Ένας περιγεγραμμένος κύκλος,
με χιλιάδες εγγεγραμένες μνήμες…
Κωστής Μαυρικάκης
Κάποτε σε μέρες δόξας του, ο κύκλος που σχημάτιζαν οι ταιριασμένες πέτρες και πλάκες τ’ αλωνιού, συγκρατούσαν μέσα του τα σπαρτά που θέριζαν τα εργατικά και ροζιασμένα χέρια των προγόνων μας, για να τ’ αλωνίσουν στην ακούραστη κυκλική τροχιά των πιστών βοδιών που έσερναν το «βολόσυρο». Κάπου εκεί στα δεκάδες μνημειακά μετόχια στο «Νησί» της Ελούντας, στη χερσόνησο της Σπιναλόγκας για τους χάρτες, στην αλίκλυστο, ηλιοψημένη, άγονη και άνυδρη γη του παράλιου Μεραμπέλλου. Αυτές οι πέτρες γνώρισαν απλόχερα τη ιεροτελεστία της γέννησης του ψωμιού, της κρίθινης κρητικής κουλούρας, που έθρεψε γενιές και γενιές. Έζησαν και την ιερουργία του ανθρώπινου μόχθου που κάτω απ’ τον ανελέητο καλοκαιρινό ήλιο μετουσίωνε το στάχυ σε άρτο για το βιός και τη φαμελιά τους. Ήταν οι καιροί που τα “δοξαστικά” και τα “κύριε ελέησον” ήταν αναπόσπαστο μέρος της ζωής των ευσεβών προγόνων μας. Κάποτε, ήρθαν καιροί που ο κόπος έγινε ρίψασπις και αναπόφευκτα έμειναν οι μνήμες να φυγοδικούν με το τοπίο. Έμεινε μονάχα η αντίσταση της μνημοσύνης, της θύμησης των αλλοτινών, να κάνει παρέα και να ροζονάρει στις ίδιες πέτρες και στα ίδια χώματα, που μάταια ελπίζουν στην επάνοδο αυτών που χάθηκαν για πάντα…
Ήρθε όμως ο κέδρος, ανηφόρισε απ’ τους γκρίζους βράχους και τις αλατόπετρες της παρακείμενης παραλίας στην κοντινή φορτέτσα της Σπιναλόγκας, φιλεύτηκε με τις ορφανές πέτρες και συγκατοίκησε πια μόνιμα, ριζώνοντας ανάμεσα στις πλάκες τ’ αλωνιού. Κι έγιναν και για τον κέδρο, οι πέτρες αυτές, ο περιγεγραμμένος κύκλος του. Ο κύκλος που μαζί οριοθετεί το χρόνο, τις μνήμες, την ιστορία, τους προγόνους.
Τώρα πια, προσφυγική η ανάμνηση και ο καημός περνούν, σαν σκιές και αερικά ανάμεσα στα κλαδιά του κέδρου, και στις πιστές ακόμη στη θέση τους πέτρες του κύκλου του, για να πιστοποιήσουν μονάχα ότι ο κύκλος αυτός, αλώθηκε από ένα νέο «ιστορικό κύκλο»: Εκείνον της πλήρους εγκατάλειψης και απαξίωσης της γης, που την μετέτρεψε σ’ ένα απέραντο κοιμητήριο, που οδήγησε στη σημερινή τραγωδία μιας κοινωνίας ειδόλων...
Αλλά κι εκείνον, της λήθης των πολλών προς την Ιστορία.
Υπάρχουν όμως και οι λίγοι: Εκείνοι, που το λίγο αναζήτησαν και τιμωρήθηκαν με το πολύ. Το πολύ της μνήμης και της Ιστορίας. Αυτοί που κυνηγούν τις χίμαιρες και συνομιλούν με τη μνημοσύνη και τ’ αερικά. Εκείνοι που μόλις τα συναντούν νοιώθουν να περνούν ανάμεσά τους, και να τους σκουντουφλούν. Και τότε θυμούνται μονάχα τον Ελύτη στο Άξιον Εστί: «Έσκυψε πάνω απ’ το λίκνο μου, ίδια η μνήμη γιναμένη παρόν»…
Πηγή: http://librodoro.blogspot.com
© MERABELLO LIBRO D’ ORO
Τετάρτη, 29 Φεβρουαρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου