17.7.12

Η έλαφος των άστρων



Η έλαφος των άστρων
Γιάννης Τριάντης


Θες να το πεις γιατροσόφι, παρηγοριά στον (υπαρξιακά) άρρωστο, παραμύθι με τέλος έναν απροσπέλαστο τείχο; Πες το. Ομως η ανακάλυψη του Κέπλερ δεν είναι σήμα κενό. Ούτε οι άλλοι πλανήτες που πιάνονται στα δίχτυα των δορυφόρων, τους οποίους στέλνουν οι «μικροί θεοί» στο διάστημα, έντρομοι μπροστά στο μεγάλο κενό της γνώσης τους για τη σπίθα της Υπαρξης... Παλεύουν με τη μοίρα τους οι «μικροί θεοί» της γης.

Αγωνίζονται να βρουν πειστικές απαντήσεις. Ποντάρουν στο «διαλυτικό» επιστήμης για να εξαφανιστεί ο «λεκές» της πίστης, που -δήθεν- κρατάει δεμένους πισθάγκωνα τους ανθρώπους. Πιστεύουν ότι βρίσκονται κοντά στο «σωματίδιο του θεού», ελπίζουν, πανηγυρίζουν, οπισθοχωρούν, προσπαθούν εκ νέου, αλλά βρίσκονται πάντοτε στο ίδιο σημείο. Μυρμηγκάκια εν απογνώσει χωρίς να το δείχνουν, χαζεύουν τις χορογραφίες του χάους, μα δεν μεταλαβαίνουν ούτε δράμι από τα μυστικά του Σύμπαντος... Τζάμπα κόπος, παιδιά του CERN. Το μόνο που αξίζει είναι το διαρκές της αγωνίας, η προσμονή του επόμενου Κέπλερ, το πρωί του νέου μύθου, το απόβραδο του καινούργιου παραμυθιού από τους παππούδες της επιστήμης. Πεπερασμένο το σύμπαν της γνώσης. Η αδυναμία να καταλάβουν το «τι και το πώς», το «γιατί και ποιος» θα συνοδεύει για πάντα το γένος των βροτών. Σ’ αυτό, συγγενεύουμε με τ’ άστρα, θα ‘λεγε ο Καρούζος. Γιατί, «Κ’ η μοίρα των άστρων θα είναι τέφρα/ θα είναι μια μεγάλη πυρική»... Σε κουβέντα να βρισκόμαστε, λοιπόν. Να περνούν μπροστά μας οι Κέπλερ και τα μποζόνια, να παρελαύνουν τα εκατομμύρια έτη φωτός σαν κατοχικό χάρτινο χρήμα -δισεκατομμύρια άχρηστα στα παλιά δισάκια-, να κοκορεύεται η επιστήμη, και μεις να ξέρουμε πως το μόνο βέβαιο είναι το χάος που θα μας καταπιεί. Τίποτε άλλο...

Ο «χαμένος κρίκος»

Πλημμυρίς δημοσιευμάτων για το μποζόνιο Χιγκς ή σωματίδιο του Θεού. Ενδεικτικώς, από την «Καθημερινή»:

- «Υπομονή πρέπει να κάνουν όσοι ανέμεναν με κομμένη αναπνοή την ανακοίνωση του CERN περί εντοπισμού του “σωματιδίου του Θεού” ή μποζονίου Higgs.

Οι δύο ομάδες επιστημόνων που παρουσίασαν χθες τα αποτελέσματα των ερευνών στον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων υποστήριξαν ότι κατέγραψαν μεν “συναρπαστικά ίχνη” της ύπαρξης του σωματιδίου, που θα μας βοηθήσει στην αποκρυπτογράφηση των μυστικών του σύμπαντος και τη δημιουργία του κόσμου μετά το Μπιγκ Μπανγκ, αλλά επ’ ουδενί δεν διαθέτουν στοιχεία τέτοια που να τους επιτρέψουν να ανακράξουν “εύρηκα”. Τα στοιχεία για μια τέτοια ανακοίνωση θα τα διαθέτουν -συν Θεώ- εντός του επόμενου έτους».

- «Το μποζόνιο Higgs είναι ο “χαμένος κρίκος” του καθιερωμένου προτύπου της Φυσικής. Η ανακάλυψή του θα σημαίνει γύρισμα σελίδας στην ιστορία των φυσικών επιστημών, ενώ η αδυναμία να γίνει αυτό θα σήμαινε ότι τα βιβλία της φυσικής των σωματιδίων θα έπρεπε να γραφούν εξαρχής».


Πηγή: εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 15 Δεκεμβρίου 2011
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=332142
Γράφημα: http://thebrowser.com/reports/hunt-higgs-boson

16.7.12

Ο Fred Boissonnas επιστρέφει στην Ελούντα μετά από έναν αιώνα

 

Η Βιβλιοθήκη «Μανώλης Φουντουλάκης», από κοινού με το Ριζάρειο Ίδρυμα και την Ελβετική Πρεσβεία στην Αθήνα, διοργανώνει στην Ελούντα έκθεση του διάσημου Ελβετού φωτογράφου Fred Boissonnas, που απαθανάτισε σε γυάλινες πλάκες τοπία της Κρήτης, ήθη, έθιμα και ανθρώπους, πριν από ακριβώς 100 χρόνια, αφού οι φωτογραφίες έχουν ληφθεί μεταξύ των ετών 1911 και 1913.
Η τεχνική της ορθοχρωματικής πλάκας, που καθιέρωσε στο παγκόσμιο φωτογραφικό στερέωμα τον Ελβετό φωτογράφο, οδοιπόρο και θερμό φιλέλληνα Fred Boissonnas (1858-1946), αποδίδει με μοναδική πιστότητα για τα δεδομένα της τότε εποχής τις καλλιτεχνικές ευαισθησίες και την αγάπη του για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της.
Τα εκτιθέμενα έργα αποτελούν τμήμα της έκθεσης με τίτλο: «Fred Boissonnas, Εικόνες της Ελλάδας» Συλλογή Ριζαρείου Ιδρύματος που έχει ήδη πραγματοποιηθεί με μεγάλη επιτυχία στο Μονοδένδρι Ιωαννίνων και εν συνεχεία σε Θεσσαλονίκη, Λωζάνη, Αμβέρσα, Λονδίνο, Ναύπλιο, Κέρκυρα και τώρα στην Ελούντα.
Ιδανικός χώρος για τη φιλοξενία των φωτογραφιών της Κρήτης, που για πρώτη φορά εκτίθενται στο νησί, προσφέρεται ο παραλιακός εκθεσιακός χώρος του Κοινοτικού Καταστήματος Ελούντας, χώρος που «συνομιλεί» τόσο με τη Σπιναλόγκα (στην οποία κατά τη διάρκεια του φετινού καλοκαιριού φιλοξενείται η διεθνούς φήμης εικαστική έκθεση του Κώστα Τσόκλη) όσο και με το Κανάλι της Ελούντας, όπου έχουν τραβηχτεί οι δυο χαρακτηριστικές φωτογραφίες της Συλλογής με την παλιά ξύλινη κινητή γέφυρα.
Τα εκθέματα ανήκουν στο Ριζάρειο Ίδρυμα. Η ιδέα και υλοποίηση της συλλογής του υλικού ήταν του αείμνηστου Άγγελου Κίτσου, τη δε επιμέλεια της ‘Εκθεσης έχει αναλάβει ο φωτογράφος Τάκης Αναγνωστόπουλος.

Εκθεσιακός χώρος Κοινοτικού Καταστήματος Ελούντας
Εγκαίνια : Σάββατο 28 Ιουλίου 2012, ώρα 19.00
Διάρκεια έκθεσης : 28 Ιουλίου – 31 Αυγούστου 2012
Ώρες λειτουργίας: 18.00-21.00 καθημερινά
Τηλ επικοινωνίας για ραντεβού: 6945 755655, 6974792688

Τα εγκαίνια της Έκθεσης θα γίνουν το Σάββατο 28 Ιουλίου 2012 και ώρα 19.00 από τον Πρέσβη της Ελβετίας στην Αθήνα κ. Lorenzo Amberg και το Μέλος του Πολυμελούς Συμβουλίου του Ριζαρείου Ιδρύματος κ. Νίκο Χούλη. Θα ακολουθήσει αφιέρωμα στο φωτογράφο και το έργο του με θέμα «Ο Boissonnas, μετά από έναν αιώνα, επιστρέφει στην Ελούντα», με ομιλητές τον κ Gad Borel, φωτογράφο από τη Γενεύη, απόγονο και μελετητή του Boissonnas και τον κ. Ηρακλή Παπαϊωάννου, Επιμελητή του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης καθώς και η παρουσίαση των φωτογραφιών και του Λευκώματος «Fred Boissonnas - Εικόνες της Ελλάδας», έκδοσης Ριζαρείου Ιδρύματος, που θα διατίθεται κατά τη διάρκεια της Έκθεσης.
Χορηγοί και υποστηρικτές της Έκθεσης είναι η Περιφερειακή Ενότητα Λασιθίου, η Δημοτική Ενότητα Ελούντας, η εταιρία Μινωικές Γραμμές Α.Ν.Ε., ο Σύλλογος των Απανταχού εξ Ελούντας Κρητών «Η Σπιναλόγκα» και ο κατάλογος καθημερινά μεγαλώνει.
Η Βιβλιοθήκη «Μανώλης Φουντουλάκης» ιδρύθηκε από τα μέλη της οικογένειας και με τη συμπαράσταση των φίλων και υποστηρικτών του αγώνα του αείμνηστου Μανώλη Φουντουλάκη, ο οποίος μέχρι την τελευταία του πνοή δεν έπαψε να μάχεται για την άρση του κοινωνικού αποκλεισμού των χανσενικών, την αγάπη στο συνάνθρωπο και τη λατρεία του για την ιδιαίτερη πατρίδα του την Ελούντα και την Κρήτη.
Σκοπός της είναι η διαφύλαξη και ανάδειξη της τοπικής ιστορίας, του πολιτισμού και της παράδοσης στην Ελούντα, η καλλιέργεια της φιλομάθειας και της βιβλιοφιλίας στη νέα γενιά και ιδίως στα παιδιά.
Η εγκατάσταση της Βιβλιοθήκης στο φιλόξενο χώρο του Δημοτικού Σχολείου Ελούντας, όπου λειτουργεί και ως δανειστική βιβλιοθήκη, σχεδιάστηκε και κατασκευάσθηκε με την ευγενική προσφορά της παραγωγής της τηλεοπτικής σειράς «Το Νησί». Κατά τη διάρκεια των πρώτων 18 μηνών ζωής της, λειτούργησε ως ένα κύτταρο πολιτισμού που έλειπε από τον τόπο, με την επανέκδοση της μετάφρασης στην ελληνική του βιβλίου του Ζουλιέν Γκριβέλ «Η νόσος του Χάνσεν στην Ελλάδα και στην Κρήτη κατά τον 20ό αιώνα», παρουσιάσεις βιβλίων στην Ελούντα, στον Άγιο Νικόλαο και στην Αθήνα, διαγωνισμό αποστήθισης στίχων του Ερωτόκριτου για τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου της Ελούντας κ.α.
 
Πηγή: μπλόγκ MERABELLO LIBRO D' ORO, 11 Ιουλίου 2012
http://librodoro.blogspot.gr/2012/07/fred-boissonnas.html?utm_source=feedburner&utm_medium=email&utm_campaign=Feed:+MerabelloLibroDOro+%28MERABELLO+LIBRO+D%27+ORO%29

14.7.12

Ακούστε τη μουσική που δυναμώνει πάνω από την Ευρώπη!



Εποχή πνευματικής και υλικής χρεοκοπίας στην Ευρώπη; Μια πολύτιμη ευκαιρία για να αναδυθεί το «Νόημα»
Θανάσης Ν. Παπαθανασίου



Ακούστε τη μουσική που δυναμώνει πάνω από την Ευρώπη! Βαλκυρίες - η όπερα του Βάγκνερ! Πολεμικές θεότητες της σκανδιναβικής και γερμανικής ιθαγένειας, νεκροπομποί των μαχητών που έπεφταν στις μάχες, οι Βαλκυρίες προσωποποιούν εμβληματικά το μεδούλι του παγανισμού τους: τη δίψα για ισχύ. Την ίδια εποχή με τον Βάγκνερ, αυτό το παγανιστικό μεδούλι το αναδιατύπωσε με έναν συνταρακτικό φιλοσοφικό λόγο ο Νίτσε, στους περίφημους αφορισμούς του για την αποθέωση της ισχύος. Kαι μισόν αιώνα αργότερα, μέσα από περίεργες διαδρομές της ιστορίας[1] Βάγκνερ και Νίτσε αποτέλεσαν πηγές έμπνευσης για την τρομακτικότερη έκφραση της ισχύος στην πολιτική: τον Ναζισμό. Κι άλλα πενήντα χρόνια αργότερα, ακριβώς με τις Βαλκυρίες του Βάγκνερ έντυσε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα την κλασική σκηνή του κινηματογραφικού του έργου “Αποκάλυψη τώρα”, όπου στον ορίζοντα αναδύονται αμερικανικά αεροπλάνα για να ρίξουν βόμβες ναπάλμ στο βιετναμέζικο χωριό.
Οι Βαλκυρίες ουδέποτε σίγησαν στο διάβα των αιώνων. Σήμερα όμως ακούγονται εκκωφαντικά πάνω από την Ευρώπη και απειλούν να καλύψουν άλλες μουσικές της. Πρόκειται για έναν διχασμό που αφορά την ίδια την ψυχή της Ευρώπης. Είναι ο ίδιος διχασμός που εντόπισε ο Ρενέ Ζιράρ αναλύοντας το φαινόμενο του Ναζισμού. Ο Ναζισμός, είπε, έσπασε προγραμματικά την παράδοση της αλληλεγγύης προς τα θύματα της ζωής, παράδοση την οποίαν είχε εμφυτεύσει στην Ευρώπη ο Χριστιανισμός[2]. “Τι είναι βλαβερότερο από οποιαδήποτε διαστροφή;”. Είχε μονολογήσει ο Νίτσε. “Η ενεργός συμπόνια προς όλους τους εκφυλισμένους και τους αδύναμους – ο Χριστιανισμός»[3].
Σήμερα, λοιπόν, ζούμε ακριβώς αυτό: την αρχέγονη σύγκρουση παγανισμού και Χριστιανισμού, ειδώλων και ευαγγελίου, ισχύος και αγάπης. Οι Βαλκυρίες επελαύνουν με τη μορφή του νεοφιλελευθερισμού και των αγορών, δηλαδή των δυνάμεων που μετατρέπουν τα πάντα σε εμπόρευμα, έχουν μόνη αρχή την κατίσχυση και εμπεριέχουν την ανθρωποθυσία χάριν της φυσικής τάξης. Να το πούμε αυτό με βιβλική γλώσσα; Αντεπιτίθεται η κατ’ εξοχήν αντίθεη θρησκεία: η θρησκεία του Μαμωνά.
Θέατρο της σύγκρουσης αυτής είναι ολόκληρος ο αναπτυγμένος κόσμος. Μα η Ευρώπη είναι εκ των πραγμάτων σπιτικό μας, και γι’ αυτό επικεντρώνω σ’ αυτήν και στο ειδικό της βάρος. Στην προαναφερθείσα επισήμανσή του ο Zιράρ είπε το αυτονόητο: Την αλληλεγγύη την είχε εμφυτεύσει στην Ευρώπη ο Χριστιανισμός. Ο Χριστιανισμός, με άλλα λόγια, υπήρξε ένας ταξιδιώτης και ένας νεωτεριστής που ρηγμάτωσε ποικιλοτρόπως την πατρογονική ευρωπαϊκή ταυτότητα (τη διέκοψε ή τη μπόλιασε, κατά περίπτωση). Εδώ λοιπόν ερχόμαστε στο πρώτο κρίσιμο σημείο: στη θέση που κατέχει η εντοπιότητα, η ιθαγένεια. Στην παγανιστική οπτική ο άνθρωπος αληθεύει μένοντας για πάντα αυτό που έτυχε να γεννηθεί, αυτό που ήταν ανέκαθεν ο λαός του, η γη του, το αίμα του. Για τον παγανισμό, δηλαδή, κριτήριο της αληθείας είναι η ιθαγένεια. Για τον Χριστιανισμό, όμως, πηγή της αληθείας δεν είναι η ιθαγένεια, ούτε και αποτελούν συμπαγή ενότητα ο πολιτισμός και η θρησκεία. Ο Χριστιανισμός έφερε μιαν επανάσταση: αναγνώρισε τη δυνατότητα του υποκειμένου (δηλαδή του κάθε ανθρώπου) να επιλέξει μιαν άλλη αλήθεια από την πατρογονική, να μετασχηματίσει τον πολιτισμό του, ακόμα και να έρθει σε ρήξη με τα πατρογονικά του χάριν της αληθείας που επέλεξε. Για τον Χριστιανισμό η αλήθεια έρχεται από έξω· είναι ο ερχόμενος Θεός. Κι έτσι, αληθεύω όταν ανταμώνω τον ριζικά Άλλον - όχι τα ίδια μου τα σωθικά! Ο Χριστιανισμός, συνεπώς, δώρισε στην ανθρωπότητα την απάντηση στο αδιέξοδο που είχε έξοχα καταγράψει η αρχαιοελληνική τραγωδία. Δώρισε το άλμα στην ελευθερία: τη δυνατότητα του ανθρώπου να επιλέξει την αλήθεια χωρίς να δεσμεύεται από το αίμα του κι από το παρελθόν του[4].
Οι Βαλκυρίες κραδαίνουν υπέρ αυτών το χθόνιο, το πατροπαράδοτο, την ιθαγένεια με την χονδροειδή έννοια του “αίματος και της γης” (του Blut und Boden των Ναζί). Οι αγορές και οι χρηματιστηριακές συναλλαγές, όμως; Αυτές δεν δεσμεύονται πλέον από εθνικά σύνορα, κι έτσι μοιάζει να μη σχετίζονται διόλου με την έννοια της ιθαγένειας. Και όμως! Οι αγορές και οι κερδοσκοπικές χρηματιστηριακές συναλλαγές εκπροσωπούν την ιθαγένεια στην εξτρεμιστικότερη μορφή της: στην απόλυτη αυτονόμηση του ατόμου, την κυνική δικαίωση του εγωισμού και την αντιμετώπιση των πάντων (πραγμάτων και ανθρώπων) ως αναλώσιμων. Ο εγωισμός είναι η αρχαία ιθαγένεια του ανθρώπου. Είναι το να αντλείς νόημα από τον ίδιο σου τον εαυτό - από το χώμα που είσαι φτιαγμένος.
Σήμερα οι Ευρωπαίοι έχουν να αποφασίσουν αν την ψυχή τους θα την εκφράσει η γηγενής θρησκεία της ισχύος ή η ταξιδιωτική πίστη που ισχυρίζεται ότι ο τόπος συνάντησης ανθρώπου και Θεού είναι το πρόσωπο των ανίσχυρων. Βασικό, λοιπόν, κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της σημερινής συγκυρίας, θεωρώ το να δούμε τη ευρωπαϊκή ψυχή σε διχασμό. Η Ευρώπη δεν είναι ένα πράγμα, η Δύση δεν είναι ένα πράγμα, όπως συχνά αφελώς και αυτοδοξαστικά νομίζουμε. Δεν είναι μόνο το βασίλειο του ορθολογισμού. Είναι και η αμφισβήτηση του διαφωτισμού[5]. Δεν είναι μόνο η μήτρα του αποικιοκρατικού Χριστιανισμού. Είναι και η κοιτίδα του πιο ανελέητα αυτοκριτικού Χριστιανισμού[6]. Επιτρέψτε μου ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της συνθετότητας: Τον Φεβρουάριο 2003 δυο κορυφαίοι ευρωπαίοι φιλόσοφοι, ο Γερμανός Γιούργκεν Χάμπερμας και ο Γάλλος Ζακ Ντεριντά συνυπέγραψαν μια διακήρυξη για το ηθικό χρέος της Ευρώπης. Βασικό ερώτημα στο οποίο επιχείρησε να απαντήσει το κείμενο είναι αν η Ευρώπη έχει πλέον να δώσει κάτι, και αν δύναται πια να μιλά για ιδιαίτερη ταυτότητά της, αφού “η δυτική νοοτροπία, που έχει τις ρίζες της στην ιουδαϊκή-χριστιανική παράδοση” έχει πλέον γίνει παγκόσμια πραγματικότητα. Η διακήρυξη απαντά πως, ναι, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία ευρωπαϊκής ιδιοπροσωπίας, όπως, λόγου χάριν, η προθυμία να διδαχτεί κανείς από τα ιστορικά του λάθη, η αποδοχή της διαφορετικότητας, ο σκεπτικισμός απέναντι στις αγορές και την τεχνολογική πρόοδο, η δυσανεξία απέναντι στη βία και η προτίμηση της αλληλεγγύης υπό την επίδραση “των εργατικών κινημάτων και των χριστιανικών-κοινωνικών παραδόσεων”[7].
Η διακήρυξη είναι, προδήλως, αισιόδοξη και έχει στραμμένο το βλέμμα μάλλον στη φωτεινή πλευρά της ευρωπαϊκής ψυχής. Από την άλλη, όμως, είναι πραγματικότητα και η φαιά Ευρώπη, που κλίνει γόνυ στην ισχύ. Το 1996 ο Παναγιώτης Κονδύλης είχε γράψει τα εξής, σχεδόν προφητικά:
“Οι καταστάσεις ανάγκης και οι κρίσεις μπορούν να ενεργοποιήσουν τόσο κεντρομόλες όσο και φυγόκεντρες δυνάμεις, να γεννήσουν τόσο αλληλεγγύη όσο και διαμάχη [...]. Η αλληλεγγύη (με την κοινωνιολογική, όχι με την ψυχολογική έννοια) προκύπτει όταν το πρόβλημα της λήψεως αποφάσεων λύνεται δεσμευτικά [...]. Αλλιώς είτε δημιουργείται άμεση σύγκρουση, είτε επικρατούν οι κεντρόφυγες δυνάμεις με βάση την αρχή ‘ο σώζων εαυτόν σωθήτω’. Ποιον απ’ τους δύο δρόμους θα πάρει η Ευρώπη δεν μπορεί ακόμα να λεχθεί με έσχατη βεβαιότητα. Πριν από λίγον καιρό ακόμη ήταν δυνατό να κατανέμεται η ευημερία, και απ’ αυτό επωφελήθηκαν όλοι σε απόλυτα μεγέθη, μολονότι μερικοί επωφελήθηκαν περισσότερο συγκριτικά με άλλους. Όμως η ώρα της αλήθειας θα σημάνει όταν στην ημερήσια διάταξη δεν θα βρίσκεται πλέον η κατανομή της ευημερίας, αλλά η κατανομή σημαντικών βαρών. Η ένοχη συνείδηση, η οποία, έμμεσα τουλάχιστον, απετέλεσε ίσαμε σήμερα το κίνητρο της γερμανικής ταμειακής γενναιοδωρίας, θα μπορούσε να μετατραπεί σε απροθυμία ή και σε επιθετικότητα, αν η χαμηλή απόδοση των άλλων θα απαιτούσε από τη Γερμανία εξαιρετικές θυσίες ως αντιστάθμισμα σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Ίσαμε σήμερα δεν υπάρχουν ενδείξεις εκ μέρους άλλων ευρωπαϊκών εθνών ότι είναι διατεθειμένα να κάνουν θυσίες για χάρη τρίτων· και η έφεση προς αλληλέγγυα συμπεριφορά εξασθενίζει σήμερα και στο εσωτερικό των διαφόρων ευρωπαϊκών εθνών”[8].
Η συγκυρία είναι πράγματι περίεργη. Η Ευρώπη στατιστικά αποχριστιανοποιείται, και το δημογραφικό κέντρο βάρους του Χριστιανισμού έχει μετακινηθεί στον Τρίτο Κόσμο. Ωστόσο, ακριβώς αυτή τη συγκυρία, η Ευρώπη οφείλει να τη ζήσει ως οδυνηρή ευκαιρία για αναπροσανατολισμό.
Εδώ η Ορθοδοξία αντιμετωπίζει άλλη μια φορά το αιώνιο στοίχημά της: να κατορθώσει να συζητήσει μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία. Όχι απλώς “να ακουστεί”. Και το παραλήρημα ακούγεται, και το ροχαλητό ακούγεται! Το θέμα είναι, η Ορθοδοξία να γίνει συνομιλητής του σήμερα και να μαρτυρήσει την αλήθεια της με τη γλώσσα του σήμερα. Πράγμα που σημαίνει να μην είναι αντίλαλος μιας φωνής που κάποτε είχε ξεστομιστεί, επιτυχημένα πιθανότατα, αλλά κάποτε. Καυχώμαστε, για παράδειγμα, ότι είμαστε η Εκκλησία των συνόδων. Σήμερα όμως αγκομαχάμε για να πραγματοποιήσουμε μια πανορθόδοξο σύνοδο. Γιατί; Αδυνατούμε να αναχαιτίσουμε τον ενδορθόδοξο εθνικοθρησκευτικό ανταγωνισμό. Γιατί; Χρειάζεται να απαντήσουμε ταπεινά σε τέτοια ερωτήματα, κι όχι να διατυπώνουμε έναν λόγο «ζητωρθόδοξο» (όπως θα έλεγε ο δάσκαλός μου Παναγιώτης Νέλλας), έναν λόγο ναρκισσιστικό, που κομπάζει αυτιστικά για την υπεροχή της Ορθοδοξίας και εν τέλει θέτει την Ορθόδοξη παρουσία έξω από την ιστορία.
Στη σημερινή αναμέτρηση, λοιπόν, χρειάζεται να δούμε στοχαστικά, εξομολογητικά και μετανοητικά ποιες παρουσίες συνθέτουν τους δύο τρόπους υπάρξεως, τον παγανιστικό αφ’ ενός και τον ευαγγελικό αφ’ ετέρου. Η ένταξη σε καθένα απ’ αυτά τα δύο μέτωπα δεν είναι θέμα ταμπέλας, αλλά τρόπου ζωής. Κάθε μορφή εξουσιαστικού και ιεροεξεταστικού Χριστιανισμού ανήκει στον παγανισμό. Πολλές φορές στην ιστορία αυτό που λογίζεται ως χριστιανική επικράτηση δεν ήταν παρά νίκη του παγανισμού κατ’ ουσίαν. Το “κατακυριεύειν” και “κατεξουσιάζειν” ο Χριστός το απέδωσε ρητά στους άρχοντες των εθνών και αντιδιέστειλε ευθέως τους μαθητές του απ’ αυτό[9]. Και παρόμοια, παγανισμό και μαγεία διδάσκουμε όταν υποστηρίζουμε ότι τα μυστήρια δύνανται να τελεστούν καθ’ αυτά, σαν χημικές διαδικασίες ερήμην της έγνοιας για την αγάπη.[10] Αυτές οι αντιδιαστολές φρονώ ότι οφείλουν να ορίσουν τη στάση των Ορθοδόξων σε τρία χαρακτηριστικά πεδία της σημερινής ευρωπαϊκής συγκυρίας: Την οικονομία, την πολιτική και τις σπουδές.
Πώς αντιλαμβανόμαστε, άραγε, την οικονομική κρίση; Ως ένα ατύχημα; Είναι μια βλάβη, που αίφνης έπληξε έξωθεν το καλοκουρδισμένο σύστημα της ελεύθερης αγοράς; Ή μήπως, αντιθέτως, καθαυτό το σύστημα (ακόμα δηλαδή και όταν λειτουργούσε ρολόι) αποτελεί ανθρωπολογική βλάβη; Τι άλλο, παρά βλάβη, είναι ένα σύστημα που έχει στη φύση του την αποθέωση του ατομικού κέρδους, τον θαυμασμό προς τον πλουτισμό, την αντιμετώπιση του κόσμου ως ιδιοκτησίας και την αποδοχή της αδικίας ως θεμιτής παράπλευρης απώλειας; Το καθεστώς που κυριάρχησε μέχρι τώρα, και το οποίο ο Κονδύλης είχε ονομάσει “μαζική δημοκρατία”, εδράστηκε σε κάτι πρωτόφαντο στην ιστορία: στη δυνατότητα για συνεχή αύξηση των υλικών προσδοκιών. Έτσι, τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η μαζική παραγωγή, η μαζική κατανάλωση, η εννόηση του πολίτη ως καταναλωτή. Η ίδια η πραγμάτωση του ανθρώπου θεωρήθηκε δυνατή μόνο υπό όρους αφθονίας και κατανάλωσης.[11] Αλλά την πλεονεξία η Πατερική παράδοση δεν την θεωρεί ηθικό παράπτωμα. Την θεωρεί άλλη θρησκεία, στοιχούμενη στην επισήμανση του Παύλου ότι η πλεονεξία “εστίν ειδωλολατρία”! [12]
Είναι χαρακτηριστικό ότι αρκετοί εκκλησιαστικοί λόγιοι ασκούν στον καπιταλισμό όση κριτική τους επιτρέπει η χαρά που ένιωσαν ανακαλύπτοντας στον Μαξ Βέμπερ και στον συσχετισμό Καλβινισμού και καπιταλισμού μια συνηγορία κατά των αιρετικών. Αλλά πέραν αυτού του αυτοδοξασμού, μυωπάζουν μπροστά στην ανάπτυξη ενός ενδορθόδοξου καλβινισμού! Επικαλούνται μεν διάφορα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, που μιλούν για την φιλανθρωπία, αποσιωπούν όμως τα συγκλονιστικά πατερικά κείμενα τα οποία προχωρούν βαθύτερα, κρίνουν τις δομές, αποτρέπουν από συναλλαγές με τους ισχυρούς, αποδοκιμάζουν το πιστωτικό σύστημα, μαστιγώνουν την τοκογλυφία (σύννομη και παράνομη), καταδικάζουν ως φόνο την αποστέρηση του εργατικού μισθού κλπ[13]. O καψερός ο Βέμπερ πολλά θα είχε να μάθει από σημερινούς Ορθοδόξους που είναι ανενδοίαστα επιδέξιοι και σε μπίζνες και σε ευχέλαια. Σε έναν παγανισμό, δηλαδή, μεταμφιεσμένο σε Χριστιανισμό!
Σύμφυτο με την οικονομική κρίση είναι ένα πρόβλημα στο δεύτερο εκ των τριών πεδίων που ανέφερα. Ένα πρόβλημα απολύτως επίκαιρο και ζωτικής κρισιμότητας για την Ευρώπη: η έκλειψη της πολιτικής. Πολιτική είναι να δρας με όραμα και να κάνεις αυτό που, αν δεν το κάνεις, δεν θα γίνει ποτέ από μόνο του. Αντιθέτως, όμως, τώρα σαρώνει η πεποίθηση ότι η οικονομία δεν είναι θέμα οράματος και επιλογής, αλλά μια λογιστική διαδικασία, η οποία έχει έναν και μόνο μόνο τρόπο χειρισμού όπως, για παράδειγμα, η πρόσθεση γίνεται μόνο με έναν τρόπο! Υπό τη δεσποτεία αυτής της πεποίθησης, η πολιτική συνεχίζει μεν να υπάρχει, αλλά απλώς ως φάντασμα: ως γραφείο διεκπεραίωσης των εντολών του κερδοσκοπικού κεφαλαίου. Εδώ, λοιπόν, οφείλει να είναι αποφασιστική η συμβολή των Χριστιανών, ως συνηγορία υπέρ της πολιτικής: υπέρ της ευθύνης, δηλαδή, του ανθρώπου να αλλάζει τον κόσμο με τις επιλογές και τις πράξεις του. Στην ιθαγένεια των Βαλκυριών πλησίον είναι εξ ορισμού ο όμαιμος, και στην ιθαγένεια του νεοφιλελευθερισμού πλησίον είναι μόνος ο εαυτός. Στον Χριστιανισμό, όμως, ο πλησίον δεν “είναι”. “Γίνεται”! Αυτό μας λέει η παραβολή του καλού Σαμαρείτη. Η παραβολή ξεκίνησε με την ερώτηση του κόσμου “τις εστίν ο πλησίον;”, και έκλεισε με την αντερώτηση του Χριστού “Τις εγένετο ο πλησίον;”[14]. Η εγγύτητα δεν υπάρχει, αλλά φτιάχνεται μέσα από την αληλέγγυα πράξη, από το μυστήριο του να αναγνωρίζεις τον Κύριό σου στο πρόσωπο οιουδήποτε ελαχίστου. Μιλώντας, λοιπόν, για πολιτική, δεν μιλώ για κομματική υποτέλεια και για την κομματοκρατία που αποσαθρώνει κοινωνίες. Μιλώ για τη συμμετοχή στη συνάρθρωση του κοινού βίου και για το μεδούλι της χριστιανικής ύπαρξης: να ρηγματώνεις το γκρίζο της καθημερινότητας με το φως της Ανάστασης. Αλλά αυτό τι σημαίνει στην πράξη; Δύνανται, άραγε, σήμερα οι Ορθόδοξοι να μην κομπορρημονούν για την προίκα τους, αλλά να τη δοκιμάσουν στο χτίσιμο νέων πολιτικών μορφών, κοντά στην άμεση δημοκρατία, στα κοινωνικά κινήματα και την προσωπική ευθύνη; Ή αδιάκοπα οι “υιοί του αιώνος τούτου” θα αποδεικνύονται “φρονιμότεροι υπέρ τους υιούς του φωτός”;
Ο δημόσιος χώρος οφείλει να είναι το φόρουμ όπου κατατίθενται, εκτίθενται και λογοδοτούν όλες οι προτάσεις νοηματοδότησης της ανθρώπινης ζωής, άρα και οι θρησκείες. Οι θρησκείες δεν μπορούν να εγκιβωτίζονται στην ιδιωτική σφαίρα, όπως υποστηρίζουν οι θιασώτες της ακραίας laïcité. Ούτε όμως και να μετατρέπονται σε κρατικές υπηρεσίες. Στον δημόσιο χώρο, λοιπόν! Αλλά το ζήτημα είναι πώς ίστασαι στον δημόσιο χώρο. Η ταυτότητα κάθε θρησκείας δεν αποτελεί έναν φυσικό αριθμό, αλλά ένα πηλίκον: ένα κλάσμα, δηλαδή μια σχέση, μεταξύ του θρησκευτικού ένδον αφενός και της άποψής του για τον γύρω κόσμο αφετέρου.
Σε κάθε εποχή οι μαθητές του Χριστού πολιορκούνται από τον πειρασμό της “υπερευσέβειας”. Θυμηθείτε το ευαγγελικό περιστατικό με την κωμόπολη των Σαμαρειτών. Όταν οι Σαμαρείτες αρνήθηκαν να δεχτούν τον Χριστό και τη συντροφιά του, οι μαθητές ζήτησαν από τον Χριστό να κατεβάσει φωτιά από τον ουρανό και να κάψει τους αντιρρησίες. Ο Χριστός όμως τους επετίμησε: “Ξεχάσατε ποιο πνεύμα κατευθύνει τη ζωή σας· ο υιός του ανθρώπου δεν ήρθε να καταστρέψει ανθρώπους, αλλά να τους σώσει”[15]. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι με βάση μια φονταμενταλιστική λογική, το δίκιο το είχαν οι μαθητές! Διότι προφανώς είχαν κατά νου το περιστατικό με τον προφήτη Ηλία, ο οποίος είχε κατεβάσει φωτιά από τον ουρανό και κατέσφαξε τους ιερείς του Βάαλ. Αλλά ο Χριστός δεν έφερε την ειδωλολατρία των χωρίων! Έφερε μια νέα θέαση των πραγμάτων, η οποία τη θεοκρατία δεν τη θεωρεί αρετή, αλλά βλασφημία. Αυτή η διελκυστίνδα, λοιπόν, μαθητών - Χριστού, γίνεται ιδιαίτερα επίκαιρη στις μέρες μας. Διάφοροι θρησκευτικοί κύκλοι διατυπώνουν έναν λόγο μαχητικό, κοινωνικά ριζοσπαστικό, ακόμα και επικριτικό προς το πολιτικό σύστημα. Αλλά εδώ ακριβώς χρειάζεται να στήσουμε προσεκτικό αυτί! Συχνά πρόκειται για έναν λόγο ο οποίος χαίρεται με την εξαχρείωση της δημοκρατίας, διότι ουδέποτε αγάπησε τη δημοκρατία και κρυφονοσταλγεί την άρση της. Ο λόγος αυτός εισέρχεται μεν στον δημόσιο χώρο για να ακουστεί, επικαλείται τη δημοκρατία για να ακουστεί, αλλά ονειρεύεται να βγάλουν τον σκασμό όλοι οι άλλοι. Όμως ο κοινωνικός ριζοσπαστισμός που παίρνει διαζύγιο από την ελευθερία είναι πάντα μήτρα ολοκληρωτισμού. Είτε του ολοκληρωτισμού τον οποίον λαχταρούν λαϊκιστικά μισαλλόδοξα ευρωπαϊκά πολιτικά κινήματα, είτε του ολοκληρωτισμού τον οποίον καλλιεργούν στο εσωτερικό τους οι θεοκρατικές κοινότητες. Για παράδειγμα, ένα από τα οξύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη είναι η διελκυστίνδα δημοκρατικών αξιών αφενός και σαρίας αφετέρου, στην περίπτωση φανατικών μουσουλμανικών κοινοτήτων που επιθυμούν να είναι περίκλειστες, αδιάβροχες από το φως του δημοσίου χώρου, ανέγγιχτες από την κριτική σκέψη και ανέπαφες από πανανθρώπινα δικαιώματα[16]. Αλλά το κρίσιμο για μας εδώ δεν είναι να καταδείξουμε τον εφιάλτη του φανατικού Ισλάμ. Αυτό είναι εύκολο. Το κρίσιμο είναι να απορρίψουμε κάθε φανατισμό ως βλασφημία κατά του ζώντος Θεού.
Και εδώ αναδύεται το τρίτο χρέος: Η θεολογία πρέπει να κατορθώσει να συμμετάσχει στη συγκρότηση ενός επείγοντος μετώπου: του μετώπου των σπουδών στοχασμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η νεοφιλελεύθερη επίθεση συνοδεύτηκε από συρρίκνωση των ανθρωπιστικών σπουδών και από ενίσχυση των τεχνοκρατικών, δηλαδή των σπουδών εκείνων που αντιλαμβάνονται τον άνθρωπο απλώς ως διαχειριστή ενός μηχανισμού, η ύπαρξη του οποίου φαντάζει δεδομένη και αναντίρρητη. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι οι σπουδές στοχασμού δεν χρειάζεται να είναι μια ιδιαίτερη ομάδα, αντίπαλη προς τις τεχνολογικές σπουδές, αλλά ένα ζωογόνο νεύρο που θα διαπερνά όλες τις σπουδές, τεχνολογικές και ανθρωπιστικές. Αλλά για να μπορέσει να συμμετάσχει η θεολογία σε ένα τέτοιο μέτωπο, θα πρέπει να απαλλαγεί από κάθε αυτισμό, και να κατορθώσει να δείξει στους εταίρους της ότι έχει θέση ανάμεσά τους. Θα πρέπει να κατορθώσει να μιλήσει μια κοινή γλώσσα: να δείξει ότι κάθε άποψη περί νοηματοδοτήσεως του ανθρωπίνου βίου δεν βρίσκεται με “χημεία”, όπως άλλωστε δεν πρόκειται να βρούμε ανάμεσα στα συστατικά ενός αυτοκινήτου την επιλογή του οδηγού για το πού θα πάει. Το νόημα δεν φυτρώνει· φτιάχνεται ή επιλέγεται από το άνθρωπο, βάσει της ελευθερίας του να στοχαστεί μέσω κάθε δυνατότητας της ύπαρξής του, να ερμηνεύσει τον κόσμο και να τον οραματιστεί σε άλλη μορφή, πέρα από την τωρινή.
Πάνω από την Ευρώπη οφείλουν να ενταθούν άλλες μουσικές, οι οποίες δύνανται να διαψεύσουν την ακροτελεύτια φράση του Κονδύλη. Να ενταθούν οι μπαλάντες των Κελτών μοναχών που παρενέβαιναν στην πολιτική εξουσία για να απελευθερώσουν αιχμαλώτους, όπως ο βυζαντινός άγιος Ακάκιος είχε διαθέσει τα ιερά σκεύη των εκκλησιών για να θρέψει Πέρσες αιχμαλώτους. Να ακουστεί το ριζίτικο του φραγκισκανού Μαξιμίλιαν Κόλμπε, που περιέθαλπε Εβραίους και πήρε εκούσια τη θέση ενός αγνώστου του για να εκτελεστεί στο Άουσβιτς, όπως ο Μητροπολίτης και ο δήμαρχος της Ζακύνθου έγραψαν τα δικά τους ονόματα στη λίστα των Εβραίων του νησιού, που τους είχαν ζητήσει οι Ναζί. Πάνω από την Ευρώπη οφείλει να ακουστεί το σιγόντο των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, που το 1997, δέκα χρόνια πριν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης ζήτησαν να αποκατασταθεί η “προτεραιότητα του ανθρωπίνου προσώπου από τα οικονομικά συμφέροντα” και “να αφεθούν τα χρέη των πτωχών κρατών”[17]. Πάνω από την Ευρώπη οφείλει να ακουστεί το τραγούδι του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη, όπως μας το τραγούδησε το πολυεθνικό Ορθόδοξο μοναστήρι στην καρδιά της Βρετανίας: “Πολλοί έλαβαν τη χάρη, κι όχι μόνον απ’ όσους μένουν στην Εκκλησία, αλλά κι απ’ όσους βρίσκονται έξω απ’ αυτήν - γιατί δεν υπάρχει προσωποληψία στον Κύριο [...]. Αν αγαπάμε αλλήλους με απλότητα καρδιάς, θα μας δείξει ο Κύριος πολλά θαύματα με το Άγιο Πνεύμα και θα μας αποκαλύψη μεγάλα μυστήρια [...]. Ο Θεός είναι Αγάπη αχόρταγη...”[18]. Είναι λάθος να νομίσουμε ότι απέναντι στον αχόρταγο νεοφιλελευθερισμό μπορούν να αντιπαραταχθούν χορτάτοι. Αχόρταγοι πρέπει να αντιπαρατεθούν! Οι πεινώντες και διψώντες τη δικαιοσύνη, οι διάκονοι ενός Θεού που δεν χορταίνει την αγάπη!

Σημειώσεις

[1] Μιλώ για “περίεργες διαδρομές της ιστορίας”, διότι η στάση του Νίτσε απέναντι στον Βάγκνερ πέρασε από τον θαυμασμό στην εναντίωση. Βλ. ενδεικτικά Joachim Köhler, Nietzsche and Wagner. A Lesson in Subjugation, εκδ. Υale University Press, New Haven and London 1998. Από την άλλη, έχει υποστηριχτεί και ότι ο Ναζισμός στην πραγματικότητα χρησιμοποίησε τον Νίτσε διαστρέφοντάς τον. Βλ. λ.χ. H.- G. Gadamer, T. W. Adorno, M. Horkheimer, Για τον Νίτσε (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου), εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2003.
[2] René Girard, Εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν… (μτφρ. Ευγενία Γραμματικοπούλου), εκδ. Εξάντας-Νήματα, Αθήνα 2002, σσ. 29-33.
[3] Friedrich Nietzsche, Ο Αντίχριστος. Aνάθεμα κατά του Χριστιανισμού (μτφρ. Βαγγέλης Δουβαλέρης), εκδ. Ιδεόγραμμα, Αθήνα 2007, σ. 36.
[4] Για το ζήτημα της ιθαγένειας βλ. το ημέτερο “Η κοινότητα ως βρόχος. Η αποστολή της Εκκλησίας στη σκοτεινή πλευρά της σελήνης”, στο: “Πολιτισμός και Διαφορετικότητα. Εμείς και οι άλλοι” (επιμ. Δημήτριος Γ. Μαγριπλής), εκδ. Αντ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 333-352.
[5] Κλασσικό παράδειγμα το έργο των Μαξ Χορκχάιμερ και Τέοντορ Αντόρνο, Η διαλεκτική του Διαφωτισμού (μτφρ. Ζήσης Σαρίκας), εκδ. Ύψιλον / Βιβλία, Αθήνα 1986. Βλ. και Δημήτριος Ουλής, “Ορθός λόγος και διαφωτισμός. Αποφατικός και εσχατολογικός λόγος”, στο: Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα (επιμ. Παντελής Καλαϊτζίδης και Νίκος Ντόντος), εκδ. Ίνδικτος, Αθήναι 2007, σσ. 55-77.
[6] Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, “(Ιερ)αποστολ(ικ)ή: Μια υπόθεση με πάρα πολλές παρενθέσεις. Ζητήματα σπουδής, από την Ευρώπη μέχρι τον Τρίτο Κόσμο σήμερα”, Σύναξη 103 (2007), σσ. 67-76.
[7] Γιούργκεν Χάμπερμας, Η διάσπαση της Δύσης (μτφρ. Αναστασία Δασκαρόλη), εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2007, σσ. 87-96.
[8] Παναγιώτης Κονδύλης, Από τον 20ό στον 21ο αιώνα. Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, εκδ. Θεμέλιο 21998, σ. 104. Ο Κονδύλης υποστήριξε, με έναν πεσιμιστικό τόνο, ότι η ανατολή του 21ου αιώνα βρήκε το ειδικό βάρος της Ευρώπης σε υποχώρηση. Παλιότερα ολόκληρος ο πλανήτης συνομαδωνόταν πέριξ των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών. Στους δύο παγκοσμίους πολέμους, για παράδειγμα, ολόκληρος ο κόσμος χόρεψε σε ρυθμούς που έπαιζε η Ευρώπη. Τώρα όμως τα ευρωπαϊκά έθνη καλούνται να συνομαδωθούν βάσει των πλανητικών ανταγωνισμών και των τεκταινομένων αλλού, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. (ό.π., σ. 98.).
[9] Ματθ. 20: 25-26.
[10] Βλ. τα μελετήματά μου “Οι εικόνες της Βασιλείας. Κάποια αθέατα του Καβάσιλα και κάποιοι πειρασμοί της Ευχαριστιακής μας θεολογίας”, Σύναξη 114 (2010), σσ. 13-21, και “Η Εκκλησία ως αποστολή. Ένα κριτικό ξανακοίταγμα της λειτουργικής θεολογίας του π.Αλεξάνδρου Σμέμαν”, Θεολογία 80 (2009), σσ. 67-108.
[11] Βλ. Παναγιώτης Kονδύλης, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού. Από τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 2000, σσ. 231-235.
[12] Κολ. 3:5. Ο καθηγ. Σωτήρης Δεσπότης μου επεσήμανε (και τον ευχαριστώ γι’ αυτό) ότι η έρευνα έχει δείξει πως στο συγκεκριμένο χωρίο η “πλεονεξία” αφορά μάλλον σε σεξουαλικά πάθη (πρβλ. Εφεσ. 5:3-5 κ.ά.). Σε κάθε περίπτωση, πάντως, νομίζω ότι παραμένει πολύτιμη η προθυμία των Πατέρων (οι οποίοι εννόησαν το χωρίο αυτό ως καταδίκη της πλεονεξίας με την τρέχουσα έννοια) να καταδείξουν το ασύμβατο χριστιανικής ταυτότητας και πλουτοκρατίας. Βλ. χαρακτηριστικά Μ. Βασίλειος, Εις τον προφήτην Ησαΐαν, 1, PG 30, 212 CD .
[13] Βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Κοινωνική δικαιοσύνη και Ορθόδοξη θεολογία, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 32006.
[14] Αντίστοιχα: “Και τις εστί μου ο πλησίον;” και “Τις... πλησίον δοκεί σοι γεγονέναι του εμπεσόντος εις τους ληστάς;” (Λουκ. 10: 29, 36).
[15] Λουκ. 9: 55-56. Για τη διαχρονική δυσκολία αυτού του χωρίου βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Η ιεραποστολή ως ελπίδα και ως εφιάλτης, εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 22009, σσ. 249-250.
[16] Βλ. Νίκος Κοτζιάς, “Αντιλήψεις για τις διατλαντικές σχέσεις και ο μέλλον τους”, πρόλογος στο: Χάμπερμας, ό.π., ιδίως σσ. 28-33.
[17] Γρηγόριος Λαρεντζάκης, “Θρησκεία και πολιτική στη νέα Ευρώπη”, στο: Πολιτική και θρησκείες (επιμ. Κωσταντίνος Β. Ζρμπάς), εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2007, σσ. 259-260.
[18] αρχιμ. Σωφρονίου, Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκδ. Ι. Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 41988, σσ. 192 και 78.

Εισήγηση στο 4ο Συνέδριο Ελληνορθόδοξης Παιδείας και Τεχνολογίας (Πολιτισμικό Σπουδαστήριο Αγίου Νικολάου Έγκωμης), με θέμα «Κύπρος και Ευρώπη σε δίσεκτους χρόνους», Λευκωσία, Κυριακή 11 Μαρτίου 2012 .

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Manifesto τ. 35 (Ιούλιος- Αυγουστος 2012), σσ. 32-36.

πηγή: Aντίφωνο, 12 Ιούλιος 2012
http://www.antifono.gr/portal/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B5%CF%82/%CE%A6%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CF%83%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1-%CE%95%CF%80%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1/o%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CE%A0%CE%B1%CF%81%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B9%CE%AC%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82/3768-%CE%95%CF%80%CE%BF%CF%87%CE%AE-%CF%80%CE%BD%CE%B5%CF%85%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%85%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CF%87%CF%81%CE%B5%CE%BF%CE%BA%CE%BF%CF%80%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%95%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B73b-%CE%9C%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B7-%CE%B5%CF%85%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%BD%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B4%CF%85%CE%B8%CE%B5%CE%AF-%CF%84%CE%BF-22%CE%9D%CF%8C%CE%B7%CE%BC%CE%B122.html
 
Ζωγραφιά: Κώστας Γραμματόπουλος «Αιγαίο XXV»

28.6.12

Αντίσταση



Αντίσταση
Γκαζμέντ Καπλάνι


«Αντίσταση» είναι μια λέξη «μπεστ σέλερ» στην Ελλάδα. Επειδή ζούμε σε καιρούς δύσκολους, διαισθάνομαι ότι σύντομα θα υπάρξει πληθωρισμός των λέξεων «αντίσταση» και «αντιστασιακός». Γι' αυτό θα ήθελα να πω δυο λόγια για το πώς φαντάζομαι τον πραγματικό αντιστασιακό του σήμερα και του αύριο. Πραγματική αντίσταση σήμερα στην Ελλάδα είναι να μην παραδίνεσαι στην επικρατούσα αισθητική του τσαμπουκά, της μαγκιάς και του φθόνου.
Να αντιστέκεσαι στο ρατσισμό και στη ρατσιστική βία. Απέναντι στο ρατσιστή να νιώθεις Πακιστανός, Αλβανός, Εβραίος, γκέι, κακοποιημένη γυναίκα, άστεγος. Με λίγα λόγια, Ανθρωπος. Να αντιστέκεσαι όχι μόνο στη φυλετική βία, αλλά και στην ιδεολογική. Γιατί ρατσιστής και μισαλλόδοξος είναι και ο φανατικός που σε θεωρεί εχθρό εάν δεν συμφωνείς με τη γνώμη του ή εάν δεν ανήκεις στο συνάφι του - και ας κυματίζει σημαίες αντιρατσιστικές και διεθνιστικές.
Η πραγματική αντίσταση στην Ελλάδα του σήμερα είναι να μην προσπαθείς να βρεις άλλοθι για τις αποτυχίες και το αίσθημα μειονεξίας απέναντι στο σήμερα πιασμένος με παιδιάστικο πείσμα από το άδειο πουκάμισο των «ένδοξων προγόνων». Αντίσταση είναι να λες: «Εγώ και μόνο εγώ είμαι υπεύθυνος για τη μοίρα μου». Αντίσταση είναι να μη βολεύεσαι με τον πανεύκολο ρόλο του θύματος και να μην ατροφήσεις το μυαλό σου με θεωρίες συνωμοσίας.
Αντίσταση είναι να μην κάνεις ιδανικό σου το Ακίνητο, να μη φοβάσαι την αλλαγή και το διαφορετικό. Αντίσταση είναι να ξέρεις να ακούς, να μην κλειστείς στο καβούκι σου, να αφήσεις ανοιχτή την πόρτα του μυαλού σου και ας σου λέει ο μπαμπάς, η μαμά και όλο το σόι ότι έτσι θα «πουντιάσεις». Να σιχαίνεσαι τους ξερόλες και να έχεις περισσότερες απορίες παρά απαντήσεις. Αντίσταση σημαίνει να μην παραδίνεσαι στο λαϊκισμό, να μην μπερδεύεις την ατελή δημοκρατία με τη χούντα. Αντίσταση είναι να μη συνηθίζεις το πρόσωπο του Τέρατος.
Να μην περιμένεις τη σωτηρία σου από τους σωτήρες, αλλά να χτίζεις το μέλλον με υπομονή και κόπο, μαζί με τους διπλανούς σου. Αντίσταση είναι να αγαπάς χωρίς συμπλέγματα την πατρίδα σου, να μη φοβάσαι την ευθύνη, να φοβάσαι τους ανεύθυνους, τους βίαιους, τους πατριδοκάπηλους, τους θρησκόληπτους, τους ανθρώπους που τόσα χρόνια έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι.
... και μία ωραία πρωία -μεσούντος κάποιου Ιουλίου- βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας «Δώστε τη χούντα στο λαό» ...

Πηγή: Metropolis.gr, 21 Ιουνίου 2012
http://www.metropolispress.gr/apopseis-bar/me-lene-europi/item/%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7

25.6.12

Ο δε καιρός οξύς, η δε κρίσις χαλεπή



EΝΑ ΒΛΕΜΜΑ
Ο δε καιρός οξύς, η δε κρίσις χαλεπή
Nίκος Γ. Ξυδάκης


Την περασμένη εβδομάδα, μετά πολλούς αλλεπάλληλους μήνες αγωνίας, κι ενώ τα διλήμματα περί την εκλογή κορυφώνονταν, εν μέσω διάχυτου δέους και απειλών Αποκαλύψεως, διαβάζοντας λαχανιασμένα ξένους αναλυτές, οικονομοπροφήτες και γεωπολιτικούς, έλαμψε το μέλλον: Η παρτίδα υπό τους τρέχοντες όρους δεν σώζεται. Αλλά το παιχνίδι δεν τέλειωσε.
Η δοκιμασία, κλιμακούμενη επί τριετία, φέρνει κατάπληξη, φόβο, πόνο, ασφυξία, αλλά και αστραπές ελπίδας. Οσο μεγαλύτερα τα βάρη της δοκιμασίας, τόσο πιο αβάσταχτη η αναμονή, σε έναν χρόνο που πήζει γύρω μας και μας φυλακίζει. Αλλά και τόσο εναργέστερη η αίσθηση ότι στο τέρμα αυτού του σπιράλ δεν καραδοκεί μεγαλύτερος πόνος, αλλά ανακούφιση και λύτρωση. Διότι τώρα το μεγαλύτερο άχθος είναι η αναμονή, να νιώθεις τα ζωτικά υγρά να ρέουν έξω απ’ το σώμα και να μην μπορείς να διακόψεις την απορροή, να μην μπορείς να αναπληρώσεις τις απώλειες.
Ο βίος βραχύς, η δε τέχνη μακρή, ο δε καιρός οξύς, η δε πείρα σφαλερή, η δε κρίσις χαλεπή… Ο Ιπποκράτης ψιθυρίζει το ίαμα της σοφίας του κάτω απ’ τα πλατάνια του Ασκληπιείου της Κω. Μας διδάσκει υπομονή, καρτερία, να δεχόμαστε ότι ο καιρός ολισθαίνει συνεχώς, και η εμπειρία δεν διδάσκει πάντα για το πώς να αντιμετωπίσουμε τα ερχόμενα, και η κρίση και η απόφαση είναι πάντα δύσκολες. Δεν είναι μοιρολατρία, αλλά αποδοχή του πεπερασμένου, του περατού μας ορίζοντα, του βραχέος βίου. Και με την αποδοχή, ήδη αρχίζει η εκτίναξη, η αποκατάσταση και η ανακαίνιση. Ως εκ τούτου, καλούμαστε να διοχετεύσουμε τη ζωτικότητά μας και το πνεύμα μας στην ίδια τη ζωή, τη δρώσα ζωή, τη vita activa. Είμαστε τα έργα μας, η τέχνη μας, η δημιουργία μας και η μαστορική μας, η μήτις που πηδαλιουχεί τον βίο εν δράσει.
Φτάνει να κρατάμε «πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μας», καθώς λέει ο Σολωμός. Καθώς το μαρτυρά η παράδοση: Ego dormio et cor meum vigilat. Καθώς το μεταγράφει ο άλλος ποιητής, ο Σεφέρης: Κοιμούμαι και η καρδιά μου ξαγρυπνά. Λόγια βγαλμένα από το Ευαγγέλιο: οι φρόνιμοι περιμένουν την Κρίση κάθε ώρα, κάθε στιγμή, και είναι άγρυπνοι. Οι λιγόψυχοι ολιγωρούν· σ’ αυτούς η Κρίση θα έρθει σαν τον κλέφτη μες στη νύχτα, όταν ο νοικοκύρης κοιμάται. «Nα είναι η μέση σας πάντα ζωσμένη και τα λυχνάρια σας αναμμένα», υποδεικνύει ο Ευαγγελιστής.
Ετσι διασχίζουμε τη νύχτα της δοκιμασίας, ζωσμένοι με καρτερία, με πικρά αποκτημένη πείρα, αγρυπνούντες και ιστορικοί. Τα βάσανα δεν έχουν τελειώσει, αλλά τουλάχιστον τώρα αισθανόμαστε ότι το τέρμα πλησιάζει, και μες στην αντάρα και τη σκόνη της πρόσκρουσης θα συμβαίνει ήδη η επανεκκίνηση. Τώρα, για πρώτη φορά μετά τη μακρά αγωνία της διαρκούς ολίσθησης, χαράζει ως πραγματικό το στερεοτυπικό: κάθε καταστροφή φέρει μέσα της τη δυνατότητα για δημιουργία. Είναι η μόνη δυνατότητα. Αλλά εν τω μεταξύ έχουμε να αντέξουμε ενδιαμέσως τον πόνο· ας είναι ωδίνη λοιπόν.
Ο Ιπποκράτης, ο Σολωμός, ο Σεφέρης, το Ευαγγέλιο, η amor fati του Μάρκου Αυρήλιου και του Νίτσε, όλα έρχονται παραμυθητικά και σκεπάζουν την ψυχή και τον νου. Το μέλλον φανερώνεται σαν έλλαμψη και σαν προαναγγελία κινδύνου, και μαζί σαν κάμπος φωτός, σαν να περνάς διαμιάς τη χρονοσήραγγα και βρίσκεσαι στη διάδοχη πίστα, σαν να ακολουθείς ανοδικό σπιράλ. Οσο διαρκεί η λάμψη της μετάβασης, το σώμα θα υποφέρει, ο βίος θα λυγίζει· αλλά μόνο για να τιναχτεί ξανά.
Ας το πάρουμε απόφαση. Θα διαγράψουμε το παρελθόν, αλλά δεν θα λησμονήσουμε. Δεν θα ξεχάσουμε τη φενάκη και την ύβρη, όσο και όπως υποκύψαμε. Η μνήμη είναι η μόνη αποσκευή, θα τη μεταφέρουμε ακούσια αλλά αγόγγυστα, θα είναι η μαρτυρία και η προίκα μας. Κάθε ρήξη εμπεριέχει συνέχεια και ανέλιξη.
Στεκόμαστε όρθιοι στην οδό Μπενάκη, πλάι σ’ έναν κάδο με υλικά κατεδαφίσεως, ανακαινισμένο με γκραφίτι. Ο σεβαστός μου φίλος αναρωτιέται τι δίνουμε στα παιδιά μας, στο χείλος της Κρίσεως. Κρίση είναι ζωή που τους ανοίγεται. Τους παραδίδουμε μια φλογίτσα αγάπης, ελευθερία. Και τη μαρτυρία του βίου μας: είμαστε τα έργα μας, οι πράξεις, το ζωντανό μας παράδειγμα και τα αισθήματά μας. «Κοιμούμαι και η καρδιά μου ξαγρυπνά, / κοιτάζει τ’ άστρα στον ουρανό και το δοιάκι / και πώς ανθοβολά το νερό στο τιμόνι».

Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή», 24 Ιουνίου 2012
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_24/06/2012_486742
Ζωγραφική: Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, «Φεγγάρι στη δύση του» (τμήμα), 1957

19.6.12

Τὰ νησιά, αὐτοὶ οἱ ἐφιάλτες



Τὰ νησιά, αὐτοὶ οἱ ἐφιάλτες
Θανάση Ν. Παπαθανασίου


Λένε ὅτι οἱ πόλεμοι ποὺ ἔρχονται θὰ εἶναι διαφορετικοὶ ἀπ᾿ ὅσους γνωρίσαμε μέχρι τώρα. Ὄχι ἁπλῶς ἐπειδὴ ἡ πολεμικὴ τεχνολογία ἀλλάζει, ἀλλὰ ἐπειδή –μὲ τὴν ἐπέκταση τῆς ἐρημοποίησης– τὸ πιὸ πολύτιμο πάνω στὴ γῆ κάποια στιγμὴ θὰ εἶναι τὸ καλὸ νερό.
Τὸ νερὸ δὲν «βρίσκεται» ἁπλῶς σὲ κάποια σημεῖα τῆς γῆς. Στὴν πραγματικότητα, αὐτὸ εἶναι ὁ οἰκοδεσπότης τῆς γῆς. Κάθε ξηρὰ βρίσκεται στὴν ἀγκαλιά του. Τὰ νησιὰ περιτριγυρίζονται ἀπὸ νερό, μὰ καὶ κάθε ἤπειρος εἶναι ἕνα πελώριο νησί. Τὰ πάντα εἶναι νησί. Καὶ κάθε ἄνθρωπος εἶναι νησί. Πελάγη ὁλόκληρα βρίσκονται ἀνάμεσα στὸν καθένα μας καὶ στοὺς ἄλλους.
Τί εἶναι ἀληθινὰ τὸ νερὸ ὡς θάλασσα, ὡς λίμνη, ὡς ποτάμι; Εἶναι ἀπειλή. Εἶναι ἡ σκοτεινὴ δύναμη, ἡ ἄβυσσος ποὺ μπορεῖ νὰ καταπιεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ πνίξει τὰ ἔργα του. Ταυτόχρονα ὅμως εἶναι καὶ εὐκαιρία. Μιὰ ἀληθινὴ φυσικὴ λεωφόρος, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀνοιχτεῖ σὲ κόσμους ποὺ δὲν τοὺς βάζει ὁ νοῦς του.
Τί εἶναι ἀληθινὰ ἕνα νησί; Ἡ σιγουριά, ἡ ἀσφάλεια τοῦ μικροῦ, κλειστοῦ τόπου μου. Ὅμως μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ κάτι ἄλλο: φτώχεια καὶ ὀρφάνια. Μπορεῖ δηλαδὴ νὰ μὲ κρατᾶ ἀκρωτηριασμένο ἀπὸ τὴν ἀληθινή μου φαμίλια: τοὺς ἀνθρώπους τῶν ἄλλων λαῶν, τῶν ἄλλων γλωσσῶν, τῆς ἄλλης σοφίας.
Τὸ βασανιστικό, λοιπόν, γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι νὰ ἀποφασίσει πῶς θὰ σταθεῖ ἀπέναντι στὸ νησί του (ποὺ εἶναι καὶ σιγουριὰ καὶ ὀρφάνια), καὶ πῶς θὰ σταθεῖ ἀπέναντι στὰ πελάγη του (ποὺ εἶναι καὶ ἀπειλὴ καὶ εὐκαιρία).
Ἡ παλιὰ ἱστορία λέει ὅτι ὑπῆρξε κάποτε ἕνας βασιλιάς, ὁ Ξέρξης, ποὺ θέλησε νὰ περάσει τὴ θάλασσα γιὰ νὰ ὑποτάξει τὸ ἀντίπερα. Θύμωσε μὲ τὴν τρικυμία –τὴν ἀπειλή– τῆς θάλασσας καὶ διέταξε νὰ τὴ μαστιγώσουν. Μά, τί βγαίνει μὲ τὴν ἐξουσία; Ὁ βασιλιὰς πέθανε ἐδῶ καὶ δυόμισυ χιλιάδες χρόνια. Ἡ θάλασσα ὅμως συνεχίζει καὶ ὑπάρχει: καὶ ὡς ἀπειλὴ καὶ ὡς εὐκαιρία.
Μιὰ ἄλλη παλιὰ ἱστορία μιλᾶ γιὰ ἕναν ἄλλο βασιλιά, τὸν Ὀδυσσέα, ποὺ λάτρευε καὶ τὰ δυό: καὶ τὸ νησί του καὶ τὴ θάλασσα. Ταξίδεψε σὲ χίλιους τόπους. Σὲ κάποιον ἀπ᾿ αὐτοὺς συνάντησε ἐκεῖνο ποὺ ποθεῖ βαθιὰ ὁ ἄνθρωπος: τὴν εὐκαιρία νὰ γίνει ἀθάνατος καὶ νὰ κατακτήσει –ἐπιτέλους– ἕναν τρόπο ζωῆς καινούργιο, ποὺ νὰ μὴν ἔχει ἡμερομηνία λήξης. Μὰ γιὰ νὰ γίνει ἀθάνατος, θὰ ἔπρεπε νὰ μείνει ἐκεῖ. Ὁ Ὀδυσσέας δὲν τὸ ἄντεξε. Προτίμησε νὰ γυρίσει στὸ νησί του, καὶ ἔχασε τὴν ἀθανασία.
Ὁ Ὀδυσσέας ἔχει καταγραφεῖ ὡς ὁ ταξιδευτής. Μά, ἂν τὸ ξαναδεῖ κανείς, μπορεῖ νὰ διακρίνει ὅτι στὴν πραγματικότητα ἦταν γιὰ πάντα ὁ αἰχμάλωτος τοῦ μικροῦ νησιοῦ του. Ἡ ἱστορία του δείχνει τὸ ἀνθρώπινο ἀδιέξοδο. Τὴν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ φτάσει ἀπὸ μόνος του σὲ μιὰ ἱκανοποιητικὴ σύνθεση ἀνάμεσα στὸ νησὶ καὶ στὸ πέρα ἀπὸ τὸ νησί.
Μπορεῖ ἄραγε νὰ ὑπάρξει μιὰ ἄλλη στάση; Ἔχω τὴν ἐντύπωση πὼς μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει μιὰ ἄλλη ἱστορία, ἀπὸ τὰ εὐαγγέλια αὐτὴ τὴ φορά. Ὁ Χριστὸς καὶ οἱ μαθητές του βρίσκονταν στὴν ὄχθη μιᾶς λίμνης. Τοὺς ἔβαλε στὸ καράβι τους καὶ τοὺς ζήτησε νὰ πᾶνε ἀπέναντι. Ὁ ἴδιος δὲν μπῆκε, μὰ τοὺς ἔδωσε ραντεβοῦ στὴν ἀπέναντι ὄχθη. Οἱ μαθητὲς ὄντως ἄρχισαν τὸ ταξίδι. Μὰ ἐκεῖ ποὺ ἡ λίμνη ἦταν εὐκαιρία, ἔγινε ἀπειλή: ξέσπασε τρικυμία. Ὁ Χριστὸς τότε ἐμφανίστηκε ἔξω ἀπὸ τὸ καράβι, περπατώντας πάνω στὰ νερά. Ὁ Πέτρος ζήτησε νὰ πάει κοντά του, βγῆκε ἀπὸ τὸ καράβι κι ἄρχισε νὰ περπατᾶ κι αὐτὸς πάνω στὰ νερά. Ἀπέναντί του εἶχε τὸν Χριστό, ἀπὸ κάτω του εἶχε τὴν ἄβυσσο. Κάποια στιγμὴ ἡ ἄβυσσος τὸν τρόμαξε. Καὶ ἄρχισε νὰ βουλιάζει. Ὁ Χριστὸς ἅπλωσε τὸ χέρι του, τὸν κράτησε, καὶ ἀνέβηκαν μαζὶ στὸ καράβι.
Ὁ περίεργος Χριστὸς μᾶς μπερδεύει. Μπερδεύει, μᾶλλον, τὶς σιγουριές μας. Ἐνῶ ἦταν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές, καὶ συνεπῶς οἱ μαθητὲς θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν «Ἔχουμε δικό μας τὸν Χριστό», αὐτὸς τοὺς δείχνει ὅτι στὴν πραγματικότητα δὲν τὸν ἔχουν συναντήσει ἀκόμα. Θὰ τὸν συναντήσουν ἂν ξεβολευτοῦν. Θυμηθεῖτε: ἦταν μαζί τους, μὰ δὲν τοὺς ἔδωσε ραντεβοῦ γιὰ τὸ σημεῖο ἀπ᾿ ὅπου χώρισαν. Τοὺς ἔδωσε ραντεβοῦ γιὰ τὸν ἀπέναντι τόπο. Καὶ ταυτόχρονα τοὺς καλεῖ νὰ τὸν δοῦν τὸν ἴδιο ὡς ἐρχόμενο. Ὄχι ὡς κατεχόμενο. Νὰ δοῦν δηλαδὴ ὅτι καλοῦνται σὲ μιὰ ὑπέροχη ἀβεβαιότητα: νὰ προσπαθήσουν νὰ συναντηθοῦν μὲ τὸν ἄλλον, ποὺ βρίσκεται ἀπέναντί τους. Τὸ νόημα πλέον δὲν βρίσκεται στὸν τόπο, ἀλλὰ στὸ ραντεβοῦ.
Τὸ πλοῖο εἶναι ἡ ἀσφάλεια –κάτι σὰν νησί. Ἔξω ἀπ᾿ αὐτὸ καραδοκεῖ τὸ χάος, ὁ πνιγμός. Ἐδῶ ὅμως καὶ πάλι ὁ Χριστὸς ἔρχεται νὰ μᾶς ξαφνιάσει. Καὶ πάλι ἔρχεται νὰ μᾶς δείξει ὅτι ἡ τρικυμία εἶναι ὄντως ἀπειλή, ἡ λύση ὅμως δὲν εἶναι τὸ κλείσμο στὸ ἀμπάρι. Ὅσο κι ἂν μᾶς φαίνεται παράδοξο, ὁ Πέτρος συναντᾶ τὸν Χριστό ἐγκαταλείποντας τὸ πλοῖο. Κι ἂν βυθίζεται, δὲν βυθίζεται ἐπειδὴ ἡ θάλασσα εἶναι ὑγρὴ καὶ δὲν ἀντέχει τὸ βάρος τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Πέτρος βυθίστηκε ὅταν ἔχασε τὴν ἐμπιστοσύνη του σ᾿ αὐτὸν τὸν ἀπέναντι.
Πότε σταμάτησε ἡ τρικυμία; Ὅταν ὁ Χριστὸς μπῆκε μέσα στὸ καράβι. Ὅταν δηλαδὴ τὸ καράβι ἔπαψε νὰ εἶναι περίκλειστο καὶ ἄνοιξε γιὰ νὰ ὑποδεχτεῖ ἐκεῖνον τὸν ἀπέναντι, ὥστε οἱ μέσα στὸ καράβι νὰ μπορέσουν νὰ λάβουν ἀπὸ τὸν φιλοξενούμενό τους αὐτὸ ποὺ ἔχασε ὁ Ὀδυσσέας: μιὰ νέα ζωή, χωρὶς λήξη.

Σὰν παφλασμὸς ἐκείνων τῶν κυμάτων ἀκούγεται στὶς μέρες μας τὸ βασανιστικὸ ἐρώτημα: «Παγκοσμιοποίηση ἢ ὄχι;». Δὲν μοιάζει ἀληθινὰ ἡ Παγκοσμιοποίηση μὲ ἀπειλητικὸ πέλαγος; Μήπως ἄραγε θὰ ἦταν προτιμότερο νὰ ἀποτραβηχτοῦμε ὡς λαὸς καὶ ὡς ἄτομα, καθένας στὸ νησί του; Συγχωρῆστε με. Φοβᾶμαι μήπως δὲν ἔχουμε πάρει μυρωδιὰ ἀπὸ τὴν παραξενιὰ καὶ τὶς ἐκπλήξεις τοῦ Θεοῦ μας, καὶ ἁπλῶς ἀναπαράγουμε μιὰ λογική, λογικὴ σίγουρα, ἀλλὰ ποὺ θὰ μπορούσαμε κάλλιστα νὰ τὴν ἔχουμε δίχως νὰ εἴμαστε Χριστιανοί. Νὰ τὸ ποῦμε ὠμά: Γιὰ τὸν Χριστιανισμὸ δὲν ὑπάρχει δίλημμα «πέλαγος ἢ νησί». Ἡ ἀπάντηση εἶναι μία: φυσικὰ πέλαγος!
Αὐτὴ ἡ ἀπάντηση ὅμως δὲν χρειάζεται ἀφέλεια. Χρειάζεται τὴν ἐπίγνωση ὅτι τὸ ἄνοιγμα στὰ πελάγη δὲν εἶναι περίπατος, ἀλλὰ διακινδύνευση. Εἶναι τὸ ρίσκο νὰ ἁρπάξεις τὸ χέρι τοῦ ἀπέναντι ἢ νὰ βυθιστεῖς στὸ ἐνδιάμεσο. Τὸ νησὶ ὅμως, παρόλη τὴ γλύκα του, εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ θάνατος! Εἶναι ἡ περίκλειστη ὕπαρξη. Ἂς σκεφτοῦμε: Μιὰ ἀνάσταση ποὺ θὰ περιοριζόταν στὸ νησάκι ἑνὸς λαοῦ, μιᾶς κουλτούρας, μιᾶς ἐποχῆς, θὰ ἦταν ἀνάσταση-μαϊμοὺ. Ψεύτικο δῶρο σὲ συσκευασία τάφου. Ἡ ἀνάσταση εἶναι ἀνάσταση, μόνο ἂν ἀφορᾶ τὴν οἰκουμένη ὁλόκληρη.
Βρισκόμαστε σὲ πραγματικότητα πολυπολιτισμική. Ὅμως τὸ ζήτημα δὲν εἶναι ἁπλῶς οἱ ἄνθρωποι νὰ ζοῦν σὲ κοινὸ τόπο. Σὲ κοινὸ τόπο ζοῦν καὶ οἱ κρατούμενοι ἑνὸς στρατοπέδου συγκέντρωσης. Ἐκεῖ τὸ ἐνδιάμεσο οὔτε παραμένει, οὔτε ὅμως γίνεται τόπος συνάντησης. Ἐξατμίζεται, ὅπως γίνεται στὶς ἀποθῆκες στοιβαγμένων ὑλικῶν. Ὅμως ἡ ἄρση τῆς ἀπόστασης εἶναι ζωηφόρος μόνο ἂν γίνεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη! Ἀλλιῶς, μπορεῖ νὰ γίνεται ἀπὸ βιαστή. Ἡ μεγάλη πληγή, λοιπόν, σήμερα εἶναι ὅτι στὶς πόλεις μας ὑπάρχουν κοντινὰ νησιά. Τὸ ἐνδιάμεσό τους δὲν εἶναι ἀχανὲς σὰν τὸ πέλαγος, ἀλλὰ λεπτὸ ὅσο μιὰ μεσοτοιχία. Εἶναι ὅμως ἐξίσου ἀνθεκτικὸ στὸ νὰ κρατᾶ τὰ νησιὰ ἀνέπαφα τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ἡ μεγάλη πληγή, δηλαδή, εἶναι νὰ δημιουργοῦνται γκέτο. Γειτονικὰ μὲν τὸ ἕνα στὸ ἄλλο, ἀλλὰ τὸ καθένα περίκλειστο. Οὔτε ὅμως ἀρκεῖ κι ἐκεῖνο τὸ εἶδος τῆς γαλήνης, ποὺ ἔχει τὸ μοντέλο τοῦ σοῦπερ-μάρκετ. Κι ἐκεῖ μέσα κινεῖται πλῆθος διαφορετικῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ καθένας εἶναι περίκλειστο νησί. Ἀκόμα κι ὅταν τὸ σοῦπερ-μάρκετ εἶναι γεμάτο, ἡ τροχιὰ τοῦ καθενὸς δὲν ἔχει ὅρο καὶ προϋπόθεση τὴν τροχιὰ τοῦ ἄλλου. Εἴτε ἕνας, εἴτε χίλιοι μέσα σὲ μιὰ κοινωνία τοῦ τύπου τοῦ σοῦπερ-μάρκετ, ἡ τροχιὰ τοῦ καθενὸς εἶναι ἴδια καὶ μοναχική: εἴσοδος - ράφι - ταμεῖο.
Ἂν κριτήριο γίνει ἡ συνάντηση γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶμε, τότε ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον κατανοεῖ καὶ ἑρμηνεύει καθένας τὸν κόσμο (ἤτοι ἡ πίστη, ὁ πολιτισμός, ἡ ἰδεολογία) ἔχει ἐξαιρετικὴ σημασία καί, συνεπῶς, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα ζήτημα στριμωγμένο σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ ἰδιωτικοῦ χώρου. Χρειάζεται νὰ βγαίνει στὸ φῶς, στὸ δημόσιο χῶρο· νὰ ἀποτολμᾶ συζήτηση καὶ νὰ ἀποδέχεται τὴν ἀναμέτρηση μὲ τὴν ὀπτικὴ τῶν ἄλλων. Κάτι τέτοιο λιπαίνει τὰ ἀνθρώπινα. Διότι αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ εἶναι ἄνθρωπος κι ὄχι πρᾶγμα, εἶναι ἡ δυνατότητα νὰ ἀναζητεῖ τί κάνει τὴ ζωή του αὐθεντική, καὶ τί τὴν ψευτίζει. Τί φέρνει ζωὴ καὶ τί θάνατο. Τί ἀποτελεῖ χέρι συντροφικὸ ἤ, ἀντιθέτως, νύχια ἁρπακτικοῦ, καὶ τί ἀποτελεῖ ἁρμένισμα ἤ, ἀντιθέτως, βούλιαγμα στὴν ἄβυσσο.
Καλὴ κωπηλασία, λοιπόν!


Αναδημοσιεύεται από την ιστοσελίδα www.epignosi.eu
Τὸ κείμενο «Τα νησιά, αυτοί οι εφιάλτες» δημοσιεύτηκε στὸ βιβλίο τοῦ Θανάση Ν. Παπαθανασίου, «Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται», Ἐκδόσεις Ἐν πλῷ, Ἀθήνα 2008.
Σκίτσο: Φώτης Κόντογλου

11.6.12

Φασισμός: Τι ξαφνικά που προκύπτουν όλα!



Φασίζουσες συμπεριφορές
Άγγελου Στάγκου


Η Ελλάδα καταρρέει και ταυτόχρονα βαδίζει αγέρωχη προς την έξοδο από την Ευρωζώνη και την απομόνωση. Στόχο τον οποίο φαίνεται να επιδιώκει, όπως προκύπτει από τη συμπεριφορά των ελίτ και μεγάλου μέρους των πολιτών της, χωρίς όμως να αποκλείεται να το επιθυμούν πλέον και οι εταίροι δανειστές της, σύμφωνα με αρκετές ενδείξεις. Οι προσεκτικοί παρατηρητές επισημαίνουν ότι ήδη υπάρχουν φαινόμενα σταδιακής χρεοκοπίας, κρίνοντας από τις ελλείψεις φαρμάκων, τα προβλήματα στον τομέα της ενέργειας, την κατάσταση των νοσοκομείων και βέβαια της πραγματικής οικονομίας. Παράλληλα, ακούγεται όλο και περισσότερο η άποψη στο εξωτερικό ότι η Ευρωζώνη θα ηρεμήσει αν απαλλαγεί από τη χώρα μας.
Ολα αυτά όμως δεν απασχολούν τους Ελληνες τις τελευταίες δύο ημέρες. Τους Ελληνες, την πολιτική τάξη και τα μίντια απασχολούν οι εικόνες της εκπομπής του Γ. Παπαδάκη, της οποίας η σύνθεση του πάνελ αποτελούσε συνταγή για δημιουργία έντασης, αλλά το πράγμα ξέφυγε και προκλήθηκε έκρηξη. Αυτό δεν δικαιολογεί με κανέναν τρόπο τη βιαιοπραγία του Ηλία Κασιδιάρη που είναι σαφές ότι πρόκειται για κινούμενη «βόμβα», ακόμη και για τα μέτρα της Χρυσής Αυγής, που πάσχιζε να κρύψει κάπως σε αυτή τη φάση τον πραγματικό και πολύ επικίνδυνο εαυτό της, για να εδραιωθεί κοινοβουλευτικά. Ομως, το συγκεκριμένο επεισόδιο δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Αποτελεί συνέχεια πολλών επεισοδίων τα οποία τα τελευταία δύο χρόνια υπονομεύουν το δημοκρατικό πολίτευμα, έχουν συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση του σημερινού κλίματος, δεν θα έπρεπε να είναι ανεκτά από μία στοιχειωδώς συγκροτημένη και δημοκρατική κοινωνία, αλλά δυστυχώς δικαιολογήθηκαν, χειροκροτήθηκαν και καθόρισαν τις πολιτικές εξελίξεις.
Αναμφίβολα, η φραστική επιθετικότητα, η ατομική και συλλογική αγένεια και ο χουλιγκανικός «πολιτισμός» είναι χαρακτηριστικά της κοινωνικής μας ζωής εδώ και αρκετά χρόνια. Πρόσφατα, με πρόσχημα την κρίση απέκτησαν νέες διαστάσεις και δημιούργησαν «κουλτούρα» πολιτικής βίας που κατ’ αρχήν βρήκε θαλπωρή σε κόμματα και μίντια, ενώ παράλληλα δεν αντιμετωπίστηκε με αποφασιστικότητα από την πολιτεία. Κορυφαία παραδείγματα η πυρπόληση της «Μαρφίν» που κατέληξε στον τραγικό θάνατο τριών αθώων, οι καταστροφές στην Αθήνα από «μπαχαλάκηδες» πάσης φύσεως και προέλευσης και η «εξέγερση» της Κερατέας.
Σε δεύτερο επίπεδο, αλλά εξίσου σημαντικό, οι αλλεπάλληλοι προπηλακισμοί ή και ξυλοδαρμοί πολιτικών και δημοσίων προσώπων (Κ. Παπούλιας, Κ. Χατζιδάκης, Θ. Πάγκαλος, Γ. Πεταλωτής, Χρ. Μαγκούφης, Γ. Νταλάρας, για να θυμηθούμε μερικούς) δικαιολογήθηκαν ως αντιδράσεις «αγανακτισμένων» και παράλληλα υιοθετήθηκαν από τα κόμματα της λεγόμενης Αριστεράς. Το ίδιο έγινε και με το κίνημα του «Δεν πληρώνω» που οι οπαδοί του ασκούν συχνά βία και σε όσους θέλουν να πληρώσουν. Ανάλογη ήταν η στάση απέναντι στις ενέργειες οργανωμένων μειοψηφιών στα πανεπιστήμια.
Στο διάστημα αυτό, η παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς χάθηκε και στη θέση της δημιουργήθηκε η διαχωριστική γραμμή μεταξύ μνημονιακών - αντιμνημονιακών, ή εκείνων που αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα και θέλουν τη διατήρηση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας και των άλλων που προσπάθησαν και προσπαθούν να αποκομίσουν οφέλη, υπονομεύοντας την ευρωπαϊκή προοπτική. Στο σύνθημα «να καεί, να καεί, το μπ... η Βουλή» που φώναζαν σε αγαστή σύμπνοια αριστεροί και δεξιοί «αγανακτισμένοι» προστέθηκαν απερίγραπτες δηλώσεις και χαρακτηρισμοί. Μέσα στη Βουλή ακούστηκε το «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» από βουλευτή του ΚΚΕ, ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι «μάλλον κάποιοι Ελληνες δεν είναι και τόσο Ελληνες», εννοώντας τους Λ. Παπαδήμο, Ευ. Βενιζέλο, Γ. Παπανδρέου και Α. Σαμαρά και διάφοροι «αντιμνημονιακοί», ανάμεσά τους γνωστοί δημοσιογράφοι, χαρακτήριζαν «δωσίλογους» και «γερμανοτσολιάδες» όσους υποστήριζαν ότι πρέπει να εφαρμοστούν τα μνημόνια για να επιβιώσει η Ελλάδα μέσα στην Ευρωζώνη.
Αναμφισβήτητα, η Χρυσή Αυγή συγκεντρώνει όλα τα γνωρίσματα ενός φασιστικού κόμματος. Ωστόσο, τα δύο τελευταία χρόνια ζήσαμε φασίζουσες συμπεριφορές και από άλλους χώρους, που μαζί με την ανεπάρκεια της πολιτείας, δημιούργησαν το υπόβαθρο για να μπει στη Βουλή η Χρυσή Αυγή και να εκδηλωθούν οι Κασιδιάρηδες.

Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή» 10 Ιουνίου 2012
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_10/06/2012_485054