξεις τους. Εδώ γίνεται ένα ατύχημα στο δρόμο και μαζεύονται είκοσι άσχετοι, νομίζετε πως θα τη γλιτώσετε άκοπα με το τζέρτζελο που επικρατεί;
Ο μεγάλος κίνδυνος έγκειται στη μετατροπή της διαμαρτυρίας σε συνδυασμένη επίκριση κάθε δράσης και στην ταύτιση των κινημάτων των πλατειών με κάτι που ελπίζεται ότι θα εξελιχθεί πολιτικά. Από τη στιγμή που κάποιος παίρνει απόφαση πού θα πετάγονται τα σκουπίδια και κάποιοι συμφωνούν, υπάρχει ήδη το πρώτο υβρίδιο ηγέτη και καλά ξεμπερδέματα. Ο σκουπιδότοπος, ως φορέας άλλων αξιών από τον τόπο συγκέντρωσης, μόλις αποκτήσει χαρακτηριστικά χωροθέτησης, καθορίζει ποιος θα κυβερνάει και ποιος θα κυβερνιέται, ακόμη κι αν πρόκειται για ένα πάρτι. Δεν αρκεί να βαφτίσεις μια πλατεία ως ζυμωτήριο ιδεών. Η πόλη παράγει αυταρχισμό, και μακροπρόθεσμα παράγει αίμα και βάσανα, αλλά ο τελικός στόχος κάθε πλατείας είναι να επιστρέψει τάχιστα σε εντευκτήριο μωρών και χασομέρηδων.
Εξάλλου, σε λίγο, οι αιφνιδιασμένες ομάδες που αισθάνονται απειλημένες από τη δράση των πλατειών θα συνέρθουν. Θα υπάρξει ο πρώτος εσχατόγηρος που θα έρθει σε μια πλατεία και θα τον επαινέσουν οι πιτσιρικάδες. Ή ο πρώτος αγνός αγωνιστής, ο οποίος δεν τα άρπαξε, αλλά έμεινε εκτός μοιρασιάς επειδή ήταν, ο έρμος, απλός νευροπαθής.
Θέλω να πω ότι το καπέλωμα θα έρθει από τους έχοντες ως μόνη κληρονομιά το «πνεύμα και ηθική». Κανένας δεν πρέπει να φοβάται την παραγωγή πολιτικής, επειδή η πολιτική είναι στέρφο αγαθό: δεν παράγεται. Επινοείται.

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», 5 Ιουνίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=96101




ΙΑ.
Γνώμες
Το ελληνικό παράδοξο
Γιάννης Παπουτσάνης


«Εξω», οι «κουτόφραγκοι» αποφασίζουν να μας δανείσουν (με το αζημίωτο) καμιά εξηνταριά δισ. ευρώ ακόμη, μήπως εμείς γλιτώσουμε τη χρεοκοπία κι αυτοί τα λεφτά τους και το (πιθανό) ντόμινο.
«Μέσα», οι «αγανακτισμένοι» θέλουν να διαγραφούν (ήτοι: να μας χαρίσουν) τα χρέη και να φύγει η κυβέρνηση. Ο Παπανδρέου επιμένει να συνεχίσει να σώζει τη χώρα φοροεισπράττοντας και μη μεταρρυθμίζοντας. Οι βουλευτές του ούτε φοροεισπράττοντας ούτε μεταρρυθμίζοντας. Ο Σαμαράς (μετά τον Τσίπρα) επιθυμεί επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου αλλά και να μείνει λίγο ακόμη η κυβέρνηση για να αρπάξει το μουτζούρη του νέου χρέους. Το ΚΚΕ να μη φύγουμε από το ευρώ αλλά τα σπασμένα «να τα πληρώσει η πλουτοκρατία». Ο Καρατζαφέρης αναγγέλλει τηλεοπτικώς τις… σκέψεις του για αποχώρηση από τη Βουλή, ώστε να γίνουν, όπως λέει, εκλογές. Η Ντόρα προτείνει κατά συνείδηση ψήφο των βουλευτών στο μεσοπρόθεσμο και ο Κουβέλης επιμήκυνση του χρέους.
Κοντά σε όλα αυτά, διακόσιοι ή τριακόσιοι, όχι «αγανακτισμένοι» αλλά εξαγριωμένοι, από αυτούς που συνδυάζουν με άνεση το «ένα το χελιδόνι» με το «να καεί, να καεί το μπ…, η Βουλή», αποκλείουν την έξοδο του Κοινοβουλίου. Βουλευτές και υπάλληλοι, όσοι τουλάχιστον έχουν τα κότσια και δεν την κοπανούν στα νύχια των ποδιών από τον Εθνικό Κήπο, αποχωρούν υπό τα φάσκελα, τα πτύελα και τις ύβρεις των ολίγων.
Αυτά τη Δευτέρα. Την Τρίτη, στην Κέρκυρα, άλλοι βουλευτές διαφεύγουν με καΐκι για να γλιτώσουν φάσκελα αλλά και πέτρες. Δυο ημέρες μετά, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ πιάνονται μαλλί με μαλλί για την επίθεση στον Πεταλωτή σε ΚΑΠΗ της Ηλιούπολης, στα πρότυπα της επίθεσης στο Λοβέρδο σε ΚΑΠΗ του Περιστερίου. (Αλλη μόδα αυτή με τα ΚΑΠΗ…).
Και μέσα σε όλα, ο Λαζόπουλος ντύνει στην εκπομπή του τον Παπανδρέου δικτάτορα, δίνοντάς του, επιπλέον, τη φωνή του Παπαδόπουλου. Εύκολο, αφού πριν από λίγες εβδομάδες ο Τσίπρας τον είχε ντύσει Πινοσέτ. Εάν ο πολιτικός δε μετρά το λόγο του, γιατί ο ηθοποιός να μην απευθύνεται στο θυμικό αντί στην πολιτική συνείδηση ή, έστω, στην αισθητική του κοινού του;
Αρέσει δεν αρέσει, αυτή ήταν η εικόνα της Ελλάδας την εβδομάδα που πέρασε. Την παράσταση την έστησαν ολίγοι από «αγανακτισμένους», πολλοί από τους πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές του πολιτικού συστήματος, ο Μίκης και ο Λάκης. Μέσα σε αυτό το «ταμπλό βιβάν» χάθηκαν άλλες εικόνες, όπως το κείμενο - έκκληση των Ελλήνων δημιουργών και πανεπιστημιακών για την κατάσταση της χώρας. Και η επιστολή των 16 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ (τόσοι άντεξαν στις πιέσεις του Μαξίμου) δε θα είχε καμία μιντιακή τύχη, αν δε δημιουργούσε σασπένς εν όψει της ψηφοφορίας για το μεσοπρόθεσμο.
Και σας ρωτώ. Δε λέγεστε Γιούνκερ, Τρισέ, Μπαρόζο. Δεν είστε η Μέρκελ. Δεν είστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ούτε το ΔΝΤ. Λέγεστε, ας πούμε, Πριτσαπίδουλας και σας ζητά, για μία ακόμη φορά, δανεικά ο Ρημαδόπουλος, τον οποίο σίγουρα δε δανείζετε για την ψυχή της μάνας σας, αλλά που ώς τώρα σας έχει ρημάξει στην τράκα. Αλλα σας λέει κι άλλα κάνει. Και θέλει και δε θέλει. Και μπορεί και δεν μπορεί να μαζέψει το μαγαζί του. Ειλικρινά. Θα του δανείζατε; Και το σημαντικότερο: Θα τον βάζατε ποτέ συνέταιρο στο δικό σας μαγαζί;

Πηγή: εφημερίδα «Αγγελιοφόρος της Κυριακής», 5 Ιουνίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=96147
ipapoutsanis@hotmail.com




ΙΒ.
Τετ-α-τετ κυβέρνησης - ”Αγανακτισμένων” προτείνει ο Καρατζαφέρης

Συνάντηση αντιπροσωπείας των “Αγανακτισμένων” με εκπροσώπους της Πολιτείας, προτείνει ο Πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης.
«Επιβάλλεται να υπάρξει συνάντηση μιας επιτροπής των αγανακτισμένων με την Πολιτεία, για να ακούσουμε αιτήματα, προτάσεις και θέσεις», δήλωσε ο εκπρόσωπος του κόμματος Κωστής Αϊβαλιώτης, προσθέτοντας: «Η αγανάκτηση “χύμα” και οι προπηλακισμοί δεν επιλύουν προβλήματα, τουναντίον προσθέτουν».

Πηγή: ειδησεογραφική σελίδα dealnews.gr, 4 Ιουνίου 2011
http://www.dealnews.gr/politiki/item/21489-%CE%A4%CE%B5%CF%84-%CE%B1-%CF%84%CE%B5%CF%84-%CE%BA%CF%85%CE%B2%CE%AD%CF%81%CE%BD%CE%B7%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%91%CE%B3%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B5%CE%B9-%CE%BF-%CE%9A%CE%B1%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B6%CE%B1%CF%86%CE%AD%CF%81%CE%B7%CF%82




ΙΓ.
Αργά το θυμηθήκαμε να αγανακτήσουμε
Κωνσταντίνος Ρήγος*


Οταν ζούμε μια κατάσταση τόσο καταθλιπτική, πάντα αναρωτιέσαι αν αυτό που κάνεις έχει τελικά νόημα. Τόσα χρόνια, ως λαός, χτίζαμε πάνω στην άμμο. Πάντα μας ένοιαζε το άμεσο, το εφήμερο, ποτέ δεν μας απασχολούσε το να δημιουργήσουμε κάτι με προοπτική. Ε, λοιπόν, αυτό το παιχνίδι τελείωσε. Τα διάφορα του τύπου “είμαστε Ελληνες και θα τα καταφέρουμε, σαν εμάς κανείς κτλ.” έληξαν. Και σε αυτό έχουν ευθύνη και οι πολιτικοί αλλά και οι πολίτες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, θεωρείς ότι καθετί μη “πραγματικό” ίσως δεν έχει νόημα. Στην πραγματικότητα, τώρα έχει ενδιαφέρον να δημιουργήσεις ξανά: σε συνθήκες κρίσης. Εχει νόημα με την έννοια ότι ίσως βρίσκεις πιο ουσιαστικά πράγματα να πεις. Εχεις λόγο να ξαναδείς τα μέσα που δημιουργείς.
[…] Δεν είναι λίγο αργά για αυτού του είδους την αγανάκτηση; Εκλογές γίνονταν τόσα χρόνια. Αν αυτός ο κόσμος ήταν πραγματικά αγανακτισμένος, εκτιμώ πως είχε τη δυνατότητα να το εκφράσει. Τώρα βγαίνει κάθε απόγευμα στο Σύνταγμα και διαμαρτύρεται. Πολύ ωραίο, πολύ ζωντανό, πολύ υγιές μέσα στις συνθήκες που ζούμε. Δεν το παραγνωρίζω καθόλου. Αναρωτιέμαι όμως πόση δύναμη μπορεί να έχει, άραγε, μια τέτοιου είδους αντίδραση. Για μένα εμπεριέχει και στοιχεία trend. Και ξέρεις τι φοβάμαι; Μήπως όλο αυτό καταγραφεί ως μια απλή εικόνα στο παζλ. Να υπάρχει, δηλαδή, ο τάδε, ο δείνα και οι Αγανακτισμένοι. Μια κατάσταση περιγραφική απλώς, η οποία επί της ουσίας δεν ενοχλεί.
Η κατάσταση τότε [σημ.: στη Μεταπολίτευση] ήταν διαφορετική. Ο κόσμος πανηγύριζε την πτώση ενός καθεστώτος το οποίο δεν είχε επιλέξει ο ίδιος,του είχε επιβληθεί. Είχαν προηγηθεί κάποια χρόνια πάλης για την πτώση του. Εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ουσιαστικά, και ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, εμείς το είχαμε επιλέξει όλο αυτό επί τόσα χρόνια. Γι΄ αυτό λέω ότι ναι μεν έχουν ευθύνη οι πολιτικοί, αλλά ας παραδεχθούμε, επιτέλους, και τη δική μας ευθύνη ως πολιτών
Το “σήμερα” είναι που με κάνει να νιώθω αμηχανία. Γιατί, άραγε, να αγανακτήσω σήμερα; Το κράτος λειτουργεί όπως λειτουργούσε τα τελευταία 20-30 χρόνια. Δεν υπάρχει κάτι καινούργιο. Η αναξιοκρατία, το βόλεμα των ημετέρων, η έλλειψη σεβασμού του κράτους απέναντι στον πολίτη και το αντίθετο, η ρεμούλα, όλα αυτά προϋπήρχαν, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Απλώς, ως τώρα, το χρήμα έρρεε, οπότε κανείς δεν αντιδρούσε ουσιαστικά. Τώρα ξυπνήσαμε γιατί ξεβολευτήκαμε, στριμωχτήκαμε. Η άλογη βία είναι, ίσως, το καινούργιο στο οποίο δεν είχαμε συνηθίσει και τώρα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Ωστόσο, επαναλαμβάνω ότι ο κόσμος επιτέλους ανοίγεται, διαδηλώνει, εκδηλώνεται, το θεωρώ φοβερά θετικό.

*O Κωνσταντίνος Ρήγος είναι χορογράφος

Πηγή: εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής», 5 Ιουνίου 2011
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=404773




ΙΔ.
Αγανακτισμένος αλλιώς…
Νίκος Δήμου


- Με ρωτάνε γιατί δεν γράφω για τους «Αγανακτισμένους». Τόσο καιρό σκέπτομαι να γράψω γι’ αυτούς και διστάζω. Τους θαυμάζω που αγανακτούν και αγανακτώ που τους θαυμάζω.
- Μας ενώνουν πολλά: ο τρόπος που βρίσκονται (πριν από είκοσι χρόνια είχα οραματιστεί τον πολιτικό ρόλο του ίντερνετ), το γεγονός ότι είναι ακηδευμόνευτοι κι ανεξάρτητοι, η οργή που εκφράζουν. Μας χωρίζει όμως ένα βασικό: τα πράγματα για τα οποία αγανακτούν. Νομίζω ότι πυροβολούν λάθος στόχους. Μουντζώνουν το μνημόνιο, την τρόικα, το ΔΝΤ - λες κι ευθύνονται για τα δικά μας προβλήματα. Καταριούνται το σύμπτωμα και το φάρμακο - σαν να προκάλεσαν την αρρώστια.
Τι την προκάλεσε;
Α) Ο πολιτικός και οικονομικός λαϊκισμός που ξεκίνησε από τον Ανδρέα Παπανδρέου και μόλυνε όλη την πολιτική μας ζωή. Με «οικονομικό λαϊκισμό» εννοώ να χαϊδεύεις όχι μόνο τ’ αυτιά αλλά και τις τσέπες των ψηφοφόρων, με διορισμούς, παροχές, προνόμια και γενικές αργομισθίες (δηλαδή να τους αμείβεις με δανεικά, αφού δεν παράγουν. Τότε εκτοξεύθηκε το χρέος). Τριάντα χρόνια εκμαύλιζαν οι πολιτικοί τον λαό (που ευχαρίστως το αποδεχόταν. Εκεί μουντζώνω κι εμάς - τον λαό).
Β) Η εγκληματική αμέλεια της διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή που διπλασίασε το έλλειμμα και το κράτος. Νομίζω πως η Βουλή έπρεπε να ψηφίσει έναν έκτακτο νόμο και να παραπέμψει τους υπεύθυνους αυτής της πενταετίας. Να δικαστούν για εγκληματική παραμέληση των καθηκόντων τους και να πάνε φυλακή: Καραμανλής, Αλογοσκούφης, και Σία. Μαζί και οι αρχισυνδικαλιστές του εκμαυλισμού (η χειρότερη διαπλοκή) και όσοι γνωστοί των σκανδάλων (Τσουκάτος, Άκης, Εφραίμ & Σία).
Γ) Η εξίσου εγκληματική ανικανότητα και ολιγωρία της σημερινής διακυβέρνησης. Ξεκινώντας από τον ανύπαρκτο πρωθυπουργό που εκτός απ’ το όνομά του δεν έχει να επιδείξει άλλο προσόν, την παρέα των άχρηστων παρατρεχάμενών του και τους παλιούς Πασόκους που απλώς καθυστερούν και υπονομεύουν κάθε ενέργεια, εξασκώντας πάντα και ακόμα τον λαϊκισμό του ιδρυτή τους.
Δ) Η ανευθυνότητα ολόκληρης της αντιπολίτευσης, που ενώ το πλοίο βουλιάζει εξακολουθεί να τσακώνεται για ποσοστά ψήφων και επιρροών.
- Και τον μεν Ανδρέα Παπανδρέου θα τον κρίνει η ιστορία. Αλλά όλοι οι άλλοι υπεύθυνοι είναι εδώ γύρω μας. Αυτούς θέλω να μουντζώσω και να τιμωρήσω - όχι το μνημόνιο και την τρόικα!

πηγή: περιοδικό Lifo, 8 Ιουνίου 2011
http://www.lifo.gr/mag/columns/4020

Φωτογραφία: Γκράφιτι (μικτή τεχνική) από την περιοχή του Ψυρρή. Αθήνα, Μάϊος 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου