Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγανακτισμένοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγανακτισμένοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

21.8.11

Η «εβραιοφοβία», οι «Αγανακτισμένοι» και η Ακρα Δεξιά στην Ευρώπη



Η Ιστορία δεν μοιάζει με ήσυχο ποτάμι
Ο φιλόσοφος Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ μιλά για την «εβραιοφοβία», τους «Αγανακτισμένους» και την Ακρα Δεξιά στην Ευρώπη
Συνέντευξη στον Ανδρέα Πανταζόπουλο

Ο φιλόσοφος, πολιτειολόγος και ιστορικός των ιδεών Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ (Pierre-Andre Taguieff), γνωστός και στο ελληνικό κοινό για το έργο του, σχετικά με τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό, την Aκρα Δεξιά και τον λαϊκισμό, με την ευκαιρία της έκδοσης αυτές τις ημέρες στα ελληνικά, σε παγκόσμια πρώτη έκδοση, ενός νέου βιβλίου του για τον αντισημιτισμό (Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ, Τι είναι αντισημιτισμός; - μετάφραση: Αναστασία Ηλιαδέλη-Ανδρέας Πανταζόπουλος, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σειρά Εστία Ιδεών, 2011), δέχθηκε να απαντήσει σε ορισμένα ερωτήματά μας για τη μορφή και το περιεχόμενο του νέου αντισημιτισμού. Με αφορμή και την πρόσφατη έκδοση στα γαλλικά ενός νέου του βιβλίου για το ίδιο θέμα (Israel et la Question Juive, Les Provinciales, 2011), ο Ταγκιέφ, στη συνέντευξη που ακολουθεί, συνοψίζει τα χαρακτηριστικά του ρατσιστικού μίσους κατά των Εβραίων και του Ισραήλ και, σχολιάζει τις κινητοποιήσεις των «Αγανακτισμένων» στην Ισπανία και την Ελλάδα, καθώς και τις εκλογικές επιτυχίες της άκρας δεξιάς στην Ευρώπη.

Kάνετε λόγο εδώ και είκοσι χρόνια για ένα νέο αντισημιτισμό που τον αποκαλείτε «εβραιοφοβία». Μπορείτε να μας δώσετε τα βασικά της χαρακτηριστικά;
Το αξίωμα της νέας εβραιοφοβίας είναι το ακόλουθο: οι Εβραίοι αποτελούν έναν περιττό λαό. Από την άποψη αυτή υπάρχει μια συνέχεια στις μορφές εχθρότητας κατά των Εβραίων. Η πρωταρχική διαφορά συνίσταται στην αντικατάσταση της περί «κοσμοπολιτισμού» ή «νομαδισμού» αιτίασης από τον «εθνικισμό» ή την «αποικιοκρατία»: στον παλιό πολιτικό αντισημιτισμό οι Εβραίοι ενσάρκωναν τον αντί-τύπο του «χωρίς-πατρίδα», σήμερα, στο πλαίσιο μιας εβραιοφοβίας με αντισιωνιστική βάση, ενσαρκώνουν τον αρνητικό τύπο του «εθνικιστή» (αποικιοκράτη, ακόμα και «ρατσιστή»). Συνεπάγεται ότι η ένταξη των Εβραίων στην κοινή ανθρωπότητα τίθεται εν αμφιβόλω, και, κατά τον ίδιο τρόπο, για τους ριζοσπάστες αντιεβραίους, αντικείμενο καθαρής άρνησης. Πράγμα το οποίο μπορεί να μεταφρασθεί με την ακόλουθη προσταγή: «Εβραίοι, πάψτε να είσθε Eβραίοι για να γίνετε άνθρωποι!». Οι Εβραίοι, για να γίνουν ανθρωπίνως αποδεκτοί, πρέπει να εξαφανισθούν ως Εβραίοι. Στη νέα όμως αντιεβραϊκή κοσμοαντίληψη, το πρώτο βήμα αυτής της εξαφάνισης δεν είναι άλλο από την καταστροφή του Ισραήλ. Η υλοποίηση αυτού του στόχου αποτελεί τη «λύση» του νέου «εβραϊκού ζητήματος», που είναι αποτέλεσμα του εξισλαμισμού του αντισιωνιστικού λόγου, ο οποίος αναμειγνύει επιχειρήματα εθνικιστικού ή εθνοτικο-εθνικιστικού τύπου με τα πολιτικο-θρησκευτικά θέματα του μουσουλμανικού φονταμενταλισμού. Το «αντισιωνιστικό» πρόγραμμα, στις ριζοσπαστικές εκδοχές του, έχει έναν ρητό στόχο: να «εκκαθαρίσει» ή να «ξεπλύνει» την Παλαιστίνη από τη «σιωνιστική παρουσία», που τη θεωρεί ως «εισβολή» η οποία κηλιδώνει μια παλαιστινιακή ή αραβική (για τους εθνικιστές) γη, ή μια γη του Ισλάμ (για τους ισλαμιστές).


Τεχνικές προπαγάνδας

Τι πρεσβεύει η σημερινή εβραιοφοβία; Ποια είναι η φυσιογνωμία των ριζοσπαστών αντισιωνιστών;
Πέντε γνωρίσματα επιτρέπουν να ορισθεί το ύφος και το περιεχόμενο του λόγου των ριζοσπαστών αντισιωνιστών: α) ο συστηματικός χαρακτήρας της κριτικής του Ισραήλ, μια υπερβολική και διαρκής κριτική που παίρνει τη μορφή της δημόσιας καταγγελίας και προσφεύγει στις τεχνικές της προπαγάνδας (συνθήματα, αμαλγάματα, κλπ.), β) η πρακτική του «δύο μέτρα δύο σταθμά» έναντι του Ισραήλ, δηλαδή η προσφυγή στο «διπλό στάνταρντ». Αυτή η συστηματική πρακτική της κακοπιστίας, όταν πρόκειται για το εβραϊκό κράτος, οδηγεί στη μονομερή καταδίκη του Ισραήλ, ανεξαρτήτως κάθε ανάλυσης των γεγονότων\, γ) η δαιμονοποίηση του εβραϊκού κράτους, που αντιμετωπίζεται ως η ενσάρκωση του κακού, πράγμα που προϋποθέτει μια διαρκή κατηγορία της ισραηλινής πολιτικής. Η δαιμονοποίηση αυτή θεμελιώνεται σε έναν τριπλό αναγωγισμό: τον ρατσισμό/ναζισμό/απαρτχάϊντ, την εγκληματικότητα που επικεντρώνεται στον φόνο Παλαιστίνιων (ή μουσουλμανικών) παιδιών, και τη συνωμοσία, δ) η απονομιμοποίηση του εβραϊκού κράτους, η άρνηση του δικαιώματός του να υπάρχει, άρα, η άρνηση του δικαιώματος του εβραϊκού λαού να ζει όπως κάθε άλλος λαός μέσα σε ένα κυρίαρχο κράτος-έθνος, πράγμα το οποίο προϋποθέτει να απομονώνεται το κράτος του Ισραήλ σε όλα τα επίπεδα, οργανώνοντας κυρίως εναντίον του ένα γενικευμένο μποϋκοτάζ, ε) η επαναλαμβανόμενη κλήση για την καταστροφή του εβραϊκού κράτους, που προϋποθέτει την υλοποίηση ενός προγράμματος ριζικής «αποσιωνιστικοποίησης» ή, απλούστερα, έναν πόλεμο εξόντωσης, στον οποίον το πυρηνικό Ιράν θα έπαιζε τον πρωταρχικό ρόλο.


Η υποκατάσταση

Στις αναλύσεις σας εμμένετε ιδιαιτέρως στην πολύ στενή σχέση του ριζοσπαστικού ισλαμισμού με τη νέα εβραιοφοβία, το επαναλαμβανόμενο θέμα της οποίας είναι η καταστροφή του Ισραήλ. Τίθεται όμως ένα ερώτημα. Πώς μπορεί κάποιος να ασκεί κριτική στο Ισραήλ χωρίς να είναι εβραιόφοβος;
Ο παλιός αντισημιτισμός επιβιώνει μέσω της απλής υποκατάστασης της λέξης «Εβραίος» από τη λέξη «σιωνιστής», κυρίως στους οπαδούς της συνωμοσιολογικής σκέψης: έτσι, η «διεθνής εβραϊκή συνωμοσία» αναβαπτίζεται στην «παγκόσμια σιωνιστική συνωμοσία». Ο εξισλαμισμός των «Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών», στα οποία αναφέρεται ο Χάρτης της Χαμάς, αποτελεί τον πρωταρχικό της φορέα.
Η διεθνής συνωμοσία ερμηνεύεται με παρανοϊκό τρόπο από τους ριζοσπάστες ισλαμιστές, ως μία μεγάλη συνωμοσία κατά του Ισλάμ και των μουσουλμάνων, η οποία καθοδηγείται από τους Εβραίους. Η ίδια η ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ θεωρείται ως η απόδειξη της μεγα-συνωμοσίας. Αν το Ισραήλ πρέπει να καταστραφεί, είναι γιατί αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας επιχείρησης που θεωρείται εγκληματική: της εγκατάστασης των Εβραίων σε μία υποτιθέμενη «γη του Ισλάμ».
Ο εξισλαμισμός της παλαιστινιακής υπόθεσης καθιστά αδύνατη κάθε πραγματική διαπραγμάτευση που θα κατέληγε σε έναν συμβιβασμό. Σε όλο μου το έργο από τη δεκαετία του 1980, διακρίνω με σαφήνεια τον ριζοσπαστικό αντισιωνισμό από τη θεμιτή κριτική, εντός μιας φιλελεύθερης/πλουραλιστικής προοπτικής, προς την πολιτική της μιας ή της άλλης ισραηλινής κυβέρνησης, δεξιάς ή αριστερής. Η δημοκρατική κριτική της πολιτικής μιας κυβέρνησης, υπαγόμενη στη θεμιτή δημόσια αντιπαράθεση, δεν πρέπει να ταυτίζεται με την κλήση για την καταστροφή ενός κράτους-έθνους. Αυτή όμως η κλήση προς εξαφάνιση αποτελεί την καρδιά του προγράμματος του ριζοσπαστικού αντισιωνισμού.


H «αγανάκτηση» έγινε μόδα

Σήμερα, στην Ελλάδα, αλλά και στην Ισπανία, έχει κάνει την αυθόρμητη εμφάνισή του ένα νέο κίνημα, οι «Αγανακτισμένοι». Στρέφεται κατά των «διεφθαρμένων» πολιτικών συστημάτων, κατά της «ολιγαρχίας». Πώς να ερμηνεύσουμε αυτές τις κινητοποιήσεις; Η «αγανάκτηση» είναι το άλλο όνομα ενός αριστερού λαϊκισμού;
Δεν πιστεύω ότι οι κινητοποιήσεις που φέρουν το όνομα «αγανακτισμένοι», στην Ισπανία ή στην Ελλάδα, είναι «αυθόρμητες». Βρήκαν το μοντέλο τους στις μαζικές διαδηλώσεις, οι οποίες, σε ορισμένες χώρες του Μαγκρέμπ ή του Μακρέκ, κατέληξαν σε αυτό που ο μιντιακός κόσμος, σε μια έξαρση λυρικής ψευδαίσθησης, βάφτισε «αραβική άνοιξη». Η μόνη αυθεντικότητά τους ήταν ότι άδραξαν τη μοδάτη λέξη που έθεσε σε κυκλοφορία ο ασήμαντος λίβελος του Στεφάν Εσσέλ, του ψευδο-συντάκτη της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η λέξη «αγανάκτηση» είναι πανσυλλεκτική. Μπορεί να μπει σε όλες τις σάλτσες. Ποιος δεν είναι «αγανακτισμένος» για τον έναν ή τον άλλο λόγο; Σε κάθε πολιτικό κίνημα πρέπει να διακρίνουμε τη ρητορική διατύπωση από τις βλέψεις ή τις πραγματικές προθέσεις. Η ρητορική διατύπωση των «αραβικών εξεγέρσεων» πρόκρινε τα μοτίβα της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας» και της «δικαιοσύνης», καθώς και την καταγγελία της «διαφθοράς». Η πραγματική τους στόχευση ήταν να εκδιώξουν την ιθύνουσα ομάδα («Φύγε»!): το επίπεδο μηδέν του πολιτικού προγράμματος, έκφραση μιας απόρριψης συνοδευόμενης από διακίνηση φημών.
Αυτές οι υποτιθέμενες «επαναστάσεις» δεν ήταν παρά πραξικοπήματα, ακριβέστερα, στρατιωτικά πραξικοπήματα μεταμφιεσμένα σε νίκες του «λαού» ή της «δημοκρατίας». Στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες, για τους «αγανακτισμένους», το διακύβευμα είναι επιπλέον να πάρουν την εξουσία (αρνητικά οριζόμενη: να εκδιώξουν από την εξουσία τους «διεφθαρμένους» ή τους «κλέφτες»), αλλά ο εχθρός δεν ορίζεται με σαφήνεια, ούτε η ομάδα διαμαρτυρίας μπορεί με επάρκεια να ταυτοποιηθεί. Οι ηγέτες δεν είναι πολιτικά αξιόπιστοι. Το πρόγραμμα είναι και σε αυτό το σημείο υπερ-μινιμαλιστικό και πλήρως αρνητικό: ενάντια στους «διεφθαρμένους» κ. λπ.
Ο Γάλλος μαρξο-λαϊκιστής Ζαν-Λυκ Μελανσόν διατύπωσε το σύνθημα: «Να φύγουν όλοι!». Η δαιμονοποίηση του εχθρού αντικαθιστά την ανάλυση της κατάστασης και τον στοχασμό για τους πολιτικούς στόχους. Τίποτα δεν είναι πιο αξιοθρήνητο από την προσφυγή των Ελλήνων «αγανακτισμένων» στα πιο τετριμμένα προπαγανδιστικά αμαλγάματα του τύπου «Ναζί-Ναζί/Μέρκελ-Σαρκοζί». Η ναζιστικοποίηση του αντιπάλου είναι ο νέος σοσιαλισμός των ηλιθίων. Θλίβεται κανείς μπροστά στη διανοητική μιζέρια μιας τέτοιας πολιτικής αμφισβήτησης.
Η αγανάκτηση δεν συνιστά πολιτική, εικονίζει τη σημερινή τάση προς το απολίτικο, που αντικαθιστά τον πολιτικό στοχασμό από έναν χωρίς προοπτικές ηθικισμό, ή από αντικαπιταλιστικά αναθέματα διεπόμενα από το μαγικό φαντασιακό. Οσο για τη στρατηγική, αυτή ανάγεται στην πρωτογενή πολιτική έκφραση που είναι η διαδήλωση. Ακόμα μια φορά, η «οργή» του λαού ή των μαζών ιεροποιείται. Στο βάθος, όμως, πιστεύω ότι αυτές οι κινητοποιήσεις εκφράζουν έναν φόβο του μέλλοντος, που έγινε τελείως αδιαφανές. Το μεγάλο μήνυμα που ακούγεται σε αυτές τις συγκεντρώσεις των θυμάτων της χρηματιστικοποιημένης κρίσης, είναι το αναπάντητο ερώτημα: «τι θα απογίνουμε;». Πρόκειται για ερώτημα που τίθεται όταν κάποιος είναι απολιθωμένος από το αίσθημα ότι ζει την τελική παρακμή. Συνεπώς, δεν πρόκειται τόσο για διεκδικήσεις όσο για θρηνωδίες, ενδεχομένως συνοδευόμενες από βιαιότητες. Για μιζεραμπιλισμό μάλλον, παρά για λαϊκισμό. Για περισσότερο ή λιγότερο οργισμένες οιμωγές των «θυμάτων», παρά για πραγματικές εξεγέρσεις.
Οι απογοητευμένοι του παρόντος εμφανίζονται την ίδια στιγμή ως οι αποκλεισμένοι του μέλλοντος. Η αλήθεια αυτών των κινητοποιήσεων είναι το αίσθημα μιας ολικής αδυναμίας των πολιτικών ιθυνόντων, που έχουν παρασυρθεί από τις ανεξέλεγκτες αναταράξεις μιας χρηματιστικοποιημένης οικονομίας. Αυτό που αποκαλείται παγκοσμιοποίηση, νέα φιγούρα του πεπρωμένου, απρόσωπη και ανελέητη. Καμία απάντηση δεν είναι πλέον αξιόπιστη στην ερώτηση «Τι να κάνουμε;». Αυτό που κερδίζει έδαφος είναι η απελπισία, δηλαδή το κατεξοχήν απολιτικό πάθος. Το μίσος κατά των «σάπιων» ή των «κλεφτών» μπορεί να οδηγήσει οπουδήποτε. Περιλαμβανομένης και μιας νέας μορφής δικτατορίας, μιας μετα-φιλελεύθερης δικτατορίας.


Ο λαϊκισμός και η Ακρα Δεξιά

Τον τελευταίο καιρό ιδιαίτερα, «η Ευρώπη της άκρας δεξιάς» κερδίζει έδαφος, όπως το είδαμε και με την περίπτωση των «Πραγματικών Φινλανδών». Στη Γαλλία, επίσης, η Μαρίν Λεπέν θέλει να καταστήσει σεβαστό το κόμμα της. Ποιες είναι οι αιτίες αυτής της νέας ώθησης;
Στη δεκαετία του 2000, γίναμε μάρτυρες της εξαφάνισης των καταστατικών στοιχείων του πεδίου της άκρας δεξιάς, όπως αυτό αναδιαμορφώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι «νέο-» εξαφανίσθηκαν, αφήνοντας χώρο σε κινήματα ή αναδυόμενα κόμματα που δεν παρουσιάζονται ως κληρονόμοι μιας καλά προσδιορισμένης παράδοσης. «Νεο-ναζί» και «νεο-φασίστες» δεν είναι πλέον παρά φολκλορικές επιβιώσεις, έχοντας μεγαλύτερη σχέση με την «αντεργκράουντ» κουλτούρα των δεκαετιών του εξήντα και του εβδομήντα παρά με το Τρίτο Ράιχ.
Ο, τι σήμερα εξακολουθούμε να αποκαλούμε «άκρα δεξιά», λόγω παλιάς γλωσσικής συνήθειας, συνομαδώνει και αμαλγαμοποιεί με καταχρηστικό τρόπο όλες τις περισσότερο ή λιγότερο ενορμητικές αντιδράσεις κατά της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης και του εξευρωπαϊσμού προς μια μεταεθνική κατεύθυνση. Αυτές όμως οι αντιδράσεις βαίνουν προς κάθε κατεύθυνση: μπορούν να ερμηνευθούν ως «πρόοδοι» ή ως «παλινδρομήσεις», νομιμοποιημένες ή μη «αντιστάσεις», αναδυόμενες μορφές ξενοφοβίας ή ταυτοτικές επιβεβαιώσεις που μένουν στο πλαίσιο του δημοκρατικού πλουραλισμού.
Το συγκινησιακο-φαντασιακό τους φόντο είναι ο φόβος, που εντοπίζεται είτε στο παρόν (φόβος απώλειας κεκτημένων), είτε στο μέλλον (φόβος εθνοτικοποιημένων εμφυλίων πολέμων). Η διανοητική οκνηρία οδηγεί στο να ερμηνεύουμε όλες αυτές τις μαζικές αντιδράσεις αρνητικά, να τις δαιμονοποιούμε ανάγοντάς τες σε εκφράσεις μιας φαντασματικής «άκρας δεξιάς», η οποία είναι καταδικασμένη από το Νόημα της Ιστορίας. Αυτή είναι η μεγάλη ψευδαίσθηση, κληρονομιά του εγελιανο-μαρξιστικού 19ου αιώνα. Γιατί δεν υπάρχει Νόημα της Ιστορίας: η παγκοσμιοποίηση βαίνει προς κάθε κατεύθυνση, και προκαλεί αντιδράσεις που και αυτές οδεύουν προς κάθε κατεύθυνση.
Η ενίσχυση της Ευρώπης δεν είναι περισσότερο πιθανή από την κατάρρευσή της μετά την εξαφάνιση του ευρώ, ακολουθούμενη από γενικευμένες επανεθνοτικοποιήσεις ή ανακερματισμούς, που μπορεί να ωφελήσουν τα παλιά κράτη-έθνη, αλλά που μπορεί και να ευνοήσουν τη διάλυσή τους. Το νέο «Εθνικό Μέτωπο» της Μαρίν Λεπέν εικονίζει καλά τα διφορούμενα των εθνικο-λαϊκιστικών κινημάτων: στον ιδεολογικό τους λόγο βρίσκουμε δάνεια τόσο από την ακροαριστερή αντι-παγκοσμιοποίηση όσο και στοιχεία που προέρχονται από εθνικιστικές παραδόσεις. Κάτι που τα καθιστά ταυτοχρόνως αταξινόμητα και ελκυστικά. Αλλά αυτό, ακριβώς, πρέπει να μας κάνει ώστε να τα ενσωματώσουμε στο «ομαλό» πολιτικό παιγνίδι.

Τι πρέπει να κάνουν οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες;
Οι νέοι ταυτοτικοί λαϊκισμοί ή οι λαϊκισμοί διαμαρτυρίας διαβρώνουν τις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες εκ των έσω. Εκπροσωπούν γι’ αυτές μια πρόκληση που πρέπει να την αντιμετωπίσουν με διαύγεια και κουράγιο. Αν η «εξομάλυνση» των λαϊκιστικών κινημάτων δεν επιχειρηθεί, τα παλιά κόμματα αριστεράς και δεξιάς κινδυνεύουν να χάσουν την ελκτικότητά τους, και να καταλήξουν να ταυτισθούν μέσα σε ένα αδιαφοροποίητο κέντρο έναντι του οποίου θα κατισχύσει το νέο στρατόπεδο της «αλλαγής» (μαγική λέξη σήμερα που προκρίνεται από τους δημαγωγούς), μονοπωλούμενης από τους δημαγωγούς της «αντιπαγκοσμιοποίησης».
Αυτοί οι τελευταίοι θα βρίσκουν εύφορο έδαφος στο να καταγγέλλουν τη διεθνή «πλουτοκρατία» ή τις χρηματιστικές ολιγαρχίες, την ευρωπαϊστική «γραφειοκρατία», κλπ. Εδώ βρίσκονται τα στοιχεία του νέου λόγου της εξέγερσης «της γης των κολασμένων». Η κρίση να γενικευθεί ριζοσπαστικοποιούμενη, και οι νέοι δημαγωγοί που δεν θα αργήσουν να αναδυθούν, η πολιτική φύση εχθρεύεται το κενό, να παρουσιασθούν ως σωτήρες γοητεύοντας τα πελαγωμένα πλήθη. Αυτοί όμως οι δημαγωγοί δεν θα έχουν άλλη νομιμοποίηση από αυτή που θα τους αποδίδει το κυνηγητό των εικαζόμενων υπευθύνων των συμφορών του «λαού» τους, κυνήγι μαγισσών που θα μπορούσε να πάρει τη μορφή κλητεύσεων για εμφύλιο πόλεμο ή εκστρατειών σε περιφερειακούς πολέμους.
Φυγή προς τα μπρος μέσα στο χάος. Τότε, η ειρωνεία της Ιστορίας θα μπορούσε να πάρει το πρόσωπο του τραγικού. Αλλά ποιος μπορεί να πιστεύει ότι η πορεία της Ιστορίας μοιάζει με αυτή ενός ήσυχου ποταμού;


Πηγή: εφημερίδα «Η Καθημερινή, 14 Αυγούστου 2011
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_14/08/2011_452528
Η φωτογραφία του Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ προέρχεται από το εξαιρετικό μπλογκ «Against antisemitism – Ενάντια στον αντισημιτισμό» http://enantiastonantisimitismo.wordpress.com/

29.6.11

Η αγανάκτηση κατά των Αγανακτισμένων



Η αγανάκτηση κατά των Αγανακτισμένων

Από τη δική μας πλευρά, αν αναγκαζόμασταν να επιλέξουμε μεταξύ των βαρβάρων του πολιτισμού και των πολιτισμένων ανδρών της βαρβαρότητας, θα επιλέγαμε τους πρώτους. Ευτυχώς όμως, μια άλλη επιλογή είναι εφικτή.
Victor Hugo

Η Δημοκρατία αφανίζεται από δύο ειδών εκτροπές: είτε από την αριστοκρατία των Κυβερνώντων, είτε από τη λαϊκή περιφρόνηση για τις αρχέςτις οποίες οι ίδιοι οι άνθρωποι εγκαθίδρυσαν. Το διπλό έργο των μετριοπαθών και των ψευδοεπαναστατών είναι να μας ταλαντεύουν διαρκώς μεταξύ των δύο αυτών κινδύνων.

Maximilien Robespierre



Ένα συνονθύλευμα φωτισμένων καθοδηγητών του λαού, a la carte προασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της πολιτικής ορθότητας, κονδυλοφόρων της από την καρέκλα του υπολογιστή κριτικής στη κριτική του καναπέ, διακηρύσσοντας την βαθιά δημοκρατική τους ευαισθησία επιτέθηκαν κατά του κινήματος των Αγανακτισμένων στην Ελλάδα. Χύνουν τόνους δακρύων και μελανιού μπροστά στη φρίκη της άβουλης, απολίτικης και βάρβαρης μάζας υποκριτών Αγανακτισμένων. Και διαβάζοντας με προσοχή τα σημάδια των καιρών, προφητεύουν την αποτυχία του κινήματος, καλώντας μας να πάμε σπίτι μας, μέχρι να έρθει μία άλλη κινητοποίηση, κάποια άλλη στιγμή, με κάποια άλλα χαρακτηριστικά.
Το ενδιαφέρον των πλατωνικών αυτών εραστών της ελευθερίας και της δημοκρατίας να αναδείξουν τις ευθύνες όλης της κοινωνίας τελείως ξαφνικά ατονεί όταν ανακαλύπτουν σοκαρισμένοι πόσο επικίνδυνο είναι να θεωρεί κανείς όλους τους βουλευτές κλέφτες και όλους τους δημοσιογράφους ρουφιάνους. Διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για την αδικία που τελείται κατά των θεσμών και όλων των εκπροσώπων τους. Καταδικάζουν τη βία της μούτζας ως στείρα πολιτική πράξη αδιάκριτα στρεφόμενη προς το σύνολο του συστήματος, όταν οι ίδιοι έχουν σύρει στη λάσπη αδιακρίτως ολόκληρους επαγγελματικούς κλάδους, ξεχνώντας εκεί το ότι υπάρχουν και άνθρωποι που κάναν με φιλότιμο και τιμιότητα τη δουλειά τους. Το δημόσιο μπορεί να είναι παρασιτικό, αλλά η Βουλή δεν μπορεί να είναι μπουρδέλο. Όταν πρόκειται για τους 300 αντιπροσώπους του λαού μιλούν για τσουβάλιασμα, όταν λοιδορούν δεκάδες χιλιάδες πολίτες και εργαζόμενους, τότε κάνουν φωτισμένη κριτική και μεταρρύθμιση. Πότε όμως διώχθηκε και καταδικάστηκε τελευταία φορά κάποιος Βουλευτής, Δικαστής, Εισαγγελέας κλπ; Δεν γνωρίζουν οι επαΐοντες της πολιτικής ανάλυσης των λαθών του λαού ότι όταν ένας θεσμός δεν μπορεί να ελέγξει αυτούς που τον απαξιώνουν, απαξιώνεται και ο ίδιος ανεξάρτητα από το πόσους τίμιους περιλαμβάνει; Το γνωρίζουν, και πολύ καλά μάλιστα. Αλλά το θυμούνται μόνο όταν αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους. Θα πρέπει όμως να αποφασίσουν. Ή η συνολική κριτική για έναν θεσμό ή σε μία κοινωνία έχει να κάνει με το πως εντέλει λειτούργησαν παρά τις φιλότιμες εξαιρέσεις, και έτσι ορθώς είναι συνολική. Ή θα είναι πάντα κριτική μόνο σε άτομα αδυνατώντας να μιλήσει για τους θεσμούς. Όποιος πάλι πιστεύει ότι οι χιλιάδες που φωνάζουν κλέφτες απευθύνονται στις ποινικές ευθύνες όλων ανεξαιρέτως των βουλευτών, μάλλον είναι πιο ανόητος από όσο ανόητο θεωρεί τον λαό.
Όσο γι’ αυτούς που βλέπουν βία στο πέταγμα του αυγού και της μούτζας, αλλά όχι στο ξερίζωμα του εργατικού δικαίου, του κοινωνικού κράτους, την κατάργηση σχολείων, υποτροφιών και την πραξικοπηματική ψήφιση των Μεταρρυθμίσεων του Μνημονίου, τους λέμε ότι η αντίληψή τους περί νόμιμης βίας είναι για κλάματα. Ούτε ένα αυγό σε τρένο προς το Άουσβιτς δεν θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν με τα κριτήρια αυτά. Αλλά εκεί μπορούν χωρίς αναστολές για άλλη μια φορά να χρησιμοποιήσουν όποια κριτήρια τους βολεύει.
Άλλοι πάλι έχοντας βαθιά επίγνωση της Ιστορίας των κινημάτων και των επαναστάσεων δηλώνουν ότι τα χαρακτηριστικά πολλών από τους Αγανακτισμένους καθιστούν το κίνημα ανεπαρκές ή και προβληματικό. Αναπολούν τις μεγάλες επαναστάσεις που δημιουργήθηκαν από ευγενέστατους ευτραφείς γνώστες του savoir vivre και πλήρως συνειδητοποιημένους πολίτες, που βέβαια δεν έβλαψαν ποτέ τους κανέναν και είχαν όλο το δίκιο με το μέρος τους. Γνωρίζουν καλά ότι η Βαστίλη γκρεμίστηκε από ριζοσπάστες φοιτητές κοινωνικών επιστημών που μόλις αποφοίτησαν από σεμινάριο περί σωστής δημοκρατίας και πολιτικά ορθών μέσων διαμαρτυρίας. Οι ίδιοι που ως τώρα έπνεαν τα μένεα κατά της αριστεράς για τον ελιτισμό της, απηυδούν τώρα μπροστά στον υποτιθέμενο απολίτικο χαρακτήρα του σημερινού κινήματος και αναλύουν εκτενώς το προβληματικό νόημα των πρακτικών του ενάντια στο ιερό κτίριο του Κοινοβουλίου. Δεν αναγνωρίζουν ότι μοιράζονται την ίδια αλλεργία και για τους ίδιους λόγους με κομμάτι της αριστεράς. Έχουν δηλαδή ελάχιστη κατανόηση για τα προβλήματα, τις έγνοιες και τις αντιλήψεις του λαού.
Με την προσφιλή τους τακτική να χρησιμοποιούν μία μέθοδο μόνο όταν τους συμφέρει συγκρίνουν την Ελλάδα με την Ισπανία και στρέφονται κατά του ελληνικού κινήματος με την κατηγορία ότι τα αιτήματά του είναι πολύ πιο ρηχά από τα αντίστοιχα των Ισπανών Αγανακτισμένων. Ωσάν οι δικοί τους λίβελοι εκτός από μία διαρκής γκρίνια και μία λογική ξεριζώματος όποιου θεσμού δεν λειτουργεί ικανοποιητικά να έβριθαν προτάσεων για το μέλλον της Χώρας. Μα υπάρχει για την Ελλάδα κεντρικότερο, ζωτικότερο σύνθημα αυτή τη στιγμή από την κατάργηση του Μνημονίου; Μπορεί να υλοποιηθεί οποιαδήποτε κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα της Τρόικας; Την ίδια μέρα βέβαια εξέδωσε ψήφισμα το Σύνταγμα με το οποίο καλούσε σε διήμερο καταναλωτικό μπουκοτάζ και άρχισε να συζητείται η πρόταση για μαζική ανάληψη καταθέσεων. Η διάθεσή του αυτή για αγριότερα μέσα αγώνα είναι η καλύτερη απάντηση σε όσους νομίζουν ότι η ουσία ενός ξεσηκωμού εξαντλείται σε μία πλήρη λίστα με αιτήματα. Προφανώς το ελληνικό κίνημα έχει μεγάλες και ενδογενείς αδυναμίες. Πώς θα μπορούσε άλλωστε μετά από χρόνια παρακμής; Το ξεπέρασμά τους όμως περνάει μέσα από την ενίσχυση του, όχι από την απαξίωσή του. Είμαστε σίγουροι ότι μαζί με το κίνημα, και οι κονδυλοφόροι των Ισπανών έχουν κάτι πιο ουσιαστικό να συνεισφέρουν σε σύγκριση με τους εντόπιους φωστήρες της Δημοκρατίας.
Οι αποστειρωμένοι αυτοί Στοχαστές μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: από τη μία είναι αυτοί που πάντα απεχθάνονταν τον λαό, που τον θεωρούν ηλίθια μάζα, ανίκανη όχι μόνο να κυβερνηθεί αλλά και να καταλάβει τα οφέλη που έχει για τη ζωή της η ευεργετική πολιτική των τεχνοκρατών ηγεμόνων της. Η Δημοκρατία είναι γι’ αυτούς ούτως ή άλλως υπερεκτιμημένη ιδέα. Αυτοί είναι συνεπείς στις απόψεις τους όταν μιλούν για τους Αγανακτισμένους. Πάντα έβλεπαν οποιαδήποτε λαϊκή κινητοποίηση σαν συρφετό χωρίς νόημα που μόνο εμπόδιο μπορεί να αποτελέσει για την καλογυαλισμένη μηχανή της διοίκησης των ανθρώπων. Μόνη τους ασυνέπεια αυτό καθ’ αυτό το γεγονός ότι κοπιάζουν να κάνουν στους ηλίθιους γνωστές τις απόψεις τους. Ίσως γιατί κατά βάθος πιστεύουν ότι θα φωτίσουν τον κόσμο με τα λόγια τους. Ίσως πάλι γιατί θεωρούν την ανάδειξη της ηλιθιότητας του άλλου επαρκή απόδειξη της μη ηλιθιότητας του εαυτού.
Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, που δηλώνουν προοδευτικοί και δημοκράτες. Που θέλουν να δουν τους ανθρώπους να αλλάζουν και να παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Μόνο που η δημοκρατική τους αυτή ευαισθησία είναι μικρότερη από την πολιτική τους υποχονδρία. Έτσι φρίττουν κάθε φορά που βλέπουν μία πραγματική λαϊκή κινητοποίηση και δηλώνουν απογοητευμένοι που ο λαός δεν είναι τελικά οι αστραφτεροί ιππότες που έχουν στο κεφάλι τους. Και τότε σπεύδουν, ίσως και για τους ίδιους λόγους με τους πρώτους, να μας φωτίσουν για το πώς θα πρέπει να είναι ένα νικηφόρο κίνημα, από τί ανθρώπους πρέπει να απαρτίζεται και τί αιτήματα να έχει. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν καταφέρνουν να φτάσουν πολύ βαθύτερα από τη στηλίτευση των μυρίων κακών και αοριστίες του τύπου «να γίνουμε σκεπτόμενοι» ή «πρέπει να μπει πολιτικό περιεχόμενο». Οι λίγοι που ξεχωρίζουν μας κάνουν την χάρη να μας αναλύσουν πώς φαντάζονται τον κόσμο και να μας δηλώνουν με περισσή αυταρέσκεια ότι θα αγωνίζονταν μαζί με τον λαό αν αυτός αγκάλιαζε τις ιδέες τους. Σ’ αυτούς οφείλουμε αιώνια ευγνωμοσύνη για την άοκνη συμμετοχή τους, τη μεγάλη συνεισφορά τους στον αγώνα και τις τόσο πολύτιμες ονειρώξεις τους. Θα χαρούμε να τους επισκεφτούμε το συντομότερο δυνατό στον κόσμο που βρίσκονται. Τους λέμε τέλος πως η δημοκρατία που ονειρεύονται δεν είναι πραγματική, γιατί δεν είναι ζωντανή.
Ένα λαϊκό κίνημα δεν μπορεί να είναι παρά αυτό που βλέπουμε να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Μαζικό, πολύχρωμο, αντιφατικό, μεγάλο. Η αιτία της αδυναμίας του είναι ταυτόχρονα η αιτία της αβυσσαλέας δύναμής του και της ικανότητάς του να αλλάξει το υπάρχον και να δώσει νέο αίμα στα σαπισμένα του μέλη. Γιατί όταν ένα σύστημα αδυνατεί να λειτουργήσει, να αυτοκαθαρθεί και να αυτοανανεωθεί τότε είναι όχι μόνο σίγουρο, αλλά και επιθυμητό να καταρρεύσει, ανεξάρτητα από τα καλά στοιχεία που μπορεί να διέθετε. Ο κίνδυνος της αποτυχίας, ακόμη και της παρεκτροπής είναι πάντα υπαρκτός. Όμως τα πολιτικά κινήματα στην Ελλάδα ως τώρα, παρά τις μεγάλες αδυναμίες τους, έχουν τουλάχιστον δείξει ότι κατά κανόνα δεν εκφράζονται από ισοπεδωτικές στάσεις μίσους και φόβου. Οφείλουμε για άλλη μια φορά να εμπιστευτούμε το λαό. Και να δώσουμε ό,τι καλύτερο έχουμε για να γίνει αυτό το κίνημα η αρχή όλων όσων θέλουμε να δούμε.

Πηγή: μπλογκ Allonsanfan: Τα e-σωθικά μου, 6 Ιουνίου 2011
http://alonzanfan.blogspot.com/2011_06_01_archive.html