Α.
ΑΠΟΨΕΙΣ
Η «μαγκιά» που προκαλεί
Ελίνα Πάνου
Με αφορμή τον προκλητικό τρόπο αντίδρασης των ιδιοκτητών ταξί στην απόφαση της κυβέρνησης να «ανοίξει» το επάγγελμα τους, ένιωσα την ανάγκη να εκφράσω την άποψη μου μέσα από το site και να γράψω με κεφαλαία γράμματα «ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ».
Φτάνει πια η ταλαιπωρία της κοινωνίας από τις ομάδες των επαγγελματιών και των εργαζομένων που σαν κακομαθημένα παιδιά, στυλώνουν τα πόδια τους και αρνούνται πεισματικά.
Και οι ταξιτζήδες ήταν πάντα τα χαϊδεμένα παιδιά όλων των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης γιατί κανένα κόμμα εξουσίας δεν ήθελε να τσαλακώσει επικοινωνιακά, το προφίλ του, από τον… άγαρμπο καυγά που ξέρουν να στήνουν οι συγκεκριμένοι επαγγελματίες.
- Γι’ αυτό και πληρώνουν ελάχιστους φόρους στο κράτος,
- Πουλάνε και αγοράζουν τις άδειες ταξί, καθορίζοντας μόνοι τους την «ταρίφα» από 200-300.000 ευρώ η κάθε μία (αλήθεια αν τα έσοδα από τα ταξί είναι τόσα λίγα θα ήταν τόσο ακριβή η άδεια;) και χωρίς να δηλώνονται στην εφορία.
- Ανήκουν στους επαγγελματίες που η ποιότητα των υπηρεσιών τους δεν είναι ό,τι καλύτερο.
Δυστυχώς, κάθε φορά που διακυβεύονται τα κακώς εννοούμενα κεκτημένα, το συνδικάτο τους μετατρέπεται σε φορέα βίας και εκτόξευσης απειλών.
Την βία την κατέγραψαν οι κάμερες στα λιμάνια και στα αεροδρόμια της χώρας, τις απειλές τις ακούσαμε όλοι από τα χείλη συνδικαλιστών που απειλούσαν ότι θα «χυθεί αίμα» αν «ανοίξει» το επάγγελμα τους. (Άραγε η ελληνική Δικαιοσύνη εξακολουθεί να παραμένει τυφλή ή βρίσκεται σε καλοκαιρινές διακοπές;)
Το πιο εξοργιστικό όμως είναι ότι οι συγκεκριμένοι επαγγελματίες επέλεξαν μια μορφή αγώνα που οδηγεί σε οικονομικό μαρασμό δεκάδες επαγγέλματα που ζουν από τον τουρισμό.
Αυτή είναι η λεγόμενη «μαγκιά» του κλάδου που δυστυχώς την έχουν υιοθετήσει και άλλες κατηγορίες επαγγελματιών αλλά και εργαζομένων, όπως της ΔΕΗ, του ΟΣΕ κ.ά. και οι οποίοι ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για το οικονομικό αδιέξοδο της χώρας.
Δεν είναι καιρός να αφυπνιστεί η κοινωνία και να αντιδράσει σε όλους αυτούς που καταλύουν κάθε έννοια Δημοκρατίας και ισονομίας;
Όσο εμείς δεν αντιδρούμε αυτοί θα συνεχίζουν να προκαλούν, μέχρι να πετύχουν το στόχο τους, γιατί απλά έτσι έχουν μάθει, τόσα χρόνια τώρα.
Υ.Γ. Ελπίζω το κείμενο μου να μην τύχει λογοκρισίας και να φιλοξενηθεί στο site, του οποίου έχω γίνει φανατική αναγνώστρια.
Πηγή: Ιστοσελίδα «Κρητών Περιφέρεια», 25 Ιουλίου 2011
http://kritonperiferia.gr/2011/07/25/i-%C2%ABmagkia%C2%BB-pou-prokali/#comment-48
Β.
Το έλλειμμα της λογικής
Πάσχος Mανδραβέλης
Το κύριο χαρακτηριστικό στη χώρα δεν είναι πλέον η παρανομία. Ούτε καν η κοινωνική αποδοχή της. Το βασικό στοιχείο πλέον είναι ο παραλογισμός. Δηλαδή, δεν πρέπει να υπάρχει χώρα σε ολόκληρο τον πλανήτη όπου το βασικό επιχείρημα μιας επαγγελματικής ομάδας στη διαπραγμάτευση με το κράτος είναι η παρανομία της. Οι κάτοχοι αδειών ταξί ισχυρίζονται ότι το άνοιγμα του επαγγέλματος θα ακυρώσει την «επένδυσή» τους, την οποία άλλοι ανεβάζουν στις 200.000 και άλλοι στις 300.000 ευρώ. Αυτό υποστηρίζουν και πολλοί «ευαίσθητοι» του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι μάλιστα έφτασαν να προτείνουν αποζημίωση των κατόχων αδειών.
Σε μια ευνομούμενη πολιτεία η αποζημίωση για την αξία των αδειών πιθανώς να ήταν θέμα διαβούλευσης. Στην Ελλάδα όμως, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι οι ταξιτζήδες, όλα έγιναν αδιαφανώς και κάτω από το τραπέζι. Μια τέτοια ομολογία, σε μια χώρα όπου όλοι σκούζουν για τη φοροδιαφυγή, θα είχε πυροδοτήσει αντιδράσεις. Το ΣΔΟΕ, η δικαιοσύνη, κάποιος τέλος πάντων, θα ευαισθητοποιείτο για τις αδιαφανείς συναλλαγές που έγιναν, ύψους 6 δισεκατομμυρίων ευρώ! (αν αληθεύει ο ισχυρισμός των ταξιτζήδων ότι η άδεια αξίζει 200.000 ευρώ). Εδώ, στην υπερευαίσθητη για τη φοροδιαφυγή Ελλάδα, όχι μόνο δεν συγκινείται κανείς για την ομολογημένη φοροκλοπή, αλλά υπάρχουν και βουλευτές που ισχυρίζονται ότι πρέπει να δοθεί στους παράνομους και μπόνους, είτε σε ρευστό είτε σε φοροαπαλλαγές.
Προ ημερών, ο πρόεδρος του Σωματείου Οδηγών Ταξί κ. Χρήστος Πέτρου κατήγγειλε τον ξυλοδαρμό του και την απόλυσή του επειδή οι εργαζόμενοι στα ταξί είναι υπέρ της απελευθέρωσης. Μαζί του απολύθηκαν και άλλοι τέσσερις οδηγοί που λογικώς τάσσονται υπέρ της απελευθέρωσης, μιας και στον κλάδο τους επικρατούν μεσαιωνικές συνθήκες εργασίας. Η είδηση αυτή (που θυμίζει εποχές μαφίας στις ΗΠΑ κατά τις αρχές του προηγούμενου αιώνα) πέρασε στα ψιλά. Ουδείς ασχολήθηκε με το θέμα και τίποτε δεν έγινε. Ακόμη και η υπερευαίσθητη για τα εργασιακά δικαιώματα Αριστερά σιώπησε. Υπάρχουν προφανώς εργαζόμενοι πολλών ταχυτήτων. Να συμφωνήσουμε ότι, όπως απέδειξε και η υπόθεση Κούνεβα, σ’ αυτήν τη χώρα νόμος είναι το δίκιο του τραμπούκου (πιθανώς εργοδότη). Αλλά αυτή η έλλειψη ευαισθησίας πρέπει να προβληματίσει. Η ατιμωρησία στη φριχτή υπόθεση Κούνεβα και η σιωπή για τον ξυλοδαρμό του κ. Πέτρου είναι, αν μη τι άλλο, πράσινο φως για περισσότερους τραμπουκισμούς.
Το βασικό έλλειμμα της χώρας δεν είναι οικονομικό. Είναι λογικής. Οι στρεβλώσεις είναι μακροχρόνιες. Τις συνηθίσαμε, έτσι ώστε το παράλογο πλέον μοιάζει λογικό. Εθεωρείτο φυσιολογικό, για παράδειγμα, να απαγορεύεται στην ουσία σε έναν φτωχό νέο να δοκιμάσει την τύχη του ως επαγγελματίας ιδιοκτήτης ταξί. Πρέπει να περάσει από τους «μαντράδες» και τους μεσάζοντες, να δανειστεί υποθηκεύοντας το σπίτι του για να αποκτήσει, όχι το αυτοκίνητο, αλλά την κρατική άδεια· ένα χαρτί φτιαγμένο για να εξυπηρετεί αυτούς που το έχουν και όχι αυτούς που θέλουν να δουλέψουν. Και το χειρότερο είναι ότι αυτός ο περιορισμός θεωρείται φιλολαϊκός και αριστερός. Οι τραμπούκοι των δρόμων έχουν διακομματική πολιτική υποστήριξη. Από τον κ. Αντώνη Σαμαρά («γεια σου Θύμιο»), μέχρι την κ. Τόνια Αντωνίου (και τους συνοδοιπόρους της στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ) και σύμπασα την Αριστερά. Και αν δεν καλυφθεί αυτό το έλλειμμα λογικής, όσες περικοπές κι αν κάνουμε η χώρα δεν έχει ελπίδα.
Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή», 31 Ιουλίου 2011
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_31/07/2011_451117
Το έλλειμμα της λογικής
Πάσχος Mανδραβέλης
Το κύριο χαρακτηριστικό στη χώρα δεν είναι πλέον η παρανομία. Ούτε καν η κοινωνική αποδοχή της. Το βασικό στοιχείο πλέον είναι ο παραλογισμός. Δηλαδή, δεν πρέπει να υπάρχει χώρα σε ολόκληρο τον πλανήτη όπου το βασικό επιχείρημα μιας επαγγελματικής ομάδας στη διαπραγμάτευση με το κράτος είναι η παρανομία της. Οι κάτοχοι αδειών ταξί ισχυρίζονται ότι το άνοιγμα του επαγγέλματος θα ακυρώσει την «επένδυσή» τους, την οποία άλλοι ανεβάζουν στις 200.000 και άλλοι στις 300.000 ευρώ. Αυτό υποστηρίζουν και πολλοί «ευαίσθητοι» του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι μάλιστα έφτασαν να προτείνουν αποζημίωση των κατόχων αδειών.
Σε μια ευνομούμενη πολιτεία η αποζημίωση για την αξία των αδειών πιθανώς να ήταν θέμα διαβούλευσης. Στην Ελλάδα όμως, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι οι ταξιτζήδες, όλα έγιναν αδιαφανώς και κάτω από το τραπέζι. Μια τέτοια ομολογία, σε μια χώρα όπου όλοι σκούζουν για τη φοροδιαφυγή, θα είχε πυροδοτήσει αντιδράσεις. Το ΣΔΟΕ, η δικαιοσύνη, κάποιος τέλος πάντων, θα ευαισθητοποιείτο για τις αδιαφανείς συναλλαγές που έγιναν, ύψους 6 δισεκατομμυρίων ευρώ! (αν αληθεύει ο ισχυρισμός των ταξιτζήδων ότι η άδεια αξίζει 200.000 ευρώ). Εδώ, στην υπερευαίσθητη για τη φοροδιαφυγή Ελλάδα, όχι μόνο δεν συγκινείται κανείς για την ομολογημένη φοροκλοπή, αλλά υπάρχουν και βουλευτές που ισχυρίζονται ότι πρέπει να δοθεί στους παράνομους και μπόνους, είτε σε ρευστό είτε σε φοροαπαλλαγές.
Προ ημερών, ο πρόεδρος του Σωματείου Οδηγών Ταξί κ. Χρήστος Πέτρου κατήγγειλε τον ξυλοδαρμό του και την απόλυσή του επειδή οι εργαζόμενοι στα ταξί είναι υπέρ της απελευθέρωσης. Μαζί του απολύθηκαν και άλλοι τέσσερις οδηγοί που λογικώς τάσσονται υπέρ της απελευθέρωσης, μιας και στον κλάδο τους επικρατούν μεσαιωνικές συνθήκες εργασίας. Η είδηση αυτή (που θυμίζει εποχές μαφίας στις ΗΠΑ κατά τις αρχές του προηγούμενου αιώνα) πέρασε στα ψιλά. Ουδείς ασχολήθηκε με το θέμα και τίποτε δεν έγινε. Ακόμη και η υπερευαίσθητη για τα εργασιακά δικαιώματα Αριστερά σιώπησε. Υπάρχουν προφανώς εργαζόμενοι πολλών ταχυτήτων. Να συμφωνήσουμε ότι, όπως απέδειξε και η υπόθεση Κούνεβα, σ’ αυτήν τη χώρα νόμος είναι το δίκιο του τραμπούκου (πιθανώς εργοδότη). Αλλά αυτή η έλλειψη ευαισθησίας πρέπει να προβληματίσει. Η ατιμωρησία στη φριχτή υπόθεση Κούνεβα και η σιωπή για τον ξυλοδαρμό του κ. Πέτρου είναι, αν μη τι άλλο, πράσινο φως για περισσότερους τραμπουκισμούς.
Το βασικό έλλειμμα της χώρας δεν είναι οικονομικό. Είναι λογικής. Οι στρεβλώσεις είναι μακροχρόνιες. Τις συνηθίσαμε, έτσι ώστε το παράλογο πλέον μοιάζει λογικό. Εθεωρείτο φυσιολογικό, για παράδειγμα, να απαγορεύεται στην ουσία σε έναν φτωχό νέο να δοκιμάσει την τύχη του ως επαγγελματίας ιδιοκτήτης ταξί. Πρέπει να περάσει από τους «μαντράδες» και τους μεσάζοντες, να δανειστεί υποθηκεύοντας το σπίτι του για να αποκτήσει, όχι το αυτοκίνητο, αλλά την κρατική άδεια· ένα χαρτί φτιαγμένο για να εξυπηρετεί αυτούς που το έχουν και όχι αυτούς που θέλουν να δουλέψουν. Και το χειρότερο είναι ότι αυτός ο περιορισμός θεωρείται φιλολαϊκός και αριστερός. Οι τραμπούκοι των δρόμων έχουν διακομματική πολιτική υποστήριξη. Από τον κ. Αντώνη Σαμαρά («γεια σου Θύμιο»), μέχρι την κ. Τόνια Αντωνίου (και τους συνοδοιπόρους της στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ) και σύμπασα την Αριστερά. Και αν δεν καλυφθεί αυτό το έλλειμμα λογικής, όσες περικοπές κι αν κάνουμε η χώρα δεν έχει ελπίδα.
Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή», 31 Ιουλίου 2011
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_31/07/2011_451117
Γ.
Συμβιβασμός με τον τραμπουκισμό
Στάμος Zούλας
Την καραμέλα για «μικρές μειοψηφίες τραμπούκων», σε προνομιούχες συντεχνίες την πιπιλάνε επί χρόνια τα πολιτικά μας κόμματα και οι στρατευμένοι συνδικαλιστές τους. Το ίδιο κάνουν τις ημέρες αυτές, με αφορμή τα όσα συμβαίνουν στα λιμάνια και τα αεροδρόμια της χώρας από τους «επαναστατημένους» ταξιτζήδες. Στηλιτεύουν τους τραμπουκισμούς και κανακεύουν τη «νομοταγή πλειοψηφία». Ζητούν την παράταση του διαλόγου, την αναστολή της απόφασης και εγκαλούν την κυβέρνηση «γιατί άνοιξε το θέμα μεσούσης της τουριστικής περιόδου». Πρόκειται για πολιτικές ανοησίες, που προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας. Διότι αν αυτή η πλειοψηφία υπήρχε θα έσπευδε πρώτη να αποδοκιμάσει και να απομονώσει τους τραμπούκους, οι οποίοι την εκθέτουν, έχοντας στρέψει, με ομόθυμη οργή, σύμπασα την ελληνική κοινωνία εναντίον της. Και επιπλέον. Αν ο τραμπουκισμός προέρχεται από μια «μικρή μειοψηφία», τότε γιατί έχει καταπτοήσει τα κόμματα και τη μισή Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ; Με τα «συμβιβαστικά» μέτρα που εισηγούνται και τις ενστάσεις για τον χρόνο εφαρμογής της απελευθέρωσης, στην ουσία δικαιώνουν τον «αγώνα των ακραίων». Δηλαδή, έμμεσα, αλλά σαφώς, θεωρούν αναμενόμενους ή αναπόφευκτους τους τραμπουκισμούς και τις αθλιότητες, που βιώνει η χώρα την περίοδο αυτή.
Κατά την κοινή λογική όσο ισχυρότερος έχει καταστεί ένας συντεχνιακός κλάδος, λόγω των προνομίων που του έχουν εκχωρήσει κατά καιρούς οι κυβερνήσεις «μας», τόσο βιαιότερες είναι οι αντιδράσεις, όταν απειληθούν «κεκτημένα» του. Ομως, στις περιπτώσεις αυτές η «νομοταγής πλειοψηφία», αν υπάρχει, δεν δικαιούται να παραμένει σιωπηρά και αμέτοχη. Για τον απλούστατο λόγο ότι εύλογα θα της καταλογισθεί «επιτήδεια ουδετερότητα» και καιροσκοπισμός, προκειμένου να καρπωθεί τις τυχόν «επιτυχίες» της «ακραίας μειοψηφίας». Αλλωστε, τις ίδιες αυτές ημέρες με την κατάργηση ή τη συνένωση διαφόρων δημοσίων οργανισμών, που ανακοίνωσε ο κ. Βενιζέλος, απειλούνται με απόλυση ή «εργασιακή εφεδρεία» 7.000 υπάλληλοι. Προφανώς, όμως, πως αυτοί δεν διαθέτουν μια «μειοψηφία τραμπούκων» για να εκβιάσει την πολιτεία και να πτοήσει τα κόμματα. (Για να μην αναφερθούμε στα εκατομμύρια των μισθωτών, των συνταξιούχων και των μικρομεσαίων, οι οποίοι ενώ έχουν υποστεί την πλέον άδικη- κοινωνικώς- αφαίμαξη, παραμένουν «ανεκπροσώπητοι», μη διαθέτοντας «μειοψηφίες τραμπούκων» και τη συνακόλουθη «πολιτική προστασία»).
Πρωτίστως, όμως, όλα αυτά πιστοποιούν την ανεπάρκεια της πλειονότητος του πολιτικού μας κόσμου και την ανικανότητά του να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Κατά ιλαροτραγική λογική σχεδόν όλα τα κόμματά μας συμφωνούν πως τα μέτρα που μας επιβάλλει η τρόικα αποβλέπουν στην αποκατάσταση εκτρωματικών καταστάσεων, οι οποίες είναι αποτέλεσμα της πολιτικής φαυλότητος, με την οποία κυβερνήθηκε η χώρα τις τελευταίες τουλάχιστον τρεις 10ετίες. Προσθέτουν, επίσης, ότι οφείλαμε να τα είχαμε λάβει προ πολλού εμείς και όχι να μας επιβληθούν. Οταν, όμως, φτάσει η στιγμή της εφαρμογής τους η πλειονότητα των πολιτικών μας (κόμματα και βουλευτές) υποτροπιάζουν στη νοοτροπία του παλαιοκομματισμού και της φαυλότητας· ξαναπιάνουν δουλειά στο μικρομάγαζο του απευκταίου πολιτικού κόστους και του αδίστακτου κομματικού κέρδους. Και για να το πούμε πιο απλά. Αν στη μάχη της απελευθέρωσης του επαγγέλματος του ταξιτζή επικρατήσει η «μειοψηφία του τραμπουκισμού», δεν θα έχει ηττηθεί ο κ. Ραγκούσης. Θα έχει ταπεινωθεί –και μάλιστα μέχρι γελοιοποιήσεως– η πλειονότητα των πολιτικών μας ταγών…
Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή», 31 Ιουλίου 2011
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_31/07/2011_451110
Συμβιβασμός με τον τραμπουκισμό
Στάμος Zούλας
Την καραμέλα για «μικρές μειοψηφίες τραμπούκων», σε προνομιούχες συντεχνίες την πιπιλάνε επί χρόνια τα πολιτικά μας κόμματα και οι στρατευμένοι συνδικαλιστές τους. Το ίδιο κάνουν τις ημέρες αυτές, με αφορμή τα όσα συμβαίνουν στα λιμάνια και τα αεροδρόμια της χώρας από τους «επαναστατημένους» ταξιτζήδες. Στηλιτεύουν τους τραμπουκισμούς και κανακεύουν τη «νομοταγή πλειοψηφία». Ζητούν την παράταση του διαλόγου, την αναστολή της απόφασης και εγκαλούν την κυβέρνηση «γιατί άνοιξε το θέμα μεσούσης της τουριστικής περιόδου». Πρόκειται για πολιτικές ανοησίες, που προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας. Διότι αν αυτή η πλειοψηφία υπήρχε θα έσπευδε πρώτη να αποδοκιμάσει και να απομονώσει τους τραμπούκους, οι οποίοι την εκθέτουν, έχοντας στρέψει, με ομόθυμη οργή, σύμπασα την ελληνική κοινωνία εναντίον της. Και επιπλέον. Αν ο τραμπουκισμός προέρχεται από μια «μικρή μειοψηφία», τότε γιατί έχει καταπτοήσει τα κόμματα και τη μισή Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ; Με τα «συμβιβαστικά» μέτρα που εισηγούνται και τις ενστάσεις για τον χρόνο εφαρμογής της απελευθέρωσης, στην ουσία δικαιώνουν τον «αγώνα των ακραίων». Δηλαδή, έμμεσα, αλλά σαφώς, θεωρούν αναμενόμενους ή αναπόφευκτους τους τραμπουκισμούς και τις αθλιότητες, που βιώνει η χώρα την περίοδο αυτή.
Κατά την κοινή λογική όσο ισχυρότερος έχει καταστεί ένας συντεχνιακός κλάδος, λόγω των προνομίων που του έχουν εκχωρήσει κατά καιρούς οι κυβερνήσεις «μας», τόσο βιαιότερες είναι οι αντιδράσεις, όταν απειληθούν «κεκτημένα» του. Ομως, στις περιπτώσεις αυτές η «νομοταγής πλειοψηφία», αν υπάρχει, δεν δικαιούται να παραμένει σιωπηρά και αμέτοχη. Για τον απλούστατο λόγο ότι εύλογα θα της καταλογισθεί «επιτήδεια ουδετερότητα» και καιροσκοπισμός, προκειμένου να καρπωθεί τις τυχόν «επιτυχίες» της «ακραίας μειοψηφίας». Αλλωστε, τις ίδιες αυτές ημέρες με την κατάργηση ή τη συνένωση διαφόρων δημοσίων οργανισμών, που ανακοίνωσε ο κ. Βενιζέλος, απειλούνται με απόλυση ή «εργασιακή εφεδρεία» 7.000 υπάλληλοι. Προφανώς, όμως, πως αυτοί δεν διαθέτουν μια «μειοψηφία τραμπούκων» για να εκβιάσει την πολιτεία και να πτοήσει τα κόμματα. (Για να μην αναφερθούμε στα εκατομμύρια των μισθωτών, των συνταξιούχων και των μικρομεσαίων, οι οποίοι ενώ έχουν υποστεί την πλέον άδικη- κοινωνικώς- αφαίμαξη, παραμένουν «ανεκπροσώπητοι», μη διαθέτοντας «μειοψηφίες τραμπούκων» και τη συνακόλουθη «πολιτική προστασία»).
Πρωτίστως, όμως, όλα αυτά πιστοποιούν την ανεπάρκεια της πλειονότητος του πολιτικού μας κόσμου και την ανικανότητά του να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Κατά ιλαροτραγική λογική σχεδόν όλα τα κόμματά μας συμφωνούν πως τα μέτρα που μας επιβάλλει η τρόικα αποβλέπουν στην αποκατάσταση εκτρωματικών καταστάσεων, οι οποίες είναι αποτέλεσμα της πολιτικής φαυλότητος, με την οποία κυβερνήθηκε η χώρα τις τελευταίες τουλάχιστον τρεις 10ετίες. Προσθέτουν, επίσης, ότι οφείλαμε να τα είχαμε λάβει προ πολλού εμείς και όχι να μας επιβληθούν. Οταν, όμως, φτάσει η στιγμή της εφαρμογής τους η πλειονότητα των πολιτικών μας (κόμματα και βουλευτές) υποτροπιάζουν στη νοοτροπία του παλαιοκομματισμού και της φαυλότητας· ξαναπιάνουν δουλειά στο μικρομάγαζο του απευκταίου πολιτικού κόστους και του αδίστακτου κομματικού κέρδους. Και για να το πούμε πιο απλά. Αν στη μάχη της απελευθέρωσης του επαγγέλματος του ταξιτζή επικρατήσει η «μειοψηφία του τραμπουκισμού», δεν θα έχει ηττηθεί ο κ. Ραγκούσης. Θα έχει ταπεινωθεί –και μάλιστα μέχρι γελοιοποιήσεως– η πλειονότητα των πολιτικών μας ταγών…
Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή», 31 Ιουλίου 2011
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_31/07/2011_451110
Δ.
ΓΝΩΜΕΣ
…δέκα μέρες κοσκινίζει
Μάκης Βοϊτσίδης
Το κίνημα της απραξίας έχει δύο θέσεις, ανάλογα με τις περιστάσεις. Η πρώτη, ότι τίποτε σ’ αυτήν τη χώρα δεν πρέπει ν’ αλλάξει. Η δεύτερη, ότι δεν πρέπει ν’ αλλάξει σήμερα. Για παράδειγμα, οι πρυτάνεις είναι πεπεισμένοι ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο δε χρειάζεται αλλαγή. Είναι «δημόσιο» και «δημοκρατικό», άρα τα πράγματα πάνε μια χαρά. Και ακριβώς επειδή τα πράγματα πάνε μια χαρά, οι σύνοδοί τους ξοδεύονται άλλοτε με το πώς θα μείνει άθικτο το ακαδημαϊκό άσυλο –οπότε τα Προπύλαια του πανεπιστημίου της Αθήνας θα είναι γεμάτα από αφγανικά τσαντίρια και αφρικανικά χαϊμαλιά και μέσα θα κυκλοφορούν τα «βαποράκια» των ναρκωτικών– και άλλοτε με το πώς θα αυξηθεί η κρατική χρηματοδότηση. Συγκροτημένη πρόταση για μεταρρυθμίσεις που να προέκυψε από την πανεπιστημιακή κοινότητα και να μιλά για σπουδές, αξιολόγηση, ανάδειξη οργάνων δεν έχει ακουστεί.
Αντίθετα, στην περίπτωση των ταξιτζήδων έχουμε την εκδοχή «ναι μεν, αλλά...». Ναι μεν το επάγγελμα δεν μπορεί να μείνει κλειστό, ναι μεν τα διακοσοχίλιαρα για τις άδειες δεν μπορεί να αλλάζουν χέρια κάτω από το τραπέζι, ναι μεν οι μισθωτοί οδηγοί πρέπει να εκμεταλλεύονται το προϊόν της εργασίας τους (εδώ λίγο μπερδεύτηκε το ΚΚΕ που θέλει να είναι με τους μισθωτούς, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να πει «όχι» στην κυβέρνηση, γι’ αυτό τελικά είναι με τους ιδιοκτήτες), ναι μεν ο κοινωνικός τσαμπουκάς δεν είναι ανεκτός, αλλά το λάθος είναι του Ραγκούση που άνοιξε το θέμα καλοκαιριάτικα. Βεβαίως, εάν ο Ραγκούσης άνοιγε το θέμα χειμωνιάτικα, οι οδηγοί ταξί θα καταλάμβαναν την εθνική οδό, οπότε δε θα μπορούσαν να κινηθούν τα βυτιοφόρα, αν το άνοιγε φθινοπωριάτικα, δε θα μπορούσαν να πάνε τα βαμβάκια στα εκκοκκιστήρια, αν το άνοιγε ανοιξιάτικα, θα σάπιζαν οι φράουλες στα καφάσια, και γενικώς, όποιος δε θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει. Εντέλει, κρίνοντας από τις αντιδράσεις της Δεξιάς, της Αριστεράς, της Αριστεροδεξιάς και του βαθέος ΠΑΣΟΚ, δηλαδή σχεδόν όλου του πολιτικού φάσματος, ζούσαμε στον παράδεισο και δεν το ξέραμε. Ισως η μόνη μεταρρύθμιση που χρειαζόταν η χώρα ήταν αυτή που θέλει η ΓΣΕΕ, να προστεθούν και άλλα επαγγέλματα στη λίστα των βαρέων και ανθυγιεινών, αλλά να μην αφαιρεθεί κανένα. Ενδεχομένως, κι αυτό που ζητούσε η Νέα Δημοκρατία τις πρώτες μέρες του αντιπολιτευτικού παροξυσμού της, να μονιμοποιηθούν τα stage και όποιος πέρασε έξω από δημόσια υπηρεσία. Αλλά τότε, γιατί τόσα χρόνια όλοι γκρίνιαζαν; Αβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Πηγή: εφημερίδα «Ο Αγγελιοφόρος της Κυριακής», 31 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=105047
…δέκα μέρες κοσκινίζει
Μάκης Βοϊτσίδης
Το κίνημα της απραξίας έχει δύο θέσεις, ανάλογα με τις περιστάσεις. Η πρώτη, ότι τίποτε σ’ αυτήν τη χώρα δεν πρέπει ν’ αλλάξει. Η δεύτερη, ότι δεν πρέπει ν’ αλλάξει σήμερα. Για παράδειγμα, οι πρυτάνεις είναι πεπεισμένοι ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο δε χρειάζεται αλλαγή. Είναι «δημόσιο» και «δημοκρατικό», άρα τα πράγματα πάνε μια χαρά. Και ακριβώς επειδή τα πράγματα πάνε μια χαρά, οι σύνοδοί τους ξοδεύονται άλλοτε με το πώς θα μείνει άθικτο το ακαδημαϊκό άσυλο –οπότε τα Προπύλαια του πανεπιστημίου της Αθήνας θα είναι γεμάτα από αφγανικά τσαντίρια και αφρικανικά χαϊμαλιά και μέσα θα κυκλοφορούν τα «βαποράκια» των ναρκωτικών– και άλλοτε με το πώς θα αυξηθεί η κρατική χρηματοδότηση. Συγκροτημένη πρόταση για μεταρρυθμίσεις που να προέκυψε από την πανεπιστημιακή κοινότητα και να μιλά για σπουδές, αξιολόγηση, ανάδειξη οργάνων δεν έχει ακουστεί.
Αντίθετα, στην περίπτωση των ταξιτζήδων έχουμε την εκδοχή «ναι μεν, αλλά...». Ναι μεν το επάγγελμα δεν μπορεί να μείνει κλειστό, ναι μεν τα διακοσοχίλιαρα για τις άδειες δεν μπορεί να αλλάζουν χέρια κάτω από το τραπέζι, ναι μεν οι μισθωτοί οδηγοί πρέπει να εκμεταλλεύονται το προϊόν της εργασίας τους (εδώ λίγο μπερδεύτηκε το ΚΚΕ που θέλει να είναι με τους μισθωτούς, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να πει «όχι» στην κυβέρνηση, γι’ αυτό τελικά είναι με τους ιδιοκτήτες), ναι μεν ο κοινωνικός τσαμπουκάς δεν είναι ανεκτός, αλλά το λάθος είναι του Ραγκούση που άνοιξε το θέμα καλοκαιριάτικα. Βεβαίως, εάν ο Ραγκούσης άνοιγε το θέμα χειμωνιάτικα, οι οδηγοί ταξί θα καταλάμβαναν την εθνική οδό, οπότε δε θα μπορούσαν να κινηθούν τα βυτιοφόρα, αν το άνοιγε φθινοπωριάτικα, δε θα μπορούσαν να πάνε τα βαμβάκια στα εκκοκκιστήρια, αν το άνοιγε ανοιξιάτικα, θα σάπιζαν οι φράουλες στα καφάσια, και γενικώς, όποιος δε θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει. Εντέλει, κρίνοντας από τις αντιδράσεις της Δεξιάς, της Αριστεράς, της Αριστεροδεξιάς και του βαθέος ΠΑΣΟΚ, δηλαδή σχεδόν όλου του πολιτικού φάσματος, ζούσαμε στον παράδεισο και δεν το ξέραμε. Ισως η μόνη μεταρρύθμιση που χρειαζόταν η χώρα ήταν αυτή που θέλει η ΓΣΕΕ, να προστεθούν και άλλα επαγγέλματα στη λίστα των βαρέων και ανθυγιεινών, αλλά να μην αφαιρεθεί κανένα. Ενδεχομένως, κι αυτό που ζητούσε η Νέα Δημοκρατία τις πρώτες μέρες του αντιπολιτευτικού παροξυσμού της, να μονιμοποιηθούν τα stage και όποιος πέρασε έξω από δημόσια υπηρεσία. Αλλά τότε, γιατί τόσα χρόνια όλοι γκρίνιαζαν; Αβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Πηγή: εφημερίδα «Ο Αγγελιοφόρος της Κυριακής», 31 Ιουλίου 2011
http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=105047
Φωτογραφία: http://www.themovingarts.com/surprises-in-taxi-driver/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου