8.2.14

«Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης»



«Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης»
Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος


Τρεῖς λέξεις πού πολύ πρόσφατα διεκδικοῦν τήν παρουσία τους στό χῶρο τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων. Τρεῖς λέξεις πού δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι κομίζουν κάτι τό νέο καί τό προοδευτικό στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ἀκούγοντας τες γιά πρώτη φορά ἔνιωσα μιά ἀπορία, ἀλλἀ καί μιά αἴσθηση ὅτι κάτι δέν ταιριάζει καλά.
Προσπαθῶ νά καταλάβω τήν πρόταση καί συνειδητοποιῶ ὅτι πρόκειται γιά τρεῖς λέξεις ὅπου ἡ μία ἀναιρεῖ τήν ἄλλη. Πόσο ἐλεύθερη μπορεῖ νά εἶναι μιά σχέση ἡ ὁποία χρειάζεται σύμφωνο; Τό σύμφωνο δέν ἔρχεται νά περιορίσει αὐτή τήν ἐλευθερία; Πόσο ἐλεύθερη μπορεῖ νά εἶναι μιά σχέση πού τήν ὀνομάζουμε συμβίωση; Ἡ συν+βίωση σάν πραγματικότητα δέν προϋποθέτει μιά ἐκχώρηση τῆς ἐλευθερίας σου στόν ἄλλο; Ἐάν μιλούσαμε γιά σύμφωνο συμβίωσης αὐτό θά ἦταν κατανοητό. Γιατί ὅμως προσθέτουμε τήν λέξη «ἐλεύθερης»; Γιά νά δείξουμε ὅτι εἴμαστε κάτι ἄλλο ἤ γιά νά κρύψουμε τήν γύμνια τῆς ψυχῆς μας; Ἀλλά σύμφωνο συμβίωσης εἶναι ὁ πολιτικός Γάμος. Γιατί χρειάζεται κάτι ἄλλο, κάτι διαφορετικό; Σέ τί συνίσταται λοιπόν αὐτή ἡ διαφορά;
Μέ προβληματίζει λοιπόν ἡ λέξη «ἐλεύθερη» ἀνάμεσα στίς ἄλλες δύο λέξεις: «σύμφωνο συμβίωσης». Ἀλήθεια! ἀπό ποιόν κινδυνεύει ἡ ἐλευθερία τῶν προσώπων ἐκείνων πού θά κάνουν τό σύμφωνο καί ἐπιχειροῦν νἀ τήν κατοχυρώσουν; Γιατί ἐπιμένουν τόσο πολύ στόν ψευδεπίγραφο τίτλο «ἐλεύθερη συμβίωση»; Σέ ποιά περίπτωση αὐτή ἡ συμβίωση θά ἦταν ἀνελεύθερη; Νομίζω ὅτι πίσω ἀπό ὅλη αὐτή τήν ἱστορία προσπαθοῦμε νά κρύψουμε τήν κρίση καί τήν χρεοκοπία τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων πού χαρακτηρίζει πλέον τήν ζωή μας. Προσπαθοῦμε νά κρύψουμε τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης, προφανῶς τήν ἀπουσία τῆς ἀγάπης, τήν βεβαιότητα μας γιά τήν ἀνεντιμότητα τοῦ ἄλλου. Ποιοῦ ἄλλου; Μά, αὐτοῦ μέ τόν ὁποῖο θέλουμε νά συζήσουμε! Φοβόμαστε δηλαδή ὅτι ὁ ἄλλος, ἐάν δέν πάει καλά ἡ συμβίωσή μας, θά προσπαθήσει νά μᾶς ρίξει, δέν θά φερθεῖ μέ ἐντιμότητα στήν διανομή ὅσων ἀγαθῶν ἀποκτήσαμε μαζί. Μιά ἐλεύθερη σχέση, μέ τήν ἔννοια βέβαια τῆς ἐλευθερίας ὅπως τήν ἐννοῦμε, δέν προϋποθέτει σύμφωνα, ἀλλοιῶς δέν εἶναι ἐλεύθερη. Στό σύμφωνο λοιπόν μᾶς ὁδηγεῖ τό ὅτι στήν οὐσία αὐτοί οἱ δύο ἄνθρωποι πού συζοῦν δέν ἐμπιστεύονται ὁ ἕνας τόν ἄλλο καί προσπαθοῦν ὁ καθένας νά κατοχυρωθεῖ ἀπέναντι σ’αὐτόν «τόν ξένο» καί τόν «ἐν δυνάμει» ἐχθρό μέ τόν ὁποῖον θά συζήσει. Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια καί ἡ μόνη πραγματικότητα.
Ὁ Πολιτικός Γάμος εἶναι ἐπί τῆς οὐσίας ἕνα σύμφωνο συμβίωσης. Στήν περίπτωση διαλύσεως του προφανῶς προβλέπονται ὅλες ἐκεῖνες οἱ διαδικασίες κατοχυρώσεως τῶν προσώπων καί βέβαια ὁ γάμος αὐτός εἶναι ἡ νομιμοποίηση μιᾶς σχέσης. Ἀφοῦ λοιπόν ὑπάρχει ὁ πολιτικός Γάμος διατί ἐπινοήθηκε «τό σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης»; Πιθανῶς, ἀπ’ὅ,τι ἀκούγεται, μέ αὐτό θά μπορεῖ νά διαλυθεῖ πιό εὔκολα, πιό γρήγορα. Ἀλλά αὐτό ἀκριβῶς ἐπιβεβαιώνει τόν φόβο καί τήν ἔλλειψη τῆς ἐμπιστοσύνης ἀπέναντι στόν ἄλλο. Ἐκεῖ καταντήσαμε τίς ἀνθρώπινες σχέσεις μας στόν ἐσώτατο πυρήνα τους. Ἀλλά αὐτό δέν συνιστᾶ πρόοδο, οὔτε εἶναι κάτι νέο. Εἶναι ἡ ἐπιστροφή στήν βαρβαρότητα. Ἐπιβεβαιώνει τήν ἀνικανότητα τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου νά ἐρωτεύεται καί νά ἀγαπᾶ. Τό σύμφωνο μιᾶς τέτοιας συμβίωσης ἔρχεται νά κατοχυρώσει τόν ὀγκόλιθο τοῦ ἐγωϊσμοῦ τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀγάπη εἶναι μιά κίνηση ἐκστατική. Βγαίνεις ἀπό τόν ἑαυτό σου γιά νά συναντήσεις τόν ἄλλο. Ἀνοίγεις τόπο στήν καρδιά σου γιά νά ζήσει ὁ ἄλλος. Δέν χρησιμοποιεῖς ἁπλῶς τόν ἄλλο γιά τίς ὅποιες ἀνάγκες σου καί ὅταν τόν βαρεθεῖς ἤ συναντήσεις κάποιον ἄλλο πού σοῦ ἀρέσει περισσότερο τότε λύεις τήν σύμβαση.
Ὅταν ἀγαπᾶς, ὅταν μπορεῖς νά ἀγαπᾶς, τότε ὁ ἄλλος δέν εἶναι ἡ ἀπειλή σου ἤ ἀκόμη χειρότερα ἡ κόλασή σου. Τότε ὁ ἄλλος εἶναι ἡ χαρά σου καί ὁ πλουτισμός σου. ΜΙά σχέση εἶναι ἀληθινά ἐλεύθερη ὅταν τήν συνέχει καί τήν συγκροτεῖ ἡ ἀγάπη. Στήν Ἐκκλησία καί στό Μυστήριο τοῦ Γάμου δέν ἀναζητοῦμε τή νομιμοποίηση μιᾶς σχέσης, ἀλλά τόν πλουτισμό της μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ ὁποίου οἱ πρῶτοι καρποί εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά καί ἡ εἰρήνη.
Στήν προοπτική τοῦ «συμφώνου ἀν-ελεύθερης συμβίωσης» οἱ δύο ἄνθρωποι ἀκόμα κι ἄν εἶναι μαζί εἶναι μόνοι, ὁ καθένας μένει στήν μοναξιά ἡ ὁποία δέν ὑπερβαίνεται μέ τό νά συνευρίσκονται στό ἴδιο κρεββάτι, ἀλλά μέ τό νά ἀγαπιοῦνται.
Φθάνουν πιά οἱ ψευδεπίγραφοι τίτλοι, φθάνουν τά ὡραῖα χρυσόχαρτα μέ τά ὁποῖα ἐπιχειροῦμε νά καλύψουμε τήν ἀσχήμια μας. Φτάνει ἡ ψευτιά πού γέμισε τή ζωή μας
Ἡ Πολιτεία πού θεσπίζει αὐτό τό σύμφωνο ἐπικαλεῖται τήν εὐρωπαϊκή πρακτική. Μά τόσο καιρό κατηγοροῦμε τήν Εὐρώπη γιατί «μᾶς πίνει τό αἷμα», γιατί μᾶς ἀφαιρεῖ τό ὀξυγόνο, γιατί μᾶς «πατάει στό λαιμό». Ξαφνικά ἀνακαλύψαμε τήν Εὐρώπη! Ξαφνικά ἡ Εὐρώπη ἔγινε τό πρότυπο καί τό παράδειγμά μας. Ἀκόμα ἕνα δεῖγμα ὑποτέλειας, φθηνοῦ μιμητισμοῦ καί ἄγνοιας τῆς δικῆς μας ἀρχοντικῆς παράδοσης πού ἤθελε τόν ἄνθρωπο, πρόσωπο ἀγάπης καί ὄχι ἀντικείμενο ἀπρόσωπης χρήσης.

Πηγή: Πύλη εκκλησιαστικών ειδήσεων Amen.gr, 22 Ιανουαρίου 2014
http: //www.amen.gr/article16690


Μικρο-ζωγραφική: «Ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία», Alardus Bible 1097,
Bibliotheque Valenciennes, France

9.1.14

Συλλάβετέ με!

 
 
Συλλάβετέ με!
Γιώργος Γραμματικάκης

Σας παρακαλώ, συλλάβετέ με. Είμαι ένας υποψήφιος τρομοκράτης. Πριν λοιπόν οδηγηθώ στις πράξεις, που έχω με επιμέλεια σχεδιάσει, κάνω μια τελευταία έκκληση προς όλους: Δεν χρειάζονται πια δισταγμοί, σας παρακαλώ συλλάβετέ με.
Είναι αλήθεια, ότι αυτήν την πορεία ή την κατάληξή της δεν τη φανταζόμουν. Δεν ήταν στις προθέσεις μου. Όταν ακούστηκαν για πρώτη φορά οι λέξεις «κρίση», «δημοσιονομική προσαρμογή», «ελλείμματα», τα πολιτικά κόμματα της χώρας άρχισαν όπως πάντα να αλληλοκατηγορούνται. Δεν φαινόταν όμως να ανησυχεί κανένας. Τη μέρα μάλιστα που ο τότε πρωθυπουργός -μου διαφεύγει προς ώρας το όνομά του- ανακοίνωσε ότι η χώρα «προσφεύγει» στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θεώρησα ότι μπορεί να ήταν και προς το καλό μας. Το περιβάλλον άλλωστε του διαγγέλματος, αυτό υπονοούσε: Ένα παραδείσιο και μοναχικό ελληνικό νησί, το Καστελλόριζο, αλλά και το αυτάρεσκο ύφος του τότε πρωθυπουργού μας -ξεχνώ τώρα το όνομά του- έπειθαν ότι μια παροδική δυσκολία ήταν όλα, και ότι γρήγορα θα επανερχόταν η εποχή της αμεριμνησίας.
Πόσο λάθος κάναμε, εγώ και οι συνταξιδιώτες μου. Καθώς το πλοίο όδευε προς το Καστελλόριζο, οι κλυδωνισμοί του ολοένα πλήθαιναν, και νερά έμπαιναν ήδη στα αμπάρια και τους διαδρόμους. Το χειρότερο όμως ήταν ότι ο καπετάνιος έμοιαζε να βρίσκεται σε ταραχή και σύγχυση, και δεν έπαυε να υπόσχεται ότι φτάνομε στο Καστελλόριζο· ενώ από δίπλα η αδράνεια των αξιωματικών και του πληρώματος μεγάλωνε την απειλή από τα κύματα. Έτσι ο πανικός οδήγησε κάποια στιγμή στην αλλαγή του καπετάνιου, και άλλα πληρώματα ανέλαβαν τη σωτηρία του σκάφους. Οι κλυδωνισμοί όμως συνεχίστηκαν, και τα νερά εξακολουθούσαν να εισέρχονται ορμητικά. Η φήμη, ότι δεν θα φτάναμε ποτέ στο Καστελλόριζο, άρχισε να γίνεται πια βεβαιότητα.
Πράγματι: Δεν φτάσαμε ποτέ στο Καστελλόριζο. Αντίθετα, μια λαίλαπα χωρίς προηγούμενο έχει σαρώσει τώρα την πατρίδα και τη μοίρα των Ελλήνων. Όχι ότι δεν φταίξαμε, κι ούτε νοσταλγούμε ένα παρελθόν διάτρητο. Δεν ήσαν όμως λίγα και τα επιτεύγματά μας. Άλλη λοιπόν έπρεπε να είναι η Εντολή, και άλλες οι διαδικασίες για να βαδίσει πιο σωστά η χώρα. Τώρα, η φτώχεια και η βαριά σκιά της ανεργίας θερίζουν την καθημερινότητά μας· και από δίπλα τα χιλιάδες κλειστά μαγαζιά, οι χιλιάδες κλειστές ψυχές, οι διαψεύσεις μιας ζωής. Κι ενώ στην ευρωπαϊκή ιδέα είχαμε τα θάρρη μας, για να υπάρξει κάποιο ξέφωτο, εκεί κυριάρχησαν η στυγνή λογική των αριθμών και τα χρονοδιαγράμματα. Καθώς μάλιστα χρειάσθηκε να συμπλεύσουν με το πολιτικό μας σύστημα, που σε κάθε κρίσιμο βήμα έδειχνε την ανεπάρκεια και την κομματική του ιδιοτέλεια, πολλά ήσαν τα δεινά και λίγη η πρόοδος που έζησε η αρχαία μας χώρα. Δεν αξίζει να συνεχίσω: Τώρα και χρόνια βιώνομε ένα θέατρο του παραλόγου, και ο εκφυλισμός των λέξεων και των εννοιών δεν έχει τέλος.
Έτσι λοιπόν, από συνεπής και δημοκρατικός πολίτης, και άνθρωπος -όπως με αποκαλούσαν- των γραμμάτων και των τεχνών, εξελίχθηκα με τον καιρό σε υποψήφιο τρομοκράτη. Λίγο πια με απασχολεί εκείνος ο θίασος, που χρόνια τώρα κατέχει ή ονειρεύεται εξουσίες. Η έγνοια του είναι να διαπληκτίζεται στις τηλεοπτικές οθόνες· και ενώ έπρεπε να επιδιώκει κάποια ενότητα, γιατί πολλοί είναι οι κίνδυνοι που απειλούν τη χώρα, αναλίσκεται σε λόγους διχόνοιας και φανατισμού. Έτσι στρώθηκε ο δρόμος σε δυνάμεις βίαιες και μισαλλόδοξες, που αποτελούν μια μόνιμη απειλή. Όχι, δεν έχω πια ελπίδες, ο δρόμος που επέλεξα εγώ είναι δύσκολος αλλά σωστός.
Γι' αυτό και κάνω αυτήν την έκκληση: Σας παρακαλώ, συλλάβετέ με. Όπως δήλωσα ήδη, είμαι ένας υποψήφιος τρομοκράτης. Δεν έχω μάθει ωστόσο να εκδικούμαι, ούτε γνωρίζω από όπλα και εκρηκτικά. Η ανάγκη μόνον με οδηγεί: Να δω πάλι λίγα χαμόγελα στους δρόμους, να αισθανθώ την ελπίδα να κυκλοφορεί. Με συνοδεύει πάντα η σκέψη εκείνων, που μέσα στη θύελλα άπλωσαν το χέρι τους στους άλλους· και αντλώ το θάρρος μου από όσους κράτησαν -στην παιδεία, την τέχνη, τη ζωή- τις ανάσες της ευθύνης και του ήθους.
Κατάρτισα λοιπόν με επιμέλεια τους στόχους μου, χωρίς προκαταλήψεις αλλά και χωρίς πάθος. Η επόμενη ημέρα με ενδιαφέρει μόνον. Δεν έχω πρόθεση να κρυφτώ, ούτε να αποδράσω, όπως έκαναν πάντα οι θρασύδειλοι του είδους μου. Καθώς εγώ θα οδηγούμαι στις εισαγγελίες και τα κρατητήρια, τι καλύτερο από το να δω την ικανοποίηση στα πρόσωπα, τι πιο σπουδαίο από το να αισθανθώ τις ευχές του κόσμου να με συνοδεύουν.
Είναι βέβαια αλήθεια ότι η διαδικασία της εκδίκησης λίγο με ελκύει. Άλλα ήταν τα όνειρα, και άλλες οι κατευθύνσεις της ζωής μου. Όσο όμως κατάρτιζα με επιμέλεια τους στόχους μου, όλο και πλήθαιναν οι υποψήφιοι προς αφανισμό: Εδώ οι προύχοντες της πολιτικής, από δίπλα εκείνοι που έκρυβαν με ιδιοτέλεια την αλήθεια, παραπέρα οι κοντόφθαλμοι αξιωματούχοι της Ευρώπης, λίγο πιο κάτω οι αξιολογητές και οι μαύρες οθόνες τους, πιο πέρα όσοι δεν δάκρυσαν μπροστά στον άνεργο. Διαρκώς κατέγραφα κατηγορίες και ενόχους. Ενώ όμως έτσι κατέληξα στον τελικό κατάλογο, τον αριθμό και τα ονόματα των στόχων, εξακολουθούσαν πάντα να με βασανίζουν τα κριτήρια μου, διασταύρωνα ξανά και ξανά όσες πληροφορίες είχα. Δεν πρόκειται ωστόσο να μου ξεφύγει ούτε λέξη παραπάνω: Οι ένοχοι αγρυπνούν, κάθε τους κίνηση περιβάλλεται από φρουρούς και προφυλάξεις, φοβούνται ότι το έγκλημά τους θα αποκαλυφθεί, ξέρουν ότι υπάρχουν πάντα -όπως εγώ- υποψήφιοι τρομοκράτες.
Γι' αυτό επιμένω: Η μόνη λύση είναι να συλληφθώ από τις αρμόδιες αρχές. Διότι, όσο και αν κατάρτισα με επιμέλεια τους στόχους μου, οι αμφιβολίες δεν με εγκαταλείπουν. Αν ήσαν αυτοί και όχι άλλοι, αν παρέλειψα ονόματα ή μερικοί δεν φταίνε, ποιοί επιτέλους οδήγησαν τη χώρα σε μια τραγωδία ανείπωτη. Ότι φταίξαμε και εμείς, οι απλοί πολίτες, δεν είναι δύσκολο να το παραδεχθώ· κι αναγνωρίζω ότι έλειψε πολύ η προσωπική ευθύνη. Άλλοι ωστόσο άνοιγαν διάπλατα τον δρόμο του λαϊκισμού, και κολάκευαν διαρκώς τις ψευδαισθήσεις μας.
Ελάχιστα πάντως με απασχολούν οι φήμες, που ισχυρίζονται ότι αύριο τα πράγματα θα είναι καλύτερα, και ότι η λαίλαπα όπου να ‘ναι θα κοπάσει. Θέλω να είμαι κατηγορηματικός: Το εύχομαι, και διπλή θα είναι τότε η χαρά μου. Τα σχέδιά μου όμως δεν πρόκειται να αλλάξουν. Ποιος τότε θα πληρώσει για τους νέους ανθρώπους, που η απόγνωση οδήγησε στα ξένα, πώς θα επιστραφούν τα αγαθά και οι αξίες, που έκλεψε το Άδικο από τους αθώους, με ποια διαδικασία θα αναστηλωθούν τόσες και τόσες ζωές ακυρωμένες; Όχι, οι φήμες ότι θα κοπάσει η θύελλα, δεν με αφορούν, ούτε με επηρεάζουν.
Ο χρόνος όμως της αναμονής έχει ένα τέλος. Είναι λοιπόν καθορισμένη και αμετακίνητη η μέρα, που οι τεχνολογικοί μηχανισμοί μου θα σπείρουν τον όλεθρο και τον αφανισμό. Στη φράση όμως αυτή δεν θα προσθέσω ούτε μια τελεία. Σε τίποτα δεν το ‘χουν οι ισχυροί του κράτους και οι επιτηρητές να ανιχνεύσουν την ημερομηνία αυτή της κάθαρσης, και να κηρύξουν από τώρα γενικό συναγερμό. Άδικος βέβαια κόπος: Οι δικοί μου τεχνολογικοί μηχανισμοί δεν ανιχνεύονται, ούτε έχουν να κάνουν με εκρηκτικά και όπλα. Στηρίζονται αντίθετα σε μια παραλλαγή του τρόπου, που οι αρχαίοι ήξεραν ως εξοστρακισμό. Στην ιδιοφυή αυτή εξέλιξη βοήθησαν τα διδακτορικά και οι επιστημονικές μου γνώσεις, που απέκτησα με επιμονή και μόχθο.
Το δίλημμα βέβαια δεν είναι πια μόνον δικό μου. Εγώ προσφέρθηκα, με ανιδιοτέλεια και αίσθημα ευθύνης, να με συλλάβουν οι αρχές, για να αποφύγουν τις σκληρές συνέπειες οι επόμενοι που έρχονται. Διότι όλο και πληθαίνουν οι Έλληνες, που αισθάνονται ως υποψήφιοι τρομοκράτες. Στις ρημαγμένες τους ζωές δεν χωρούν πια όνειρα, κι ούτε μετρούν οι υποσχέσεις που ακόμα ακούγονται. Υπάρχει μόνον μια αχνή ανάμνηση του Καστελλόριζου, και είναι πολλοί όσοι αναζητούν σιωπηλά τον τρόπο που θα φτάσουν στις ακτές του.
 
Πηγή: Protagon,  9 Ianoyar;ioy 2014
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.ellada&id=30709